Fractal

Ο τόπος της αναζήτησης του χαμένου χρόνου: Συνάντηση Χρήστου Τουμανίδη – Γιώργου Δελιόπουλου

Γράφει η Ξανθίππη Ζαχοπούλου //

 

Για το ποιητικό βιβλίο «Εορδαία Γη ή Αναζητώντας τον χαμένο μας χρόνο» των Χρήστου Τουμανίδη και  Γιώργου Δελιόπουλου, εκδόσεις Ρώμη, 2019

 

Γη και χρόνος, ζωή και χρόνος. Έννοιες άρρηκτα δεμένες σε μια σχέση δεδομένη. Το υλικό και το άυλο που αποκτά το σώμα της ζωής όλων των έμβιων και άβιων. Της ζωής μας. Η ζωή κυλά σε δευτερόλεπτα και ο χρόνος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη ζωή.

Εορδαία γη, ο κοινός τόπος της ποιητικής κατάθεσης δύο ποιητικών υποκειμένων ,  εκεί, όπου συντελούνται τα φανερά και τα μύχια. Οι τόποι που στήνουμε το αρχιτεκτόνημα της ζωής μας στα όρια του χρόνου μας, η μνήμη, ο χρόνος κερδισμένος ή χαμένος, η αναζήτησή του, η  ανακάλυψη κρυμμένων τόπων, συμπυκνώνονται στην Εορδαία γη.

Χώρος και χρόνος ή καλύτερα χωρόχρονος στο προσωπικό τους σύμπαν και  στη διάσταση της νοσταλγίας του χαμένου χρόνου, της λείανσής του μέσα από τη δυνατότητα ίασης της ακάματης μνήμης από την οποία παίρνει ανάσες το νυν και ο μελλοντικός χρόνος. Ο πόνος της γης που μας γέννησε κι αυτή που μας δέχτηκε και μας τρέφει. Η γη ως πανανθρώπινη και αρχέγονη αγκαλιά. Οι αέναες πληγές της. Η αρχή του νήματος πλεγμένη στο τωρινό μας ένδυμα. Όλα αυτά μέσα στον χρόνο που βιώνεται και εκφράζεται με την εσωτερικότητα των δύο προσώπων. Ενότητα χώρου και χρόνου. Εκεί μέσα στην ενότητα αυτή ο τόπος διαγράφει την πορεία του στο ποτάμι του χρόνου. Γίνεται  νοσταλγία, τραύμα, ελπίδα, χαρά αλλά θα γίνει κι ο σπόρος του αύριο, που θα βλαστήσει ‘’ένα γιασεμί κι ένας νάρκισσος’’, σύμφωνα με στίχους του  Τζελαλεντίν Ρουμί, που αξιοποιεί ο Χρήστος Τουμανίδης στις ενότητές του. Ο εσωτερικός χρόνος πλήρως εναρμονισμένος με τον ρευστό ποιητικό χρόνο, έτσι ώστε ο υποκειμενικός χρόνος βρίσκει το πρόσφορο μέσο για να εκφραστεί. Ο ποιητικός χρόνος που είναι άχρονος, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται. Που έχει κάτι από το αιώνιο, χωρίς αρχή και τέλος, εκεί όπου τα πράγματα κι οι τόποι οι υλικοί και της καρδιάς μας μπορούν να υψωθούν στον πυρήνα και την αλήθεια τους. Μια συνάντηση κι ένας διάλογος μεταξύ δύο ποιητικών υποκειμένων που όμως δίνει την αίσθηση, πολλές φορές, του εσωτερικού μονόλογου, εκεί όπου μπορούν να ιαθούν οι αιμάσσουσες περιοχές. Η απεύθυνση στο β΄ πρόσωπο, μέχρι το σημείο της συνάντησης, είναι το μοίρασμα του κοινού τόπου, υλικού και άυλου.

