Fractal

«Ανάγνωση προσεκτική πλάγια και λοξή»

Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα // *

 

Γιώργος Γρηγορόπουλος, “Έσσεται Ήμαρ” (ποιητική συλλογή), 24 γράμματα εκδόσεις, Αθήνα 20202, σελ. 102

 

Τρίπτυχη ποιητική συλλογή ενός νέου και φερέλπιδος δημοσιογράφου με άριστη γνώση της διαχρονίας της ελληνικής γλώσσας. Γλωσσοπλάστης δεινός, εξαιρετικός κάτοχος της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ρηξικέλευθος στη χρήση ρηματικών τύπων ανοίκειων στο ασυνήθιστο αυτί.

Ισχυρή ιδιόλεκτος που απαιτεί εκτεταμένο χρόνο εξοικείωσης.

Συμπαντική ποίηση προϋποθέτουσα την απάλειψη του εγώ, όχι όμως και την απαλλαγή της ομιλώσας φωνής από έναν κάποιον ναρκισσισμό κοσμικού τύπου. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά;

Λέξεις που απαντώνται συχνά: σάβανο, σελήνη, θάνατος, ελλάνιος/ον, απουσία, σαλπάρω (καθώς και πολλοί άλλοι εξειδικευμένοι όροι της ναυτικής γλώσσας).

Το ασύνδετο σχήμα κυριαρχεί με ευρεία χρήση του ελεύθερου συνειρμού.

Σαράντα επτά ποιήματα εν συνόλω, ταξινομημένα σε τρία μέρη: 1. “Τα υπαρξιακά” (15), 2. “Τα ερωτικά” (19), 3. “Τα ελληνικά” (13).

Προσεκτικά διατυπωμένη αθεΐα, όχι όμως κι αγνωστικισμός. Ο θεός σαν απουσία. Αλλά και το ερωτικό ταίρι ως απουσία, το οποίο όμως επικαλείται η αφηγηματική φωνή (που δεν είναι πάντα του ιδίου φύλου). Απόηχοι Καζαντζάκη, Καβάφη, Ευριπίδη. Ειδικά του Ευριπίδη “Η Εκάβη” και “Οι Βάκχες”.

Ο αρχαίος μύθος λειτουργεί ως πρώτη ύλη αλλά και ως έναυσμα. Η γλώσσα εμπλουτισμένη απ’ όλα τα “φερτά υλικά” των περασμένων αιώνων.

Από τις σχετικά νέες ποιητικές φωνές, μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες και πολλά υποσχόμενες, γιατί υπάρχει και διαπιστώνεται πρωτοτυπία, τόλμη, ρηξικέλευθος οραματισμός, φιλοσοφικές απαιτήσεις, θρησκειολογικές παραπομπές αξιοσημείωτης συγκριτικότητας.

Η εμβρίθεια δεν είναι προφανής ως διανοουμενισμός, γιατί κυριαρχεί ο ρυθμός και η οικουμενικότητα του νοήματος δεσπόζει.

Στην ποίηση, πέρα από την χρήση της γλώσσας και από την αυτονόητη (εξ ορισμού) ύπαρξη και διαχείριση του ρυθμού πρωταγωνιστική θέση κατέχουν οι ιδέες, ειδικά όταν δεν πρόκειται για συμπιλήματα, ανασχηματισμούς, αντιγραφές κι αναμασήματα. Εδώ διαγιγνώσκεται μία ιδιότυπη λαϊκότητα στον αντίποδα ενός μάλλον απευκταίου ακαδημαϊσμού. Το ζητούμενο μοιάζει να είναι η επικοινωνία και το όποιο φράγμα καταλύεται, παρ’ όλο που απαιτεί μακρό χρόνο εξοικείωσης κάθε προσπάθεια ανάγνωσης ενός λόγου που δεν θυμίζει κανέναν άλλον και δεν παραπέμπει στα δημοτικά τραγούδια, όσο “λαϊκός” κι αν είναι.

