Fractal

Με ανθρωπιστική υπόσταση κι αγωνία

Γράφει η Μαρία Σκουρολιάκου //

 

“Εριφύλη” της Ελένης Μπερτσάτου, Εκδόσεις “Χάρη Τζο Πάτση”

 

Ένα μεγάλο βλέμμα για κείνες τις ζωές που κουρνιάζουν στο περιθώριο των διαδρομών μας.

Εριφύλη, ετυμολογικά σημαίνει την έξοχη, την ξεχωριστή τού φύλου της. Η Εριφύλη είναι  βασικό  πρόσωπο, και μοιραίο με την βαθιά έννοια του όρου καθώς  η μορφή της ηρωίδας είναι στην αθέατη πλευρά των πραγμάτων. Είναι η κινητήριος δύναμη ισχυρών συναισθημάτων που διατρέχουν το μυθιστόρημα. Κυκλοφορεί στις ζωές, σημαδεύει καταλυτικά τον κεντρικό ήρωα, προκαλώντας με τις αποφάσεις της, αναπάντητα  ερωτήματα, ενοχές, και  για τη δική της ζωή μοιραίες επιλογές.

Διαβάζοντας την ιστορία, βλέπει κανείς,  πώς μπορεί δίπλα μας να ξημερώνουν άνθρωποι, κουβαριασμένοι, σε μια εσοχή του δρόμου κι εκεί, πλάι τους, ένα ποτήρι με λουλούδια, ν’ αποτελεί το στήριγμά τους, και να σηκώνει το βάρος μιας ολόκληρης ψυχής, το τρυφερό φορτίο των αναμνήσεων, ένα χαμένο όνειρο, και ταυτόχρονα, έναν λόγο για να ζήσουν…

 

Όσον αφορά τη δομή, είναι πολυπρόσωπο μυθιστόρημα με πολλούς και διαφορετικούς χαρακτήρες όπου άλλοι πρωταγωνιστούν, γυμνώνοντας τον εαυτό τους στη δράση, και άλλοι δίνονται ως σκιώδεις φιγούρες, στο ημίφως των χαρακτηριστικών τους. Σε κάθε περίπτωση αποκαλυπτικά ή με ψήγματα και σπαράγματα, η συγγραφέας, αφήνει στον αναγνώστη, έντεχνα, τον στοχασμό, τους βαθύτερους προβληματισμούς για τη ζωή, για τη συνάφεια των ανθρώπων, για τον έρωτα και την αγάπη, που εντέλει, μαρτυρούν και τις δικές της αγωνίες αλλά και όλων, γύρω από αυτά.

Με τριτοπρόσωπη γραφή, όπου η ματιά του παντογνώστη αφηγητή, εισχωρεί στα τρίσβαθα, με διαλόγους επίσης, γεμάτους συναισθηματικές εκρήξεις και αποκαλύψεις τραγικών μυστικών, που το «γιατί» τους, στοίχειωνε, τα χρόνια του πρωταγωνιστή.

 

Οι ρόλοι που υπηρετούν τα πρόσωπα, συγκροτούν τη διήγηση, ώστε να οδηγηθεί στη λύση και στην κάθαρση.

Βαθιά θέτει το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων η Μπερτσάτου όπου χαίνουν πληγές και σταυροί. Ένας βιωματικός χορός και  μια αναψηλάφηση συμβάντων, όπου ανακαλούνται μνήμες, ακόμα και ιστορικές, επιτηδευμένα θαμμένες, τις οποίες εντάσσει η συγγραφέας πολύ εύστοχα στην πλοκή, για το ηθικό δίδαγμα και για την αλήθεια τους, που κόβει σα γυαλί.

Εκεί, έρχονται οι δαίμονες της πανάρχαιας νομοτέλειας, όπως συμβαίνει σε κάθε εποχή. Η έκκληση για συγνώμη μάχεται με τη μνήμη του φρικτού βιασμού, που ζητά  τιμωρία από θεό κι ανθρώπους, και, την ίδια στιγμή κραυγάζουν οι εσωτερικές φωνές, σαν  σε τραγωδία του Αισχύλου.

