Fractal

Ελληνική Δημοτική Μουσική

Γράφει η Βάσω Κιούση //

 

 

Βλάχοι – Μέτσοβο

 

 

«Η δημοτική ποίησις είναι η ασφαλεστάτη αφετηρία και το στερεώτατο θεμέλιο πάσης δημιουργίας της Ελληνικής Τέχνης», λέει ο Νικόλαος Πολίτης.

 

Το δημοτικό τραγούδι μαζί με τη νεότερη αστική μουσική-το ρεμπέτικο, την αθηναϊκή και επτανησιακή καντάδα-αποτελούν τη λαϊκή μουσική της Ελλάδας, η οποία μαζί με την έντεχνη δηλ. τη βυζαντινή ,αποτελούν την Ελληνική Παραδοσιακή Μουσική.

Παραδοσιακή είναι η μουσική που περνά από γενιά σε γενιά με την προφορική παράδοση και βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό. Η λαϊκή μουσική προέρχεται από την παραδοσιακή, ο δημιουργός της είναι ανώνυμος και περιγράφει γεγονότα της καθημερινής ζωής ενώ η έντεχνη μουσική καταργεί την παράδοση και ο δημιουργός της είναι επώνυμος. Όταν η παραδοσιακή μουσική γίνεται  θεατρική παράσταση και έχει στοιχεία λαϊκής μουσικής τότε λέγεται φολκλορική μουσική.

Οι έρευνες των εθνομουσικολόγων απέδειξαν ότι η Ελλάδα ανήκει μουσικά στην Ανατολή γιατί υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά των Βαλκανίων με την Ασία, την Β. Περσία, τη Β. Ινδία κλπ. Η Ελλάδα είναι γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Είναι το κέντρο του μεγαλύτερου πολιτισμού που έπαιρνε στοιχεία από την Ανατολή, τα αφομοίωνε και τα μετέδιδε στη Δύση. Είχε αναλάβει την καθοδήγηση των απολίτιστων λαών. Είναι γνωστό ότι οι ανατολίτικες μουσικές προϋπήρχαν της δυτικής μουσικής και είναι πιο σύνθετες απ’ αυτήν.

Η ελληνική παραδοσιακή μουσική είναι μονόφωνη, εκτός από τα πολυφωνικά τραγούδια της Β. Ηπείρου. Υπάρχει ισομετρία κειμένου και μουσικής. Ο στίχος δεν χωρίζεται σε ημιστίχια. Οι κλίμακες είναι 5τονικές τροπικές. Χρησιμοποιούνται κεντήματα, μελισματική γραμμή, μικροδιαστήματα, ισοκράτημα (προέρχεται από την Βυζαντινή μουσική), δεν γίνονται μετατροπίες. Η μελωδία κινείται οριζόντια και όχι κάθετα όπως στη δυτική μουσική[1].

 

Καριοφύλλης – Δοϊτσίδης θρακιώτικο τραγούδι

 

Μουσικά η Ελλάδα χωρίζεται στη Στεριανή και στη Νησιώτικη. Στη Στεριανή οι στίχοι είναι χωρίς ομοιοκαταληξία, οι κλίμακες χωρίς ημιτόνια, οι ρυθμοί είναι ¾ και 7/8, οι συρτοί χοροί πιο αργοί από τους νησιώτικους. Αντιπροσωπευτικά όργανα είναι οι φλογέρες από καλάμι και ο άσκαυλος (γκάιντα). Οι ζυγιές-παραδοσιακές ορχήστρες- αποτελούνται από ζουρνά-νταούλι και γκάιντα-ντέφι (νταχαρές). Αργότερα αντικαταστάθηκαν από την κομπανία που περιλαμβάνει βιολί-λαούτο-σαντούρι-ντέφι ή τουμπερλέκι και φυσικά κλαρίνο, ξένο όργανο στο οποίο προσαρμόστηκαν οι τεχνικές του ζουρνά και της φλογέρας και έγινε το εθνικό μας όργανο.

