Fractal

Ποιητική εγρήγορση

Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης // *

 

 

«Επί 4» (εκδόσεις Παρουσία, 2018), Τάκης Συρέλλης

 

Αποτελούμενη από 4 ενότητες –Ήχοι πλάγιοι, Γοργόνα της πλώρης, Το κοχύλι του κόσμου, Καινούργια– το βιβλίο «Επί 4» (Εκδόσεις Παρουσία, 2018) αποτελεί τη συγκομιδή της ποιητικής πορείας –μέχρι σήμερα– του εργάτη του λόγου Τάκη Συρέλλη. Και τονίζω το χαρακτηρισμό «εργάτη του λόγου» καθώς ο δημιουργός, εκτός της ποιητικής πορείας, έχει διανύσει και την πορεία την εκδοτική. Με επιλεκτικούς τίτλους, τυπογραφικά κομψοτεχνήματα, άφησε την ψηφίδα του στο εκδοτικό μωσαϊκό της μεταπολεμικής εκδοτικής παραγωγής. Η «Συνέχειά» του πρόσθεσε στη σύγχρονη ελληνική βιβλιογραφία εξαιρετικά έργα και συνέχισε το δρόμο των ποιοτικών εκδοτικών εγχειρημάτων.

 

***

 

Αλλά από το μαρμάρινο πάγκο του επιδέξιου εκδότη, τυπογράφου γεννήθηκε ένας ποιητής. Στις κάσες των τυπογραφικών στοιχείων, στα μελανεία, στις οσμές των τυπογραφικών δοκιμίων, η ποιητική μήτρα θα απελευθερώσει το πνεύμα και τη σάρκα του «ποιώ». Η γέννηση είναι οριστική κι αμετάκλητη. Ο ποιητής γεννήθηκε για να σταυρωθεί, να πεθάνει, να αναστηθεί και να ξαναγεννηθεί. Διότι η ποίηση είναι παντοτινά ζωντανή, αιώνια. Είναι ανάσες, πληγές, καρδιές, ψυχές. Είναι ήχοι δυνατοί, χαμηλοί, αλλά και πλάγιοι.

 

***

 

Πάθος, σκότος, φως, θάλασσα, ουρανός των Ήχων πλάγιων του ποιητή. Ταξίδι, χρόνος, στιγμές:

 

Τη χαρά δεν τη γνώρισα

κι ούτε μνήμες πια είχα

για ατελείωτους χρόνους.

 

Την αγάπη στερήθηκα

αγκαλιές και τραγούδια

στις αυλές των αγγέλων.

 

Καρφωμένος παράμεινα

Να κοιτώ στο στερέωμα

Τους καιρούς να γυρίζουν.

 

Τη νιότη μου βάφτισα

Σε ανιστόρητους τόπους.

 

Στίχοι, μνήμες, αγάπη. Ποιητική εγρήγορση μέχρι νεωτέρας:

 

Σε είδα σ’ αγάπησα

σ’ αόριστο χρόνο

στου γκρεμού τη ροδιά

στης κερασιάς το άνθισμα.

 

Σε είδα σ’ αγάπησα

στων εποχών τ’ αγκάλιασμα

ελεγεία των χρόνων

του σήμερα γνώρισμα.

 

Σε είδα σ’ αγάπησα

Στου γλάρου το πέταγμα

Στην αρμύρα της θάλασσας

Στη βουή των ασμάτων.

 

Σε είδα σ’ αγάπησα

Ορφανή και μόνη

Στο ράγισμα του ποτηριού

Στου χρόνου το αμόνι.

 

***

 

Απολογία κατά τη δράση. Ο ποιητής περιφέρεται γυμνός έτοιμος να δεχθεί τα ραπίσματα των κριτών. Για ν’ ανοίξουν οι πληγές του και να ορμήσει το αίμα. Κι από τις ερυθρές σταγόνες να γεννηθούν τα νέα ποιήματα. Ο λόγος ο αθάνατος, ο ατσαλάκωτος κι ο τσαλακωμένος που παρεισφρέει στις ζωές των αναγνωστών. Η δημιουργία παρούσα ωσάν γοργόνα της πλώρης.

 

***

 

Αρμενίζοντας στο πέλαγος το ήρεμο, το γαλάζιο, αλλά και το βαθύ, το άγριο, ο ποιητής θα θέσει τα ερωτήματά του για να απαντηθούν. Θα τα μοιράσει σαν τις στάχτες των νεκρών στη θάλασσα. Να τραφούν οι πόθοι του, οι γοργόνες και τα υπόλοιπα θαλάσσια πλάσματα. Όλες τις εποχές – από το φθινόπωρο στην άνοιξη. Και τα πουλιά παρόντα, πάνω από τα κύματα να κλέψουν κι αυτά ό,τι απόμεινε, ό,τι απομένει.