 

Οι προσεγγίσεις της, διακρίνονται από οξυδέρκεια και  συναισθηματισμό. Η γλώσσα της διαθέτει αίμα και  ορμητικότητα, διευρύνοντας τα αφηγηματικά όρια, σε περιοχές ποικίλες και ενδιαφέρουσες, επιτρέποντας στη σκέψη να αντλήσει το ακριβό μετάλλευμα της ανάγνωσης.

Η αίσθηση της αμεσότητας, με τη χρήση του παροντικού χρόνου, δημιουργούν ένα σκηνικό που νομίζει ο αναγνώστης ότι, λίγο να απλώσει το χέρι, θα αγγίξει τους ήρωες.

Και κατορθώνει η συγγραφέας, να δώσει, μια πλήρη εικόνα, με νόημα, με εξέλιξη, με ξάφνιασμα, με τον ήρωα σκιαγραφημένο στις βασικές και απαραίτητες γραμμές του, με τα υπόλοιπα πρόσωπα,  να συμπληρώνουν την εικόνα,  το καθένα με το βάρος που του αναλογεί, για να μη σκιάσει το κεντρικό πρόσωπο.

 

Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Παύλος και οι άλλοι γύρω του, τον καθορίζουν, τον δυναστεύουν, τον απελευθερώνουν. Η Εριφύλη, η θεία Αφροδίτη, οι γονείς του, τα παιδιά του, η Μαγδαληνή, η σύζυγός του η Μαριάννα, ο Παρμενίων ο πατέρας της, η Ρόζα και ο Μιχάλης  και κάποια ακόμη πρόσωπα που αναδεικνύουν με την επαφή τους μαζί του, το πραγματικό υλικό της προσωπικότητάς του.

Ο Παύλος είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας. Προικισμένος, ικανός, πλούσιος, σε    ένα περιβάλλον με status που ισχύουν στους κύκλους όπου επιβάλλεται το ‘’θεαθήναι’’. Διαδρομές του χρήματος,  συμβιβασμοί και δόξα που σαν χαμηλώνουν τα φώτα, η γύμνια της απλώνει ασφυκτικά πλοκάμια. Ανήκει όμως εκεί ο Παύλος; Εκείνος προέρχεται από γονείς που ξενιτεύτηκαν από φοβερές αιτίες.  Μετανάστες  στη Γερμανία. Μια πραγματικότητα επαναλαμβανόμενη, με αμέτρητες πληγές. Ο Παύλος μέσα του, κουβαλάει κειμήλια τις αξίες των γονιών του,  παραμερισμένες από τη δυναμική των καταστάσεων και των συγκυριών. Οι  αξίες  θα ξυπνήσουν. Θα τραντάξουν το νου και την ψυχή του, με ουσιαστικές αλήθειες.

Διαπιστώνοντας την ψευδαίσθηση της ευμάρειας που καταπίνει στη χοάνη της κάθε συναίσθημα, νιώθει το άδειο της ζωής του, τις διαψεύσεις,  καθώς δεν είναι ευτυχισμένος, γιατί τίποτα δεν τον έδεσε με αυτόν τον κύκλο.

 

Ελένη Μπερτσάτου

 

Ο Παύλος κουβαλάει ένα βαρύ φορτίο καημού. Αναζητά τη γυναίκα που λάτρεψε, χαμένη για χρόνια. Ο σεισμός μιας αποκάλυψης,  θα τον συγκλονίσει.  Θα συγκλονίσει και τον αναγνώστη, που με κομμένη ανάσα  περιμένει, σελίδα τη σελίδα τη συνέχειά της, καθώς η αλήθεια  έρχεται στο φως σταδιακά.

 

«Για τον Παύλο ξημέρωσε ακόμη μια ημέρα γεμάτη ευθύνες, άλυτα προβλήματα, επαγγελματικά, οικογενειακά και πάνω από όλα προσωπικά. Πώς να τα διαχειριστεί όλα αυτά μαζί; Οι αντοχές του είχαν φτάσει στα όριά τους. Στάθηκε στο φανάρι περιμένοντας το πράσινο. Απέναντι, η πίσω πλευρά του κτιρίου του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γύρισε τα μάτια του και περιεργάστηκε τον γύρω χώρο. Ξαφνικά μια σεισμική δόνηση τράνταξε το κορμί του. Μια σχισμή, όμοια ρωγμή πάνω σε βράχο, χώρισε το σήμερα.