Στη Νησιώτικη –νησιά και παράλια- οι στίχοι έχουν ομοιοκαταληξία, οι κλίμακες έχουν ημιτόνια, οι ρυθμοί είναι κυρίως 2/4 ενώ υπάρχει και ο ρυθμός των 9/8 (καρσιλαμάδες και ζεϊμπέκικα) που συναντάμε στη Μ. Ασία, στο Ανατ. Αιγαίο, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο. Χαρακτηριστικά όργανα είναι το σουραύλι (είδος φλάουτου, στην Κρήτη ονομάζεται φιαμπόλι) και ο άσκαυλος (τσαμπούνα) και στην Κρήτη ονομάζεται ασκομαντούρα. Οι ζυγιές αποτελούνται από λύρα-νταουλάκι και τσαμπούνα-τουμπάκι (μικρό νταούλι) και αντικαταστάθηκαν από το βιολί και το λαούτο (γνωστό από την αρχαιότητα, σε διάφορους τύπους και διάφορες ονομασίες). Εξαίρεση αποτελεί η Κρήτη που διατηρεί τη λύρα μέχρι και σήμερα, αφού βέβαια έχει υποστεί πολλές αλλαγές με πρότυπο το βιολί[2].

Σ’ όλη την Ελλάδα γενικά, σόλο όργανα θεωρούνται το σαντούρι, το κανονάκι, ο ταμπουράς και το ούτι, ενώ όργανα συνοδείας το τουμπάκι, το λαούτο, το τουμπελέκι, τα ξύλινα κουτάλια, τα ποτηράκια του κρασιού, τα χάλικινα ζίλια. Εδώ θα πρέπει ν’ αναφέρουμε και την λατέρνα σαν ένα μουσικό όργανο που έπαιξε το  ρόλο της γέφυρας μεταξύ λαϊκής και αστικής μουσικής παράδοσης.

Η μουσική στην Ελλάδα γίνεται σημάδι κοινωνικής ταυτότητας, συνδέεται μ’ όλες τις εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής από τη γέννηση μέχρι το θάνατο, έτσι έχουμε τα τραγούδια του κύκλου της  ζωής (νανουρίσματα, ταχταρίσματα, παραλογές, της αγάπης, της ξενιτιάς, του γάμου, μοιρολόγια, γνωμικά, εργατικά, βλάχικα, περιγελαστικά και τραγούδια σε διάφορες διαλέκτους) και τραγούδια του κύκλου του χρόνου (τραγούδια που λέγονται σε ειδικές περιπτώσεις όπως πανηγύρια, κάλαντα, αποκριάτικα τραγούδια, χελιδονίσματα, αναστενάρια, της κούνιας κλπ).

 

Αποκριάτικο τραγούδι Σάμου σε βυζαντινή σημειογραφία – καταγραφή

 

Αναλυτικά τα διάφορα είδη:

Χελιδονίσματα  κάλαντα για τον ερχομό της Άνοιξης.

Τραγούδια για τον Αγ.Γεώργιο, προστάτη της βλάστησης και της γεωργίας αλλά και γενναίο πολεμιστή που γιορτάζεται στην Αράχωβα, στο Νέο Σούλι Σερρών, στη Νεστάνη Θράκης, στην Ανατ. Ρωμυλία.

Αποκριάτικα τραγούδια απ’ όλη την Ελλάδα

Τραγούδια για την «Ημέρα της Μπάμπος», έθιμο της γυναικοκρατίας που γιορτάζεται μέχρι και σήμερα στα χωριά της Μακεδονίας και της Θράκης.

Τραγούδια για το «Έθιμο της Ρόκας» συνδέεται με το Πάσχα και την Άνοιξη και γιορτάζεται ιδιαίτερα στην Πιερία και την Κοζάνη.

Τραγούδια για τον Μάη –που φέρνει την Άνοιξη και τα λουλούδια-γιορτάζεται κυρίως στη Θεσσαλία, την Πελοπόννησο και την Αττική.

Αναστενάρια έθιμο των προσφύγων της Ανατ. Ρωμυλίας που μεταφέρθηκε σε κάποια χωριά της Μακεδονίας.

Έθιμο της «αιώρας»-κούνιας- είναι πανάρχαιο και γιορτάζεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, κυρίως όμως στη Ρόδο και τη Θράκη και θεωρείται ότι βοηθά στη βλάστηση αλλά και στη διασκέδαση και την έκφραση της έλξης των δύο φύλων.

Τραγούδια για ζωοθυσίες κυρίως στη Θράκη, Μακεδονία, Μυτιλήνη και που πλέον έχουν πάρει τη μορφή του Πασχαλινού αμνού, του στιφάδου στα Σπάτα κλπ.

Η μουσική όμως κατοπτρίζει και ολόκληρη την ιστορία του Έθνους μας, τους θριάμβους και τις συμφορές μας κι έτσι έχουμε τραγούδια ιστορικά, ακριτικά και κλέφτικα.