Διπλός τίτλος, Εορδαία γη ή αναζητώντας τον χαμένο μας χρόνο, με το διαζευκτικό που εδώ δε χωρίζει αλλά, όχι μόνο συμπληρώνει και ενώνει, αλλά θα λέγαμε ταυτίζει. Ο δεύτερος αυτός, με τη διαφορά της προσθήκης του α’  πληθυντικού προσώπου της προσωπικής αντωνυμίας,  παραπέμπει ασφαλώς στο διάσημο αυτοβιογραφικό έργο του Μαρσέλ Προυστ, όπου μπορεί κάποιος  να βρει  και κοινά στοιχεία. Τη χαμένη νοσταλγία για την παιδική ηλικία, τα ανθρώπινα πάθη, τις στιγμές που άλλες φορές γλιστρούν από τα δάχτυλά μας και άλλοτε κουβαλούν το σπέρμα των δυνάμεων της ζωής, που προεκτείνεται και βαθαίνει και όπου μπορούμε να δούμε πέρα από το ορατό προς μια άλλη πραγματικότητα που μας υπερβαίνει. Και που επιθυμείς να διασώζεις. Αυτό που λέει ο Οδυσσέας Ελύτης στο Άξιον εστί :’’ Τούτο μόνο να ξέρεις.  Ό,τι σώσεις στην αστραπή καθαρό στον αιώνα θα διαρκέσει’’.

Η προμετωπίδα του βιβλίου, εξάλλου, είναι από το πρώτο βιβλίο,  ‘’Από τη μεριά του Σουάν΄΄ του έργου του Προυστ. Εκεί διακρίνουμε καθαρά αυτήν την ένωση τόπου και χρόνου.

‘’Ως τότε νόμιζε πως οι τοποθεσίες αυτές ήταν μόνο μια πανάρχαια φύση, που απόμεινε σύγχρονη με τα μεγάλα γεωλογικά φαινόμενα- και τόσο έξω από την ανθρώπινη ιστορία, όσο ο ωκεανός και η Μεγάλη Άρκτος.’’

Αλλά και το εικαστικό του εξώφυλλου της Γλύκας Διονυσοπούλου: κλειστά σχήματα, γραμμές παράλληλες και κάθετες, που άλλοτε, μπορεί κάποιος να εικάσει, δείχνουν τη γραμμικότητα  και τη ροή του χρόνου άλλοτε την υπονομεύουν κλίμακες, παράθυρα σε κτίσματα κτλ.

Εν αρχή, ο τίτλος της πρώτης ποιητικής ενότητας, από τη μεριά του Χρήστου Τουμανίδη. Εν αρχή ην ο λόγος  ξεκινά το εναρκτήριο ποίημα, ενθαρρυντικά για τη σημασία του λόγου. Ο λόγος ως  έκφραση και  ποίηση, αλλά και ως φανέρωση και ορμή ζωής σύμφωνα με τους στίχους που ακολουθούν.

Εν αρχή ην ο λόγος- και η ωραία ταραχή

Η ανάσα γύρω των βουνών. Οι μνήμες και

η δέηση των φουγάρων μες στα χρόνια

Οι μέρες μας, δεν ξεχωρίζουν απ’ τις νύχτες.

Και οι παλιές πληγές δεν έκλεισαν ακόμη.

Φταίνε οι γερανοί; Τα φορτηγά;

Φταίνε τα χώματα που φεύγουν.. που κυλούν;

(Ο τόπος λες και μοιάζει με κλεψύδρα).

Ο χρόνος  μικραίνει, μακραίνει, συρρικνώνεται, τσαλακώνεται. Νοσταλγία, μνήμες που τρέχουν στο παρόν, πληγές ανοιχτές. Η φύση αποτύπωση του εσωτερικού περιβάλλοντος.

Σ΄ ένα οξύμωρο σχήμα στον τελευταίο στίχο καταλήγει:

Εν αρχή, εν τέλει, είναι η σιωπή. Σιωπή αινιγματική. Η σιωπή της απόφασης   παραίτησης; Ως συγκίνηση και πλημμύρισμα συναισθημάτων;  Ή ο λόγος στην πλήρη του αφαίρεση;

Το πρώτο αυτό ποίημα είναι , θα ‘λεγε κανείς, μικρογραφία, κατά κάποιον τρόπο και συμπύκνωση της συλλογιστικής της ενότητας, αλλά και όλης της συλλογής.