Από αυτόν τον ποιητή αναμένονται τα μέγιστα, εφ’ όσον υπερβεί και διαχειριστεί δίχως υπερβολικό συναίσθημα φυγές εφηβικού τύπου και απαρνήσεις άνευ ουσίας κι αντικειμένου, που τροφοδοτούν μεν το καμίνι της έμπνευσής του, αδικούν όμως πολλές άλλες “ώριμες” πτυχές του άκρως ενδιαφέροντος έργου του.

Μελοδραματικές εξάρσεις στους καταληκτικούς στίχους των μακροσκελών αφηγηματικών ποιημάτων είναι άλλοτε επιτυχημένες κι άλλοτε μανιερίστικες, ενώ ο διδακτισμός δεν συνάδει πάντα με την εφηβική αποφυγή κάθε αλλοτρίωσης. Η κοινωνικοποίηση του ποιητή είναι προαπαιτούμενη για κάθε απόπειρα συμβουλευτικού τύπου προς τους άλλους, προς το “κοινό” στο οποίο απευθύνεται. Και ιδιαίτερα σαφές εδώ πως απευθύνεται στον υποθετικό επαρκή αναγνώστη εντείνοντας έτσι το εγγενές στοιχείο μιας δραματικότητας που τείνει να γίνει καθεστώς στη σύγχρονη ποίηση των τελευταίων είκοσι χρόνων, που αγκαλιάζει το θέατρο, ακόμα και με την μορφή του κοσμοθεάτρου των ιδεών.

 

Γιώργος Γρηγορόπουλος

 

Αυτός ο νεοπλατωνισμός, σε συνδυασμό με τον νεορομαντισμό, με τον νεοκλασικισμό και μια κάποια αναθεωρημένη αναζήτηση της ελληνικότητας κατατάσσει τον Γιώργο Γρηγορόπουλο στην πρωτοπορία της νέας γενιάς των νεοελλήνων ποιητών που αναζητούν να διαμορφώσουν το δικό τους τοπίο μέσα στην πολύπτυχη και πολυδιάστατη πολιτισμική Κρίση που μας απειλεί κι επικρέμαται ως κακός οιωνός.

Μια κάποια τάση προς την μελαγχολία είναι μάλλον αντιδραστικού τύπου και φαίνεται απολύτως νόμιμη σε μεταβατικούς καιρούς με πολλές τεχνολογικές προκλήσεις που θα αλλάξουν σίγουρα την καθημερινότητά μας τις αμέσως επόμενες δεκαετίες.

Οι ποιητές είναι η ζώσα φωνή του Συλλογικού Ασυνείδητου, είναι οι ιχνευτές της πανανθρώπινης Συλλογικής Συνειδητότητας, ευαίσθητες κεραίες που συλλαμβάνουν αλλοδιαστασιακές πραγματικότητες που δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμη.

Κι ο Γιώργος Γρηγορόπουλος είναι από τους πλέον εξέχοντες ιχνηλάτες ενός μέλλοντος κοντινού κι αναπόφευκτου, ίσως, που βαραίνει πάνω μας σαν κατάρα κι ευλογία. Ό,τι και να συμβεί, η Ποίηση θα επιβιώσει, όταν υψηλή είναι, απαλλαγμένη από τις ματαιοδοξίες των “εγώ”, θυσιασμένη – ως Ιφιγένεια – στον βωμό του “εμείς”. Κι αυτό είναι το συμπέρασμα από την προσεκτική, πλάγια και “λοξή” (από τον Απόλλωνα Λοξία) ανάγνωση αυτής της διαφορετικής ποιητικής συλλογής, που μοιάζει μάλλον με επίτευγμα καθ’ ολοκληρίαν κι όχι ως απλό σκαλί σε κάποια ατέρμονα εξελικτική κλίμακα. Με αυτό δεν υπονοώ πως πρέπει να σταματήσει να γράφει ο Γιώργος Γρηγορόπουλος, όμως ετούτο το επίτευγμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό κι αξιοσημείωτο.

 

 

* Ο Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top