Fractal

“Ο τελευταίος Άλυπος” / “Άμεσο και έμμεσο έγκλημα”

Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη //

 

Ελένη Γκίκα «Ο τελευταίος Άλυπος», εκδ. Αρμός

 

Το έχω ξαναγράψει. Θα το επαναλάβω. Μπορεί η ιδιότητά της ως δημοσιογράφου να επικαλύπτει τυπικά την ποιητική, περισσότερο, αλλά και τη συγγραφική γενικώς διάσταση του έργου της, όμως η Ελένη Γκίκα είναι πρωτίστως, και κυρίως, ποιήτρια. Άσχετα αν εξακτινώνεται σε όλα τα είδη: μυθιστορήματα, διηγήματα, σε εξαιρετικά παραμύθια για παιδιά, κριτική βιβλίων και συνεντεύξεις.

Διαβάζοντας το πρόσφατο μυθιστόρημά της, “Ο τελευταίος Άλυπος”, – τι ευρηματικός τίτλος! Ένας αρχαίος γλύπτης, ονόματι Άλυπος, ένας καλλιτέχνης που λειαίνει το μάρμαρο και δημιουργεί άγαλμα, έργο τέχνης, “λύτρον λύπης”, με κέντρισε να κάνω αναγωγές σε γεγονότα, καταστάσεις, σε πρόσωπα που απασχολούν τη συγγραφέα, θεώρησα σκόπιμο να ζητήσω τις δικές της θέσεις σχετικά με τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου της:

 

1.Τι σας ώθησε να γράψετε το συγκεκριμένο “αστυνομικό μυθιστόρημα”.

 

Η ιστορία της τρομοκρατίας είναι παλιά μου εμμονή. Οι παρέες που κάποτε επιστρέφουν τσακισμένες από τη ζωή, επίσης. Ανέκαθεν έβλεπα με δέος το… μεγαλείο της ήττας. Είμαι απ’ εκείνους που υποστηρίζουν ότι στην πτώση μας φαίνονται τα μεγέθη μας, όπως η λάμψη ενός άστρου αφού πρώτα έχει σβήσει. Όσον αφορά το αστυνομικό μυθιστόρημα υπήρξε ανέκαθεν μεγάλη παρηγορία για μένα και πάθος. Ενώ σου δίνει την αίσθηση του παιχνιδιού (και μάλιστα ενός έξυπνου παιχνιδιού) εν τούτοις αποτελώντας και τον κοινωνικό καθρέφτη, επιτρέπει να αντικρίσεις τα πράγματα και τις συνθήκες σε βάθος, να πεις κάποια πράγματα έξω απ’ τα δόντια.

 

  1. Ο χαρακτηρισμός “αστυνομικό” σας καλύπτει.

 

Και με το παραπάνω. Θυμηθείτε Πόε, Μπόρχες, Χάισμιθ, Σιμενόν, Χάμμετ… Ποιος είπε ότι το αστυνομικό στερείται ατμόσφαιρας και υπαρξιακού βάθους;

 

  1. Για ποιο λόγο εντάσσετε στο έργο σας αποσπάσματα από έργα άλλων δημιουργών.

 

Ειδικά στον «Τελευταίο Άλυπο» οι εγκιβωτίσεις είναι αναπόσπαστο μέρος του μυθιστορήματος. Είναι η έρευνα χρόνων για την ιστορία της τρομοκρατίας. Είναι το ιστορικό υπόβαθρο, το παρελθόν και το παρόν μιας κατάστασης. Όσο για τα θεατρικά κείμενα, τα τραγούδια και οι απόψεις για τη ζωή, την αυτοκτονία, τον έρωτα, τον θάνατο και την επανάσταση, είναι κομμάτια από τον χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία των ηρώων. Είναι εκείνα τα κείμενα που τους έκαναν να γίνουν ο χθεσινός και ο σημερινός εαυτός τους.

 

  1. Με τον ίδιο τρόπο έχετε γράψει άλλα δύο, τουλάχιστο, μυθιστορήματα. Πώς το αιτιολογείτε;

 

Για τον ίδιο λόγο εγκιβωτίστηκαν και εντάχτηκαν φυτά και βοτάνια στην «Ωραία της νύχτας». Είναι τα υλικά που κράτησαν την φόνισσα στη ζωή και την μετέτρεψαν σε ωραία κηπουρίνα. Ο ίδιος λόγος μ’ ανάγκασε να εντάξω βιβλία σε μυθιστορήματα όπου πρωταγωνιστούσαν εκδότες, συγγραφείς ή οι επιζώντες των βιβλίων. Όσα υπαινίσσονταν οι ήρωες, τα αποκάλυπταν τα βιβλία (Προσωπαγνωσία, Λίλιθ, Πλήθος είμαι, Υγρός Χρόνος).