 

Χρήστος Τουμανίδης

 

Ο χρόνος για τον Χρήστο Τουμανίδη είναι κυρίως η μνήμη. Η μνήμη διαπλέκεται με το τώρα αλλά είναι κυρίαρχη. Η μνήμη όχι μόνο του υποκειμένου αλλά  και του τόπου μέσα στην πορεία του χρόνου που το νήμα του γυρίζει βαθιά πίσω. Υπάρχει η αίσθηση διαχρονικότητας της μνήμης  που ενισχύεται με στοιχεία της παράδοσης, αξιοποίηση στίχων δημοτικών τραγουδιών κτλ. Άλλωστε είναι μια από τις πρώτες λέξεις στην έναρξη της πρώτης του ενότητας. Στη μνήμη διαδραματίζεται ο μονόλογος του ποιητή με καμβά κυρίως τη φύση. Εκεί απλώνει τα χρώματά του. Άλλοτε σκοτεινά, μουντά, άλλοτε φωτεινά. Εκεί η χαμένη πατρίδα και η καινούρια. Η καινούρια γη ευδοκιμεί με χώμα και καπνό από την παλιά. Κι όλα τελικά γίνονται μια καρδιά:                                                                                                                                              Όλα εδώ σαν μια καρδιά                                                                                                                            οι άνθρωποι , τα δέντρα, τα χωράφια

Η μνήμη επιστρέφει όμως το βλέμμα προσβλέπει και  στο μέλλον, ο χρόνος ενοποιείται γίνεται ένα, όπως και ο τόπος, του πριν, του τώρα, του μετά, που είναι η άλλη του όψη.

‘’Ο χρόνος είναι ο χάρτης μας’’ για τον Χρήστο Τουμανίδη, ο τίτλος της δεύτερης ενότητας. Πάνω στο δέρμα η γεωγραφία των χρόνων, της ζωής. Η χαρτογράφηση του τόπου, του χρόνου, των συμβόλων, του ανάγλυφου, της ανθρωπογεωγραφίας που νοηματοδοτούν τη ζωή και που αφήνουν κάποιες σκιές θανάτου και στο τέλος γίνονται λόγος και περνούν στο αιώνιο.

Ο χρόνος κάποτε αδύναμος και μικρός να χωρέσει τη ζωή ή  δεν έμαθε να εναρμονίζεται με τις ταχύτητες της, τις εκδηλώσεις της, την ορμή της. Οι πόνοι δεν μπόρεσαν να χωρέσουν στο σώμα της. Κι η αγωνία πάντα για μια στιγμή ουσίας:

Κράτα βαθιά σου εκείνη τη στιγμή που σε έκανε δικό της.

Συνομιλώντας με τον Μενέλαο Λουντέμη και τον Τζελαλεντίν Ρουμί, η τρίτη ενότητα του Χρήστου Τουμανίδη.  Αξιοποιώντας τους στίχους των δύο πλέκει γύρω τους τον δικό του ποιητικό ιστό:

Ε, ναι ,λοιπόν, όπως το λέει και ο Ρουμί:

‘’ Είμαι ο απέραντος ωκεανός

                   Κι όχι μόνο μια σταγόνα’’

Τα σύννεφα εκείνα του Λουντέμη λέω

αυτά που φέραν το κακό.

Κι αυτά που κουβαλάμε όλοι εντός μας.

‘’Μικρή εβδομάδα’’, ο τίτλος της πρώτης ενότητας για τον Γιώργο Δελιόπουλο.  Και μια κλεψύδρα που τον συνοδεύει, στο εικαστικό της Άννας Καμπουρίδου, που μοιράζεται τα εικαστικά του βιβλίου με τη Γλύκα Διονυσοπούλου. Ο χρόνος  του Δελιόπουλου είναι κυρίως το νυν και τα τωρινά υλικά της ζωής του. Ο χρόνος που τρέχει τώρα. Καμβάς του η πόλη. Εκεί που ο χρόνος έχει υψηλότερες ταχύτητες.

Η πόλη χαράζει

με ρόδα και πάχνες

Μια αίσθηση γλυκόπικρη.  Κάτι αινιγματικό. Εικόνες διφορούμενες και μια αίσθηση κάποτε φθοράς που διατρέχει το ποιητικό σώμα και ίσως κάποιες τάσεις διαφυγής και αναζήτησης ψυχολογικών οάσεων.