Τα ακριτικά τραγούδια δημιουργήθηκαν από τον 8ο μέχρι τον 13ο αι. στη Μαύρη Θάλασσα, στη Βόρια και Β.Α. Μικρά Ασία, Καππαδοκία, Πόντο, Ευφράτη, Ταύρο, Αντίταυρο. Είναι επικά τραγούδια που αναφέρονται σε ηρωικά κατορθώματα και γεγονότα της καθημερινής ζωής των Ακριτών, ανθρώπων με υπερφυσικές, τιτάνιες δυνάμεις που ήταν εγκατεστημένοι στα σύνορα της αυτοκρατορίας και είχαν σαν αποστολή τους την φύλαξη των συνόρων.

Οι λαϊκοί τροβαδούροι ήταν ευπρόσδεκτοι από τους Ακρίτες και τραγουδούσαν τα κατορθώματά τους αρχικά όπως οι Άραβες εμίρηδες και κατόπιν όπως οι Φράγκοι άρχοντες, γιατί «ακρίτας» είναι συνώνυμο του «μαρκήσιος» και του «κοζάκος» δηλαδή φύλακας των άκρων.

Ο πιο γνωστός είναι ο Διγενής Ακρίτας και λιγότερο γνωστοί οι: Πορφύρης, Κωνσταντίνος, Ανδρόνικος, Μικροκωνσταντίνος κ.α.

Με την κατάργηση του θεσμού των Ακριτών (επί Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου) τα ακριτικά τραγούδια εξαπλώθηκαν στην Κύπρο, τα Δωδεκάνησα, την Κρήτη και τη Θράκη με παραλλαγές βέβαια ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της τοπικής μουσικής αλλά πέρασαν και στους γειτονικούς λαούς, Βούλγαρους, Σέρβους, Ρώσους.

Με την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ο Ελληνισμός βρέθηκε στην δουλεία.  Οι κλέφτες και οι αρματολοί ήταν εκείνοι που έσωσαν την Ελλάδα, γι’ αυτό και  ο Ελληνικός λαός με το τραγούδι του τους έστησε μνημείο. Τα περισσότερα κλέφτικα τραγούδια όμως τα συνέθεσαν και τα πρωτοτραγούδησαν οι ίδιοι οι κλέφτες διαλαλώντας τη ζωή τους, τα ηρωικά κατορθώματά τους, τον θάνατο του καπετάνιου ή ενός συντρόφου τους.

Κατά την άποψη του μελετητή της δημοτικής ποίησης Γιάννη Αποστολάκη, τα κλέφτικα τραγούδια χωρίζονται σε δύο είδη: σε τραγούδια που αναφέρονται σ’ ένα ορισμένο πρόσωπο και εξιστορούν τα κατορθώματά του, τα οποία θεωρούνται πρώτα σε τέχνη, ποιητική αξία, πρωτοπορία και σε τραγούδια που αναφέρονται γενικά στον κλέφτη που έχουν πλαστεί αργότερα όταν ο κλέφτης γίνεται ιδανικό ζωής και ηρωική μορφή και τα οποία έχουν λιγότερη αξία.

Από την άλλη μεριά τα Κρητικά τραγούδια αναφέρονται στο περιστατικό, σε λεπτομέρειες τόπου και χρόνου, ενώ το άτομο έχει μια θέση μέσα στο περιστατικό.

Αντίθετα, τα Μανιάτικα τραγούδια του γδικιωμού αναφέρονται στην κοινωνική ζωή κι όχι σ’ αγώνες με τους Τούρκους. Περιγράφουν τον ψυχικό βίο του ατόμου και της κοινωνίας ενώ το περιστατικό έρχεται σαν φυσικό αποτέλεσμα.

Στα Ιστορικά τραγούδια γίνεται αφήγηση ηρωικών πράξεων του παρελθόντος. Περιγράφουν τους ήρωες και τα ιστορικά γεγονότα και συχνά χρησίμευαν σαν μάθημα ιστορίας.

Τα Θρησκευτικά τραγούδια, έχουν υπόθεση και περιεχόμενο από γεγονότα της Χριστιανικής θρησκείας και συνδέονται με σχετικές εορτές ή συνεχίζουν την προχριστιανική παράδοση.

Οι παραλογές αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία δημοτικών τραγουδιών. Έχουν όλα τα γνωρίσματα που διακρίνουν γενικά τη δημοτική ποίηση. Παράλληλα, όμως, παρουσιάζουν και ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με τα οποία ξεχωρίζουν από τις άλλες κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών.