 

  1. “Ο τελευταίος Άλυπος”: πέρα από την ευρηματικότητα του τίτλου, ποια σχέση έχει ο αρχαίος γλύπτης Άλυπος με τον ήρωα ή τους ήρωές σας.

 

Ο Άλυπος είναι ο μοιραίος ήρωας. Γλύπτης του εαυτού του, τιμωρός κατ’αρχάς και κατόπιν το μοναδικό «αθώο» κατά κάποιον τρόπο θύμα. Το πλάσμα που δεν λυπόταν κανένα, ούτε τον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά και γενικότερα στην οικογένεια των Ορφανίδηδων ο κάθε Άλυπος ήταν ο πρωταγωνιστής και το μοιραίο θύμα της ιστορίας. Μόνο Άλυπο θα μπορούσαν να λένε τον ήρωά μου σ’ αυτό το βιβλίο.

“Σας ευχαριστώ πολύ για τις εύστοχες ερωτήσεις”.

Από τη μεριά μου, σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τις εξαιρετικά ερμηνευτικές απαντήσεις.

 

“Ο τελευταίος Άλυπος” / “Άμεσο και έμμεσο έγκλημα”

 

Ελένη Γκίκα

 

Την Ελένη Γκίκα ως συγγραφέα και ως συνεργάτιδα της στήλης “Ευθέως” του ‘Έθνος της Κυριακής”, την παρακολουθώ πολλά χρόνια. Και μπορώ να πω βάσιμα πως κατέχω όχι μόνο το σύνολο του έργου της, αλλά και τον ιδιότυπο τρόπο γραφής της. Ιδιαίτερα στην πεζογραφία, στο μυθιστόρημα, ένα είδος “δοκιμιακού μυθιστορήματος” – ας μου επιτραπεί ο όρος – γιατί υποφώσκει διακριτικά η κριτική διάθεση και σκέψη, αλλά και “πλεκτού” μυθιστορήματος κοινωνικοαστυνομικού, όπου γίνεται συνειδητά μίξη του κυρίως θέματός της με παραθέματα είτε μικρών, είτε μεγαλύτερων αποσπασμάτων από έργα άλλων συγγραφέων, όταν το θεωρεί σκόπιμο να τα παρεμβάλει για δικούς της αποκλειστικά λόγους.

Είναι ένα παιγνίδι μέσα από το οποίο η συγγραφέας προκαλεί τον κάθε αναγνώστη της να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, τόσο όσον αφορά την εξέλιξη του δράματος που αποτελεί την αρχιτεκτονική, τη ραχοκοκαλιά του έργου της, όσο και την κατάληξή του, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους αναγνώστες να εισβάλουν και οι ίδιοι στα δρώμενα, μέσω του έργου και των προσώπων κάθε εμβόλιμου συγγραφέα. Οπότε το έργο διευρύνεται και εμπλουτίζεται με τις θέσεις και τις απόψεις των άλλων ομότεχνων, και αυτομάτως αποκτά μιαν επιδιωκόμενη, προφανώς, καθολικότητα, με έναν άλλο, ιδιάζοντα τρόπο γραφής, με ένα τέχνασμα, μέσω του οποίου η συγγραφέας υποστυλώνει και προβάλλει εύστοχα, αλλά διακριτικά τις δικές της απόψεις και θέσεις.

Έτσι, ο ενήμερος, ο υποψιασμένος αναγνώστης οδηγείται στην επισήμανση όχι μόνο του εγκλήματος που συμβαίνει καθημερινά σχεδόν και η διαλεύκανσή του είναι συνήθως εύκολη, αλλά και του εγκλήματος κατά του ανθρώπου και κατά της ανθρωπότητας που γίνεται εσκεμμένα πλην συγκαλυμμένα, χωρίς ποτέ να απασχολεί κανέναν, ενώ η πραγματικότητα το αποκαλύπτει και το επιβεβαιώνει. Με αυτό το σκεπτικό και τη λογική, είναι δομημένο το μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα με τίτλο “Όταν η Πολυδούρη συνάντησε τον Καρυωτάκη”, όπως και πολύ πιο εμφατικά το ογκώδες  μυθιστόρημά της με τίτλο “Λίλιθ”, και άλλα.