 

Πέτρες μέσα στη λάσπη

τα στοιχειωμένα όνειρα

κομμάτια του μυαλού

μες στον καθρέφτη

την όψη σου σαν είδα.

Ευτυχισμένα μου είπες χρόνια.

Κι έπειτα;

Πως θα περνούσανε αλήθεια

οι αστραπές σαν να ’τανε κομήτες

και η καρδιά, ρυθμούς θ’ αλλάζει,

καθώς το χρόνο θα μετρά.

Μου είπες ευτυχισμένα χρόνια

Κι ύστερα;

Θα φεύγει μόνος του ο καιρός

σαν τα πουλιά του Φθινοπώρου

κι η Άνοιξη η πικρή ας μη φανεί ξανά·

κι αυτό το μαύρο σύννεφο

να σκορπιστεί να φύγει.

Κι εσύ;… ευτυχισμένα, να μου λες, χρόνια.

Και μετά;

Κομμάτια του μυαλού

μες στον καθρέφτη

την όψη σου σαν είδα.

Μας λείψανε οι βροχές,

οι αγκαλιές, τα πέτρινα ακρογιάλια,

το Ταίναρο ας πούμε·

και το νησί· κομμάτι της ψυχής μας

χαραματιές στο δέρμα μας τα πεύκα,

οι ελιές, το φετινό τριφύλλι.

Κατάστρωμα ας ταξιδέψουμε

κατάσαρκα να μας ποτίσει η αλμύρα

και τ’ όνομα του καραβιού…, Σαπφώ.

Κι έπειτα;

Ευτυχισμένα, μου είπες χρόνια.

 

***

 

Και οι γοργόνες τράφηκαν. Τα πουλιά έφυγαν. Όμως, η θάλασσα εκεί. Αγέρωχη, περιφρονεί τους άπιστους, τους τυχοδιώκτες, αλλά φιλοξενεί τους στίχους του ποιητή. Κάτω απ’ τη στάθμη του παγωμένων νερών της, στον πυθμένα που το έρεβος καταπίνει σχεδόν τα πάντα, οι στροφές, τα ποιήματα ερωτοτροπούν με τις νότες. Συνουσία ευλαβική. Τραγούδια γόνοι. Μελοποιημένες ευχές για το χθες, το σήμερα, το αύριο. Τραγούδια ψυχής, ταξίδια Δεκαπενταύγουστου, πόρτες ανοιχτές, νανουρίσματα, αναμμένα με φως σώματα, αστρικά όνειρα. Και η άβυσσος. Η άβυσσος, που ελλοχεύει, εκδηλώνεται.

 

Με ολόφωτο καράβι ταξιδεύω

Δεκέμβρη μήνα.

 

Θες το ψιλόβροχο, το σκοτεινό της νύχτας

Το βουητό των μηχανών

Το χάος που αφήνανε οι προπέλες.

 

Μεταξύ Λαυρίου και Μακρονήσου

Είδα την Άβυσσο.

 

***

 

Ένας κόσμος, ένα κοχύλι. Στις ραβδώσεις του κλείνονται τα πάντα. Ζωές που ήρθαν, που χάθηκαν. Που τραγούδησαν τη θάλασσα, που πνίγηκαν. Εκεί, στην πόρτα του λαβύρινθου, στην αρχή των πάντων, στην αλμύρα των νερών το κοχύλι θα ταξιδέψει από στεριές σε στεριές. Θα πλανηθεί απ’ του αγέρα το χάδι. Θα ανοίξει, θα ρουφήξει τα φύκια για να κλείσει ξανά μέχρι να βρεθεί στην αμμουδιά. Στην αμμουδιά του ποιητή. Κι εκείνος θα το πιάσει στα χέρια του, θα το μυρίσει. Θα μυρίσει τις ζωές που είναι εντός του. Θα το ανοίξει ξανά και θα βυθιστεί μέσα του. Να ταξιδέψει κι αυτός μέχρι να βρεθεί κάποιος άλλος, σε κάποια άλλη αμμουδιά που θ’ μυρίσει την οσμή του και θα γευτεί τη δική του ιστορία. Την ιστορία την ποιητική. Την ιστορία του κοχυλιού του κόσμου.

 

Το κορμί σου ρομφαία πύρινη μ’ έκαιγε.

Τα μάτια σου κάρβουνα στο σύθαμπο

Η καρδιά σου ζητούσε να σπάσει το θώρακα.

Αγκαλιαστήκαμε δίχως πώς και γιατί.

Εσύ, Άλφα του Κενταύρου, Εγώ, άξονας της γης.