Λίγο πριν κοιμηθώ

στα επεισόδια της οθόνης

στα φυλλάδια προσφορών

στ’ απολιθώματα και στο κρεβάτι

ψάχνω το πρόσωπό σου

Η σχέση του με την πόλη σχέση κοντινή και απόστασης. Από τα σημεία της πόλης και τα γεγονότα της ζωής που τρέχουν μαζί με τη δική του. Όσμωση αισθημάτων, σκέψεων, ζωής. Στην αγκαλιά της πόλης  βυθισμένος αλλά όχι αφομοιωμένος αναζητά τα σημάδια της και τα δικά του. Ολιγόστιχα ποιήματα, στοιχείο κατασταλάγματος; Και μουσικότητα που ενισχύει την άποψη αυτή. Φαίνεται ο χρόνος προς στιγμήν να κερδίζεται:

Κυριακή όλη μέρα

Στα παλιά και στα ήδη μελλούμενα

κάτω από τον ίσκιο των βουνών

δίπλα σε μαύρα χώματα

Εκεί που λάμπουν λίμνες

-η Ζάζαρη, η Χειμαδίτιδα

η Βεγορίτιδα, οι Πέτρες-

 

Λίμνες ανάστροφοι ουρανοί

Λίμνες λιμάνια των στίχων μου

Λίμνες καημοί  στον βυθό των αιώνων

 

Γιώργος Δελιόπουλος

 

Κάποια αίσθηση φθοράς επανέρχεται και στην επόμενη ενότητα ‘’Ρόδα και στάχτες’’, ένα αντιθετικό ζεύγος και εικαστικό της Άννας Καμπουρίδου να το συνοδεύει: ομόκεντροι κύκλοι, που γίνονται πιο χαλαροί προς το κέντρο και καταλήγουν σε κλειστά γεωμετρικά σχήματα. Δίνει την εντύπωση σπέρματος βαθιά μέσα στη γη. Εδώ υπάρχουν μεγαλύτερης έκτασης ποιήματα  και μια σειρά αμφιβολιών και αστάθειας, συμπύκνωση αισθημάτων που προβληματίζουν τον αναγνώστη.

Νιώθω περίεργα που απόψε

όλα τρελαίνονται κι όλα θυμίζουν όνειρο.

Το ποίημα ’’Καύσωνας’’ εντείνει τα αισθήματα αυτά  και την πάλλουσα ασάφεια κι αμφιβολία ενώ και τα επόμενα ποιήματα  κλιμακώνουν δραματικά την ένταση. Το υποκείμενο δοκιμάζεται σε κρίσεις, σε καθρέφτες, με ανθρώπους και θηρία και τελικά φαίνεται να οδηγείται όχι μόνο σε αδιέξοδο, αλλά σε διάλυση.

Δεν κατάλαβα πότε φαγώθηκα

Έχουμε κι εδώ το ξύπνημα της μνήμης και μια προσπάθεια κάθαρσης κι έτσι λείανσης του χαμένου χρόνου. Η αποκλιμάκωση αρχίζει, αλλάζει το σημείο προσανατολισμού και επικρατούν οι ήπιες εικόνες της πόλης, (Οι γυναίκες στο πάρκο), αλλά η μνήμη επιμένει (Μνημόσυνο), (Μάνα των πύργων) (Ηρώο).

Στην τρίτη ενότητα ‘’Ανορθόγραφα’’ είναι όλα εξημερωμένα:

Υπάρχουν και στο άσχημο ωραίες γειτονιές

Την άνοιξη στο στήθος περιμένοντας

Οι άνθρωποι συνοδοιπόροι μοιράζονται τον χρόνο και την ευλογία αλλά και τις πληγές του τόπου. Στη γεωγραφία του τόπου και η χαρτογράφηση των πόνων των προβλημάτων που ήταν και είναι: ‘’τα περασμένα δεν περνούν ποτέ’’

Η Εορδαία γη- ένδοξη γη

Πλούσια γη μα λεηλατημένη.

Με ένα λογοπαίγνιο του στο ποίημα ΔΕΗση (με δέος πρέπει στη ΔΕΗ να ΔΕΗθούμε) ίσως και με μια ειρωνική και πικρή διάθεση ο Χρήστος Τουμανίδης θίγει το θέμα αυτό που κάποτε ήταν όνειρο και έγινε αυταπάτη, το κέρδος που παραμέρισε τις ζωές των ανθρώπων.

Ανοίγεις πάλι τις κρυφές, τις φανερές σελίδες.

Αυτές που έγραψες, κι εκείνες που είδες.

‘’Τα περασμένα, δεν περνούν ποτέ’’

 

Τα έγκατα της γης- ίδια με τα δικά μας!

Άβυσσος , φως, λυγμός – χάνονται τα χωριά μας.

