Fractal

Βγαίνοντας από το σκοτεινό δάσος, σώος.

Γράφει η Ανθούλα Δανιήλ //

 

Απόστολος Παληός: «Εν ευθέτω χρόνω», Εκδ. Εκκρεμές, 2021

 

Ο Απόστολος Παληός είναι ένας καταξιωμένος σολίστ πιάνου και Δρ μουσικολογίας. Έχει κάνει σπουδές στη Γερμανία, έχει βραβευτεί διεθνώς, έχει διδάξει στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Είναι ένας ταλαντούχος νέος καλλιτέχνης, προικισμένος από την φύση ποικιλοτρόπως. Είναι και ποιητής που αποφάσισε μετά από πολλών ετών γραψίματα να εκθέσει και τα γραπτά του στα μάτια του κοινού.

Η συλλογή,  με τον τίτλο Εν ευθέτω χρόνω,  σημαίνει πως αυτόν τον εύθετο χρόνο πέτυχε, τη στιγμή που χρόνου που είχε πλέον ωριμάσει καλά για να εκτεθεί. Περιλαμβάνει τριάντα τρία ποιήματα, αφιερωμένα στην κόρη του Άρια. Άρια, σαν άρια από όπερα, σαν μουσική φωνή, γεμάτη πάθος, ένταση και φλόγα. Γεμάτη ψυχή. Άρια σαν από τον θεό του πολέμου και του έρωτα Άρη.

Και η είσοδος γίνεται με τη «Συνταγή». Ένας διάλογος για τα υλικά. Τι θα χρειαστούμε Σεφ;   Αλάτι, πολύ, «του ιδρώτα του κορμιού σου», «Κανέλλα…  απ’ του ματιού σου το γλαυκό», «γαρύφαλλο… από «τα υγρά σου χείλη στράγγιξε λίγο», «ξύσμα… ακαθόριστο./ Του ακαθόριστου της ύπαρξής σου», «Κι αν η essence που θα αφήσει βγει αποτυχία;/ Τότε θα είναι σίγουρα η νοστιμότερη συνταγή/ που θα ’χω ποτέ φτιάξει».

Ο Κώστας Καρυωτάκης, έναν αιώνα πριν, είχε παρεμφερώς περιγράψει τη συνταγή: Τη σάρκα το αίμα θα βάλω/ σε σχήμα βιβλίου μεγάλο/ «οι στίχοι παρέχουν ελπίδες»/ θα γράψουν οι εφημερίδες… και έτσι και εκείνος με τα υλικά του σώματός του, όπως και ο Παληός με τα δικά του: ιδρώτα από το σώμα σου, γλαυκό από το μάτι σου, υγρά από τα χείλη σου, ξύσμα και essence αποτυχίας, με άλλα λόγια γδαρμένο δέρμα και τελικώς αποτυχία. Με άλλα λόγια με πόνο βαθύ από το σωματικό υλικό που τροφοδοτεί την ψυχή και  της δίνει ώθηση να εκφραστεί, να θρηνήσει, να οργιστεί. Και αν ισχύει ότι διαβάζει κανείς τη μοίρα στα άστρα ή μελετά τα άστρα για να βρει το δρόμο του, όπως οι παλιοί στρατοκόποι, έτσι και ο ποιητής παρατηρεί τα βάσανα των ουρανίων σωμάτων –ψυχρές μεταλλάξεις, αδηφάγα νύχτα, κουρελιασμένο φεγγάρι, σημάδια τραύματα- όλα δείχνουν πάθη επί παθών.

Η φύση είναι η μητέρα και δείχνει και διδάσκει με τις μεγαλειώδεις μεταμορφώσεις της, ωστόσο και τα μικρά συμβάντα μέσα στο σπίτι, όλα αποκτούν σημασία, όλα γίνονται μάρτυρες μιας πικρής ζωής, μιας απογοήτευσης, μιας ψυχικής στέγνιας, μιας πλήρους στέρησης ζωογόνων δυνάμεων. Κυρίως εκείνη η απουσία, η βαρύνουσα και πρόξενος όλων των άλλων:

Παροχή από Εσένα απούσα/ Διαρκώς απούσα/ Για πάντα απούσα.