 

Απείρανθος Ορεινός Αξώτης Νάξος απόκριες

 

Κατά το 1940-41 οι στρατιώτες που πολεμούσαν στα Αλβανικά βουνά τραγουδούσαν εύθυμα τραγούδια και παρωδίες περιγράφοντας ότι συνέβαινε γύρω τους. Τα τραγούδια αποτελούνταν από 3 ή 4 τετράστιχα, σε ιαμβικό ή τροχαϊκό μέτρο, ελεύθερο στίχο, βασισμένα σε γνωστά μοτίβα θεατρικών τραγουδιών ή εμβατηρίων ή δημοτικών τραγουδιών.

Η γλώσσα των τραγουδιών είναι λιτή χωρίς στολίδια αλλά με σημασία.

Ως προς το ρυθμό, υπάρχουν δύο κατηγορίες τραγουδιών: α) με ελεύθερο ρυθμό, που δεν χωρίζονται σε μέτρα και β) με περιοδικό ρυθμό, που είναι όλα τα χορευτικά τραγούδια. Οι κλίμακες πάνω στις οποίες γράφεται η μουσική λέγονται «τρόποι» ενώ τα διαστήματα είναι μικρότερα του ημιτονίου.

Η αρχή του δημοτικού τραγουδιού τοποθετείται στη Βυζαντινή εποχή γύρω στον 9ο με 11ο αι. Στα τραγούδια επιδρά η αρχαία μυθολογία αλλάζοντας όμως μορφή και ονόματα.

Σημαντικό ρόλο παίζει η γεωγραφική θέση, η διαμόρφωση του εδάφους, το κλίμα, τα οποία διαφοροποιούν τον χαρακτήρα των ανθρώπων και βέβαια τα τραγούδια τους, γι’ αυτό και διαφέρουν από τόπο σε τόπο. Στην ηπειρωτική Ελλάδα, ο χαρακτήρας των βουνίσιων ανθρώπων είναι τραχύς, πολεμόχαρος και έτσι δημιουργούνται τα κλέφτικα τραγούδια της Ρούμελης και της Ηπείρου, ενώ στα νησιά, τρυφεροί και ερωτικοί δημιουργούν τις ρίμες, τις παραλογές (λαϊκές μπαλάντες κοινωνικού περιεχομένου), τα ερωτικά και αφηγηματικά τραγούδια. Τα μοιρολόγια δημιουργούνται στη Μάνη, την Ήπειρο, την Λευκάδα και την Κρήτη. Δίστιχα έχουμε στην Κρήτη και στα Δωδεκάνησα ενώ ξεχωρίζουν οι μαντινάδες (δίστιχα της Κρήτης).

Η ζωή του γένους μας γίνεται ένα με τη γη του. Ο χαρακτήρας, η ψυχοσύνθεση, η θρησκεία, η τέχνη μας είναι αδιάσπαστα δεμένα με τη φύση γι’ αυτό και τα τραγούδια είναι επηρεασμένα από τη γεωγραφική θέση, όπως ήδη έχουμε αναφέρει, βουνό ή θάλασσα. Ο τραγουδιστής αναφέρει στα τραγούδια του το νερό, τα δέντρα, το κελάιδισμα των πουλιών, τα λουλούδια, καθώς και τις λέξεις ξενιτιά, μάνα , αργαλειός.

Κι ακόμα υπάρχουν Τα Βαΐτικα εύχετικά τραγούδια, οι Ρίμες αφηγηματικά τραγούδια στον νησιωτικό χώρο, τα Σατηρικά, τα γιορταστικά, τα εργατικά, τα  Γνωμικά και Διδακτικά τραγούδια, του γάμου, τα ερωτικά λιανοτράγουδα δημιουργούνται  στα γλέντια, τις διασκεδάσεις κλπ.

Ένα ακόμη θέμα των δημοτικών τραγουδιών είναι ο Θάνατος (μοιρολόγια) και η μετά θάνατον ζωή. Οι αντιλήψεις γι’ αυτό το θέμα προέρχονται από την αρχαία ελληνική θρησκεία και τον Χριστιανισμό.

Τέλος, υπάρχουν μερικές λέξεις που είναι συνθηματικές στα δημοτικά τραγούδια. Για παράδειγμα, το μαντήλι, η ποδιά, ορισμένοι καρποί συμβολίζουν την ομορφιά και τον έρωτα π.χ. το μήλο, το κυδώνι, το ροδάκινο. Στα ιστορικά τραγούδια ο καπετάνιος συμβολίζεται αητό, σταυραητό, γεράκι ή σαϊνι και με πουλί, ένα παλληκάρι ή ένας απλός άνθρωπος.