 

»Μπροστά του, ημέρες, στιγμές. Δεν ήταν ο ίδιος πια. Μια παρόρμηση τον έκανε να φτάσει στα σκαλοπάτια της πίσω πόρτας του κτιρίου. Ήθελε να αγγίξει το χερούλι. Σταμάτησε. Το βλέμμα του έπεσε στα μαραμένα κυκλάμινα, που έγερναν στο μικρό ποτήρι του κρασιού. Μια εικόνα και θύμισες αμέτρητες, πέρασαν σαν αστραπή από τα μάτια του. Ασυναίσθητα, έσκυψε να τα αγγίξει. Και τότε, είδε το κουβαριασμένο κορμί, σκεπασμένο, με μια κουβέρτα, παραδομένο στην αγκαλιά του Μορφέα. Ταράχτηκε. Δυο γυναικεία πόδια ξεχώριζαν στο κάτω σκαλοπάτι. Τα μάτια του πόνεσαν. Ένιωσε έντονο το τσούξιμο από τα δάκρυα, που ήταν έτοιμα να κυλήσουν στα μάγουλά του…».

 

Έτσι ξεκινάει η περιπέτεια της ανάγνωσης, με τη μνήμη να διεκδικεί επιτακτικά να της αποδοθούν τα κενά της. Να αποδειχτούν τα αίτια που τη χαράκωσαν. Ο Παύλος παύει να υπάρχει στο παρόν. Αρχίζει να ψάχνει απεγνωσμένα τον εαυτό του. Στο σπίτι του είναι ξένος και ζει από χρόνια στα όρια της τυπικής  συνύπαρξης. Η ζωή του πια πηγαινοέρχεται καθημερινά, Ακαδημίας 50. Εκεί, στο σκαλοπάτι με τα κυκλάμινα στο πλαστικό ποτήρι. Αυτός ο τόπος, αυτή η εικόνα, θα δένει όλες τις ενότητες του βιβλίου, και θα συνδέει τις αφηγήσεις, που καταγράφονται στη συνέχεια.

Ένα ταξίδι στην Κρήτη θ’ ανοίξει τον  ασκό του Αιόλου για τον Παύλο. Ο Γόρδιος δεσμός θα κοπεί και οι αποκαλύψεις θα τον συντρίψουν. Ένας θάνατος στη Γερμανία θα φέρει στην επιφάνεια μια άλλη, φρικτή αλήθεια. Οι απώλειες ανοίγουν ρωγμές, αλλά η άλλη όψη τους, φέρνει στο φως το μεγάλο απόθεμα της αγάπης. Τα κομμάτια της ζωής που προστίθενται,  φέρνουν  τη γνώση και γίνονται τρισάγιο, στις ιερές απουσίες.

 

 

Συνεπαίρνει η εξιστόρηση όχι μόνο με τη ρέουσα γλώσσα της, μα και με την τρυφερή ματιά της, την ανθρωπιστική της υπόσταση, αλλά και με την αγωνία, το σασπένς, το ενδιαφέρον για την εξέλιξη. Το βιβλίο, όταν το τελειώνουμε, μας αφήνει μια  γεύση γλυκόπικρη, αλλά και αίσθηση καθαρμού.

     «Σήμερα ακούμπησα το καρότσι μου σε μια γωνιά πίσω απ’ τον Άγιο Νικόλαο. Γύρισα στο στέκι μου, στη μεγάλη πράσινη πόρτα. Στη δική μου γωνιά, Ακαδημίας, στο πίσω μέρος του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, απέναντι από το Πνευματικό Κέντρο της Αθήνας. Μια ακόμη νύκτα γεμάτη αλλόκοτα όνειρα. Το δικό μου όνειρο δεν υπήρχε μέσα σε αυτά. Πέρασα τη μάντρα της εκκλησίας και ανηφόρισα στην Δαφνομήλη. Ξαφνικά η ανάσα μου κόπηκε. Μπροστά μου το σπίτι! Το σπίτι του Παύλου, το σπίτι μας. Δρασκελίζοντας το κατώφλι έσκυψα σε μια υπόκλιση. Προσκύνησα τον αγαπημένο χώρο. Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν ασταμάτητα. Μια φωνή βγήκε από μέσα μου. “Είμαι εδώ, ήρθα”. Σωριάστηκα στο κατώφλι. Δεν κατάλαβα πόση ώρα έμεινα εκεί, μέσα στο πυκνό σκοτάδι. Το τιτίβισμα των πουλιών από τα δέντρα του διπλανού πάρκου, με επανέφερε στην πραγματικότητα. Είχε ξημερώσει. Mια ζεστασιά απλώθηκε στο κορμί μου. Άπλωσα τα χέρια, να αγκαλιάσω το μωρό, που ήταν ξαπλωμένο, και με κοιτούσε με τα φωτεινά μάτια, μέσα από την κούνια του. Αστέρι μου σε αγαπώ. Συγχώρεσε με.