Αποδιώξαμε αγωνία και φόβο.

Δέσαμε το χρόνο στο άρμα του Ωρίωνα.

Έλαμπες στην κοσμική γύρη,

στο πρόσωπο είχες γαλήνη και χαρά.

Ώσπου,

ο ουρανός με αστέρια πλημμύρισε

και η ψυχή μας με δάκρυα.

Αφήσαμε τα ίχνη μας, γυμνά πόδια στην άμμο,

κοιτάξαμε ο ένας τον άλλον δίχως σκέψη.

Πήραμε το δρόμο της επιστροφής,

για να βρούμε ένα φως ξεχασμένο,

ένα παράθυρο πράσινο και μια πόρτα μισάνοιχτη.

Θρυμματισμένος καθρέφτης μας περίμενε.

Το βλέμμα μας έσβησε στη μοναξιά.

Έτσι αφήσαμε,

το έρημο εκείνο ακρογιάλι.

 

 

 

 

Στην άλμη και στην άμμο ο χρόνος άχρονος ταξιδεύει. Περνά και τριγυρνά εντός των βαρελιών, στο υπόγειο, στο κελάρι. Εκεί που οι χυμοί των σταφυλιών, ο μούστος θα βράσει ξανά. Να γίνει ο οίνος, ο οίνος της ποίησης. Να μεθύσει ο ποιητής, να μεθύσουν όλοι. Να τραγουδήσουν, να κλάψουν. Να διαβάσουν τα γράμματά τους, να ανοίξουν οι καρδιές, να χυθούν τα δάκρυα. Να έρθουν οι κόρες οι όμορφες, οι αγκαλιές και τα φιλιά που καίνε. Για να σωπάσουν όλοι μαζί κάποια στιγμή. Να ακούσουν τον ποιητή. Απ’ το ποτήρι του να πιούν για να ξαναμεθύσουν κι όλοι μαζί ν’ αναφωνήσουν: «Τα καινούργια».

 

Πόσο πολύ που χαίρουμαι άμα σας βλέπω…

μες στο κατακαλόκαιρο, στου φεγγαριού το φρύδι.

Και είναι η αυλή ένα κομμάτι τ’ ουρανού, κι ασπίδα!

Μάτι κακό να μην τη δει

αχλή μην τη πατήσει

κι η Παναγιά η Τρικάταρτη προστάτης πάντα να ’ναι!

Τα δώρα του Απόλλωνα καλώς να τα δεχτούμε

γιατί με την πανσέληνο εδάμασε το άτι!

Και τα παιδιά κάναν παιδιά

τριγύρω τώρα τρέχουν

και της αυλής τις μυρουδιές στη μνήμη τους να έχουν.

Πολλών χρόνων τα όνειρα, άλλα καλά άλλα ζαβά

Και η ελπίδα;

πότε μαχαίρι στο νερό πότε του ιστού φτερούγισμα,

καμαρωτή στεκότανε στο μεσιανό κατάρτι,

σαν τη βροντή στην ξαστεριά

αστροπελέκι να ’ναι

ήλιος αχτιδοστόλιστος τη μέρα μας να ορίζει

κι ας φεύγει ο χρόνος δίπλα μας σαν το νερό της κρήνης.

Πόσο πολύ που χαίρομαι άμα σας βλέπω…

ο ταπεινός ο ποιητής τις ρίζες μου ποτίζω,

στον τόπο τούτο τον ξερό που κάψανε οι ανθρώποι.

Πρωί τη μέρα χαίρουμαι σαν η αυγή ροδίσει,

όταν τ’ αστέρι του βοριά μού ξημερώσει πάλι

κι η θάλασσα αργά κυλά στ’ ανέμου κάθε νεύμα,

ακούω τραγούδια απ’ τα πουλιά,

τη σαύρα καθώς φεύγει

των λουλουδιών τις μυρουδιές

το χώμα που ανασαίνει

καλώς μας ήρθατε λοιπόν, στη γη αυτή του Νόστου!

 

***

 

Ο Τάκης Συρέλλης, με τη συγκεντρωτική συλλογή «Επί 4», επιβεβαιώνει την ανάγκη της δημιουργίας. Επισφραγίζει τη μακροχρόνια σχέση του με τον ποιητικό λόγο. Γράφει για να ζει. Ζει για να γράφει. Για το τέλος, δεν πρέπει να φοβάται. Άλλωστε είναι ποιητής, καλός ποιητής. Αλίμονο σ’ αυτούς που φιμώνουν και σκοτώνουν τον ποιητή που έχουν μέσα τους.

 

 

* Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης: Από τις εκδόσεις Ιωλκός κυκλοφορούν οι συλλογές του «Βραχυγραφίες», «Συντμήσεις»

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top