Εκείνο το κεφαλαίο «Ε» στην αντωνυμία «Εσένα» που είναι στην ουσία η μέγιστη και απόλυτη αιτία της δυστυχίας, καθώς και η τριπλή επανάληψη της λέξης «απούσα».

Ο Παληός έχει μια καταπληκτική ικανότητα να μεταμορφώνει τα ψυχικά φαινόμενα σε πειράματα χημείας στο εργαστήριο, έχει την ικανότητα να βρίσκει τις κατάλληλες,  ουδέτερες και αντιποιητικές λέξεις που θα υποκαταστήσουν τα αισθήματα. Έτσι θα βρούμε έναν καταπληκτικό δωδεκάλογο ελλείψεων ή αλλιώς ανύπαρκτων παροχών, ενώ στο εργαστήριο τα στοιχεία της ύλης επίσης αναλύονται στα συστατικά τους, σαν και με αυτή τη διάλυσή τους καταφέρει να βρει την αιτία που διέλυσε μια ευτυχία.

Αν για λίγο σταθούμε στην τριλογία «Ερωτικό» (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ) θα βρεθούμε μπροστά σε μια εξομολόγηση και παράδοση άνευ όρων. Δεν φτάνουν τα λόγια που θα θεμελιώσουν τον έρωτα∙ όσα και αν ειπωθούν, λίγα είναι και ανίσχυρα θα αποδειχθούν. Θα λέγαμε ακόμη πώς όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις δεν είναι αρκετές. Πάντα κάτι γίνεται κι ο έρωτας χαλάει. Εκείνο το επανερχόμενο «Φοβάμαι», «Μη φοβάσαι», σαν μπαλάκι που πάει κι έρχεται στο τεραίν, είναι ήδη αρκετό, χωρίς άλλα δείγματα, για να μας προετοιμάσει για το κακό που θα συμβεί αν και όλα έχουν  ήδη προδηλωθεί. Ο ανυπέρβλητος πόνος όμως παρηγοριά δεν έχει. Έτσι μετά την τριπλή επιβεβαίωση του «σ’ αγαπώ» στην τριλογία «Ερωτικό» έρχεται μια νέα τριλογία – το «Άτιτλο»- με το «σε μισώ» και γλώσσα που χάνει πια τη γλύκα και την προσφορά. Γλώσσα που ο πόνος την κάνει σκληρή, σαν ατσάλι. Ακολουθεί η «Συνάντηση», για να κορυφωθεί εξέλιξη και να φτάσει στην υβριστική, ανηλεή επίθεση, σε  ένα γεμάτο πάθος κατηγορώ εναντίον του  /της ένοχου/ης.

Ο ουρανός της ψυχής έχει μαυρίσει, ο ήλιος που φώτιζε τον κόσμο έχει βασιλέψει και το όνειρο πριν προλάβει να πραγματοποιηθεί έχει ματαιωθεί.

Τι είναι εκείνο που σαν σεισμός και χαλασμός έπεσε στην ευτυχισμένη κυψέλη και σκότωσε την ελπίδα, έκανε το μέλι φαρμάκι;

«Απόκοσμη ύπαρξη/ Κρυμμένη στον αστερισμό του Τίποτα/ συνορεύουσα με μαύρη τρύπα πάνω δεξιά/ Λάθος: την κάτω αριστερά/  (οφθαλμαπάτη σκέτη πια ο ουρανός)/ Εξάλλου η μαύρη τρύπα όπου κι αν εδράζεται / Μια τρύπα παραμένει/ Χωρίς σώμα/ Και μαύρη /Χωρίς ψυχή  /…/ Της πανσελήνου το στιλπνό δέρμα με κόψη νυστεριού/  Βαθιά θε να χαράξει/ Λαιμητόμος φωτισμένων ονείρων/…/ Όσο πιο φωτεινό το όνειρο/ Τόσο βαθύτερο το σκότος/ Όσο πιο τσακισμένη η ελπίδα/ Όλο και πιο αυτάρεσκη/ Η Χαριστική βολή» («Απόκοσμη ύπαρξη»).