 Εριφύλη»                                                                                     

 

Η Ελένη Μπερτσάτου αποκαλύπτει κόσμους ψυχικούς που οδηγούν σε αυτοχειρία διαρκείας ή στο θάνατο σηκώνοντας το ηθικό βάρος,  για να αφήσουν να λάμψει το φως μιας αγάπης. Ουτοπικό σήμερα. Φωτεινή εξαίρεση σ’ ένα τοπίο, όπου το εγώ παρελαύνει και σαρώνει τα πάντα.

Η Ελένη Μπερτσάτου  αναδεικνύει τα βαθιά νερά του εαυτού. Του καθρέφτη που αμείλικτος στέκει απέναντι, κριτής σε κάθε κτισμένη ηθική που αφήνεται σ’ άλλους δρόμους κι επιστρέφει από μια λεπτομέρεια κρυμμένη στο ψηλότερο μέρος της αυτοσυνείδησης.

Ανοίγει  τα κλεισμένα παράθυρα της ψυχής μας και μας παρασύρει στους ορίζοντες των ονείρων, των διαψεύσεων, των καταχωνιασμένων επιθυμιών. Γλυκαίνει πικρές ώρες  και δίνει απαντήσεις  για ανθρώπους και πράγματα που μας πλήγωσαν. Και το πιο σπουδαίο, ζητάμε συγνώμη από εμάς και τους άλλους και ισορροπούμε τη ζυγαριά μέσα μας.

Κυρίως μας δείχνει  τι είναι αυτό, το πιο σημαντικό στη ζωή, πέρα από χρήματα, δόξα, επιφάνειες.

 

Η Εριφύλη είναι ένα καταλυτικό πέρασμα μέσα από τις καθημερινές παραστάσεις των ανθρώπων.

Παράλληλα, θα μας δώσει,  ένα μεγάλο βλέμμα για κείνες τις ζωές που κουρνιάζουν στο περιθώριο των διαδρομών μας κι εκεί, στα πόδια μας, κουβαριασμένες σκεπάζουν ό, τι τους έφερε ως εδώ.

Σκεπάζουν ακόμα, τις  βιαστικές  ματιές μας, που λίγες φορές σκεπτόμαστε, πόσο κοντά μας  βρίσκεται το απρόσμενο της μοίρας.

Μέσα στην αγριότητα των καιρών, ένα μπουκέτο κυκλάμινα, θα ανθίσει  συναισθήματα, που είναι κρυμμένα  στις  εσοχές της ψυχής μας. Θα κλάψουμε. Κι αυτό το δάκρυ, ξεπλένει ιαματικά και απελευθερώνει.

 

“Από την παρουσίαση του βιβλίου στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων την 19.12.2018”

 

 

 

* Η Μαρία Σκουρολιάκου είναι ποιήτρια. Εργάστηκε στην Εθνική τράπεζα. Σπουδάστρια του Ανοικτού Πανεπιστημίου, στον Ελληνικό Πολιτισμό. Μέλος του Κύκλου Ποιητών. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Αντίδωρο καρδιάς», «Δακτυλικά Αποτυπώματα», «Ακάθιστος Λόγος» και «Χρώμα Αύριο», για το οποίο τιμήθηκε το 2017 με το βραβείο «Μάρκου Αυγέρη». Έχει γράψει για το έργο μεγάλων μας ποιητών: Του Κώστα Βάρναλη, του Δημήτρη Π. Παπαδίτσα, του Οδυσσέα Ελύτη, του Γιάννη Ρίτσου (Η κριτική της  είναι καταχωρημένη στην επίσημη ιστοσελίδα του ποιητή), του Νίκου Καρούζου καθώς και νεοτέρων όπως του Κώστα Θ. Ριζάκη και άλλων ποιητών και συγγραφέων.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top