Σε κάθε περιοχή της Ελλάδας αναπτύχθηκε μια δημοτική μουσική που έχει απ’ τη μια μεριά τα γενικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής μουσικής μας και απ’ την άλλη διαφορετικά μουσικά όργανα, διαφορετικά βήματα στους χορούς, διαφορετικό ρυθμό, διαφορετικό ύφος και χαρακτήρα τόσο, που γίνεται αναγνώριση από τις αποκλειστικές διαφορές της και τις ιδιαιτερότητές της. Έτσι, ακούγοντας ένα τραγούδι μπορούμε να αναγνωρίσουμε από ποια γωνιά της Ελλάδας προέρχεται.

 

 

 

Παραδείγματα Δημοτικού τραγουδιού

Ακριτικό «Ο ΔΙΓΕΝΗΣ ΨΥΧΟΜΑΧΕΙ» ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ

Κλέφτικο «Κλέφτικο Κολοκοτρωναίικο τραγούδι»

Στεριανό «Πατηνάδα του γάμου» (Οργανικό) – Ορχήστρα Συλλόγου Σίμωνα Καρά

Νησιώτικο Δόμνα Σαμίου – Χορωδία «Κάτω στο γιαλό» (Νησιώτικο)

 

 

[1] Στη δημοτική μας  μουσική υπάρχουν πολλά στοιχεία από την αρχαία ελληνική μουσική, όπως τα 7/8 του συρτού καλαματιανού που προέρχονται από τον αρχαίο επίτριτο ρυθμό, ενώ το ζεϊμπέκικο και ο καρσιλαμάς από την ποίηση της Σαπφούς. Οι μαντινάδες της Κρήτης – εμφανίζονται τον 17ο αι.- έχουν την καταγωγή τους στα αρχαία σκόλια. Οι 5τονικές κλίμακες ταυτίζονται με τον δώριο τρόπο. Ο τσάμικος είναι ίδιος με το ρυθμό του τραγουδιού της επιτύμβιας στήλης του Σεικίλου. Ο ρυθμός του τσακώνικου χορού αντιστοιχεί στον 4οπαίωνα της αρχ. Ελλην. μουσικής. Στη Σάμο τραγουδούν σε 8σύλλαβους τροχαϊκούς καταληκτικούς ή ακατάληκτους στίχους. Στη Ρόδο, τα τραγούδια της κούνιας είναι σε στίχους ιαμβικούς καταληκτικούς όπως και τα τραγούδια της αρχαίας Βοιωτίας της Μακεδονίας.

Πολλές ομοιότητες της δημοτικής μας μουσικής όμως βρίσκουμε και σε χώρες της Μεσογείου αλλά και των Βαλκανίων. Για παράδειγμα, ο δίχρονος συλλαβικός ρυθμός της ελληνικής μουσικής υπάρχει και στα έρρυθμα γρηγοριανά μέλη, στη λυρική ποίηση, στη μουσική του Μεσαίωνα, στα ουγγαρέζικα, στα ισπανικά και στα ρώσικα τραγούδια. Ο μαντηλάτος χορός της Θράκης μοιάζει με βουλγάρικη ρετσένιτσα, ενώ μια Ουγγαρέζα μουσικολόγος υποστηρίζει ότι οι μελωδίες των τραγουδιών του γάμου στη Ρόδο είναι ίδιες με τις Ουγγρικές και γενικά με των Βαλκανίων.

Όσο για την ομοιοκαταληξία, την έφεραν οι Φράγκοι με τις σταυροφορίες. Εμφανίστηκε στο τέλος του 14ου αι. στην έντεχνη ποίηση και στα νησιώτικα τραγούδια ενώ τα τραγούδια της Ηπειρωτικής Ελλάδας και της Δ. Κρήτης έμειναν ανομοιοκατάληκτα.

 

[2] Η λύρα λέγεται ότι προέρχεται από το ραβάναστρον που κατασκεύασε ο βασιλιάς Ραβάνας στην Κεϋλάνη. Στη Μεσόγειο εμφανίστηκε τον10ο αι. Στην Ελλάδα βρίσκεται με διάφορες ονομασίες (κασιώτικη, καρπαθιακή, πολίτικη, κρητική, ποντιακή (κεμεντζές) κλπ. Ενώ παιζόταν και στην ηπειρωτική Ελλάδα όπως συμβαίνει και με το κλαρίνο, κατ’ εξοχήν όργανο της ηπειρωτικής Ελλάδας που μπορούμε να το βρούμε και στη Σκύρο, τη Χίο και τη Λέσβο.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top