Αύριο λέει θα γίνουμε ορυχεία!

Κάποτε ήταν όνειρα και τώρα;

Αυταπάτες.

Και καταλήγει στη γνωστή ρήση του Πρωταγόρα:

‘’Πάντων χρημάτων μέτρον εστί άνθρωπος…’’

Τα πρόσωπα στον Γιώργο Δελιόπουλο είναι κοντινά, απτά, απλώνεις και τα αγγίζεις.  Με κάτι αινιγματικό όμως . Πρόσωπα της πόλης:

Οι γυναίκες στο πάρκο

Μιλούν συνεχώς και τα λόγια μυρίζουν κρεμμύδι

Ανάβουν τσιγάρο σωπαίνουν θυμούνται

Πρόσωπα δικά του, στη μνήμη:

Η γιαγιά μου έζησε

Με κομμένο λαιμό σιωπηλή

Κουβαλώντας αγέννητα όνειρα (μνημόσυνο)

Μάνα των Πύργων Μάνα του κόσμου Μάνα μου

Μην κρύβεις το βλέμμα σου στα μαύρα του πόνου

Πρόσωπα ιστορικά:

σε κατάλαβα καπετάν Φούρα

καθισμένο στην άκρη της πόλης

πνίγοντας πόνους κάτω από το δέρμα

Ο λόγος κυρίαρχος, πρωτοστατεί, όχι απλώς εκφράζει αλλά ταυτίζεται, γίνεται ένα με τον χώρο και τον χρόνο. Γίνεται γη μέσα στον χρόνο. Λιγνίτης. Στοιχείο της Εορδαίας γης. Όπως η γη που κουβαλά το βάρος των τάφων και τις στάχτες, έτσι κι ο λόγος σαν άλλος Άτλαντας κουβαλά τον πόνο των ανθρώπων, τα λάθη και τα πάθη:

Λιγνίτης λόγος

Οι λέξεις σηκώνουν πάντοτε στις πλάτες τους

τα βάρη των ανθρώπων

Κρόκος, λιγνίτης, μάρμαρα- μπερδεύονται στα χείλη

γίνονται λόγος, νόημα ζωής- ιριδισμοί θανάτου

Ο λόγος , το ποίημα τούς ενώνει:

Το ποίημά σου πριν γεννηθεί, είναι κιόλας μαζί μου

Σωπαίνει ο ποιητής για να γυρίσει μόνος του στον στίχο

που φτερουγίζει πάνω στο χαρτί

λίγο πριν γίνει στάχτη

Μια φωτεινή στιγμή αθανασίας

Σε χωράφια χάρτινα

μηρυκάζοντας την πείνα

τσαλακώνονται οι ποιητές

 Κι απόψε επιστρέφοντας στον ύπνο μου αργά

δε βρήκα τι να γράψω, τα είπανε όλα τα παιδιά

 

Και στο σημείο συνάντησης:

συζητούσαμε ανοιχτά με τα φαντάσματα

διαβάζοντας ποιήματα λειψά, του μέλλοντός μας

δοκιμάζουμε τους στίχους μας γεμίζοντας

στα πράγματα μελάνι τα κενά.

Σημείο συνάντησης των δύο η Εορδαία γη. Γη σύμβολο και συμπύκνωση της ζωής, του χρόνου που κερδήθηκε κι αυτού που αναζητείται  μέσα από τη διαχρονικότητα του λόγου, ως έκφραση και ορμή ζωής που συμπυκνώνεται στο νυν, με τη σφραγίδα του χθες και τον σπόρο του αύριο. Μέσα από τον μονόλογο,  κυρίως, και τις εσωτερικές συγκρούσεις  και μετά από μοναχική πορεία  θα βρεθούν στον κοινό τόπο της Εορδαίας γης, θα ενώσουν τους χρόνους τους, την κοινή μοίρα με τον λόγο που έχει την ιδιότητα, εκτός των άλλων, να ενώνει.

Θεωρώ ευτυχής συγκυρία και επιτυχή τη συνάντηση και σύμπλευση του Χρήστου Τουμανίδη και Γιώργου Δελιόπουλου. Κατορθώνει εκκινώντας από το προσωπικό στοιχείο και τους οικείους τόπους να υψώσει την Εορδαία γη τελικά σε τόπο αναζήτησης και ανακάλυψης για τον καθένα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top