Μέσα από τις 373 σελίδες του “Τελευταίου Άλυπου”, μπορεί ο αναγνώστης να βγάλει πολλά συμπεράσματα σχετικά με το πώς δρομολογείται ένα έγκλημα, πώς σχεδιάζεται και εκτελείται, σε τι αποβλέπει, ποια είναι τα κίνητρά του, γιατί φτάνει κανείς στο έγκλημα, και το διότι απαιτείται μια λογική ερμηνεία – ο αποχρών λόγος.

Σαφώς, ακολουθεί μια τεθλασμένη οδό με πολλά σταυροδρόμια και απρόβλεπτες καταπακτές,

αερογέφυρες, ανεμόσκαλες, ωστόσο παραμένοντας και έχοντάς το πάντα αφετηρία, στο σταθερό σημείο του κόσμου της από όπου παρακολουθεί και καταγράφει τους μάταιους αγώνες και τις αγωνίες ενός κατακερματισμένου κόσμου, όπως παρουσιάζεται μέσα στις σελίδες ενός επίσης κατασπαραγμένου, κατακρεουργημένου, σκοπίμως, συγγραφικού έργου, όχι μόνο για να γίνει αντιληπτό το έγκλημα, αλλά και για να αποκαλυφθεί ο ηθικός αυτουργός.

 

Χρησιμοποιεί τα εμβόλιμα κείμενα για αποδεικτικά στοιχεία των δικών της απόψεων, δίνοντας έτσι παγκοσμιότητα και καθολικότητα στο μυθιστόρημά της. Γιατί η Ελένη Γκίκα, μια πεπειραμένη δημοσιογράφος , κριτικός λογοτεχνικών και όχι μόνο βιβλίων, δοκιμιογράφος, περιτριγυρισμένη από κάθε λογής ήρωες, θύτες και θύματα, ζώντας μια ολόκληρη ζωή μέσα στις σελίδες των βιβλίων των άλλων συγγραφέων, θέλησε να δώσει μια άλλη διάσταση στο “αστυνομικό” μυθιστόρημα. Και να αποδείξει με αυτό τον τρόπο και να καταδείξει πως έγκλημα δεν είναι μόνο αυτό που εύκολα εξιχνιάζεται, γιατί ο δολοφόνος αφήνει κάπου ίχνη και συλλαμβάνεται, συνήθως. Υπάρχει επίσης το καθολικό έγκλημα, το έγκλημα και τα εγκλήματα που συμβαίνουν κάθε στιγμή παντού στον κόσμο κατά της ανθρωπότητας, τα οποία, μολονότι είναι καταφανή, δεν λογαριάζονται, δεν πιστοποιούνται, δεν καταγράφονται, δεν ερευνώνται, δεν αναζητούνται δολοφόνοι σαν να μην υπάρχουν, δεν δικάζεται μήτε καταδικάζεται κανένας ένοχος λες συμβαίνουν μόνα τους ή έρχονται από τον ουρανό. Ποιος λογοδοτεί για τις χιλιάδες, τα εκατομμύρια θύματα που αφήνουν πίσω τους οι βομβαρδισμοί, η αναγκαστική προσφυγιά; Υπάρχουν αλήθεια ένοχοι, δολοφόνοι, υπεύθυνοι των οργανωμένων εγκλημάτων που διαπράττονται χάριν των μεγάλων συμφερόντων; Ποιος ή ποιοι βρίσκονται πίσω από τα καθημερινά τροχαία δυστυχήματα με θύματα αθώους πολίτες, παιδιά και ηλικιωμένους, εξαιτίας κακοτεχνιών χάριν εύκολου κέρδους;

Επιφορτισμένη με πλήθος εμπειριών, η Ελένη Γκίκα, μια συνειδητοποιημένη συγγραφέας/ ποιήτρια με σπάνια διορατικότητα και σφαιρική γνώση, με το πρόσφατο μυθιστόρημά της κάνει μια  από περιωπής και θέση ισχύος βουτιά στην καθημερινή πραγματικότητα, παρεμβαίνει στα δρώμενα της κάθε μέρας και δίνει με τον δικό της τρόπο καθολικές διαστάσεις στο αστυνομικό μυθιστόρημα.

 

 

Σημείωση: Ο Άλυπος (5ος/4ος αιώνας π.Χ.) ήταν γλύπτης με καταγωγή από τη Σικυώνα. Υπήρξε μαθητής του Ναυκύδη, και ανήκε στην δεύτερη γενεά γλυπτών μετά τον Πολύκλειτο. Δημιούργησε μια σειρά γλυπτών με επινίκιες παραστάσεις, τα οποία βρισκόταν στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς και στον ναό του Δία στην Ολυμπία.

 

 

Παλαιό Φάληρο, 26. 2. 1023

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top