Βλέπουμε, εδώ, πόσο ο ποιητής βλέπει χειρίζεται επιδέξια την ανατροπή. Πόσο εύκολα η λαμπερή πανσέληνος γίνεται λεπίδι –θυμήθηκα τους στίχους του Γιώργου Σεφέρη από το Θερινό Ηλιοστάσι Ι΄:

«είδα τα χείλια που άνοιγαν/φύλλο το φύλλο./ Έλαμπε ένα λιγνό δρεπάνι στον ουρανό./ Φοβήθηκα μην τα θερίσει».

Έτσι ο νέος ποιητής βλέπει το ένα πλάι στον αντίθετό. Το το φεγγάρι φως και θάνατο. Το ρήμα «χαράξει» με την έννοια του ξημερώματος αλλά και της χαρακιάς -κοψιάς στο δέρμα. Τα όνειρα πλάι στην ακύρωσή τους, η «ελπίδα» να γίνεται «χαριστική βολή».

 

Απόστολος Παληός

 

Και πάλι τα ίδια και τα ίδια σε έναν νέο κύκλο μεταμορφώεσεων, επαναλήψεων, επανεμφανίσεων, σε όλο και πιο επιθετική μορφή. Και φτάνουμε στο ποίημα που δίνει και τον τίτλο του στη συλλογή: «Εν ευθέτω χρόνω». Και πότε είναι εύθετος ο χρόνος; Και τι θα γίνει τότε;

«Θα μάθω να σ’ αγαπώ… θα μάθω. Θα μπορέσω… Εν ευθέτω χρόνω./Θεού θέλοντος./ Καιρού επιτρέποντος». Με άλλα λόγια ειρωνεύεται, αυτοσαρκάζεται. Εννοώντας να σαν κάνει πολιτική δήλωση, πως θα συμβιβαστεί, με το αλλότριο, το ανεπιθύμητο, το μισητό. Άλλωστε ποτέ δεν μας είπε ούτε μας άφησε να καταλάβουμε ποιος/ποια είναι η αιτία του κακού. Δεν ξέρουμε τίποτα, βρισκόμαστε σε έναν άγνωστο γεμάτο άγχος και οργή κόσμο.

Ο Απόστολος Παληός έγραψε αυτά τα ποιήματα στην περίοδο της καραντίνας. Το ερώτημα πλέον μακριά από το απολύτως προσωπικό βίωμα ή πάθος οδηγεί σε μία σκέψη. Αυτός ο άγνωστο ιός που ξεπήδησε από το πουθενά και σπέρνει θάνατο είναι μήπως ο κακός άγνωστος που ακύρωσε κάθε δραστηριότητα, περιόρισε την ελευθερία μας, ανέτρεψε τα σχέδια μας και κλέβει κάθε μέρα τη ζωή μα;

Ο ποιητής δεν δείχνει πως θέλει να περιδιαβεί τη σφαίρα του ποιητικού είναι, αλλά να καταγγείλει την αγριότητα, την ανατροπή μιας ευτυχίας, το τέλος ενός παραδείσου. Η ασάφεια άλλωστε γύρω από το τι και το ποιος/ποια είναι ο αποδέκτης / αποδέκτρια του ποιήματος στην γενικότερη ασάφεια και το χάος παραπέμπει.

Οι στίχοι «Απόβαση/ Στην απόδραση θα κάνω/ Διαβατήριο φυγής /Προς τη Χώρα του Ποτέ θα εκδώσω» κάπου εκεί οδηγούν, αλλά ευτυχώς οι  τρεις  τελευταίοι «την ετυμηγορία ανέμεινα / με τα χαρμόσυνα νέα χαμογέλασα/ τελικά» σαν να μας βγάζουν από τον εφιάλτη αφήνουν την καταδικασμένη μέχρι τώρα ελπίδα να ανασάνει.

Ο Απόστολος Παληός βγήκε από το σκοτεινό δάσος, σώος. Η διέλευση όμως ήταν τραυματική, το πάθος σε έξαρση, η γλώσσα εξαγριωμένη.  Ωστόσο η ζωή κέρδισε.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top