Fractal

Μιλώντας για τους ανθρώπους, τις διακρίσεις και τη ζωή στις μικρές κοινωνίες και υπογραμμίζοντας την ωμή πραγματικότητα της φύσης, το «Εκεί που τραγουδάνε οι Καραβίδες» είναι στην ουσία μια πολύ όμορφη ιστορία.

Γράφει ο Αντώνης Πάσχος // *

 

 

 

Ντέλια Όουενς «Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες», Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Δώμα, σελ. 466

 

Η πορεία του πρώτου μυθιστορήματος της Ντέλια Όουενς στην ελληνική αγορά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μικρογραφία εκείνης που ακολούθησε παγκοσμίως. Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δώμα, δεν πέρασε απαρατήρητο από τον τύπο και διαδόθηκε από στόμα σε στόμα ή καλύτερα από ανάρτηση σε ανάρτηση: όσοι είναι ενεργοί στα κοινωνικά δίκτυα, πιθανότατα θα έπεσαν πάνω σε φωτογραφίες του και σε κολακευτικά σχόλια.

Το βιβλίο ξεκινάει αντισυμβατικά, με την περιγραφή του βάλτου αντί για μια σκηνή, φράση ή παράγραφο που θα αγκιστρώσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η επιλογή δεν είναι τυχαία. Καταρχάς καθορίζεται το πλαίσιο που θα κινηθεί το βιβλίο. Κι έπειτα, το ίδιο το περιβάλλον έχει διαστάσεις και βάθος χαρακτήρα, με τα έλη, τα ζώα, τα φυτά και τα έντομα, αλλά και τους λιγοστούς κατοίκους. Όλα απεικονίζονται ζωηρόχρωμα από τη συγγραφέα, που δεν είναι πρωτάρα, καθώς έχει γράψει μαζί με τον πρώην σύζυγό της τρία ακόμη βιβλία, μη μυθοπλαστικά, που περιγράφουν τις εμπειρίες της ως ζωολόγος.

Παρά το ιδιαίτερο ξεκίνημα το κείμενο δεν είναι ούτε αργό ούτε δύσκολο. Το αναγνωστικό αγκίστρι έρχεται νωρίς· στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου, δυο παιδιά ανακαλύπτουν ένα πτώμα. Αυτή είναι κι η αφετηρία του ενός νήματος της αφήγησης. Η εξιχνίαση του φόνου ξεκινάει και πολλοί υποπτεύονται την Κάια, την Πιτσιρίκα του Βάλτου όπως ονομάζουν οι κάτοικοι την πρωταγωνίστρια, ακόμα και δίχως στοιχεία εναντίον της. Τα κεφάλαια είναι σύντομα και θυμίζουν αστυνομικό μυθιστόρημα.

Το δεύτερο νήμα ανατρέχει στο παρελθόν, στη ζωή της Κάια από μικρό κοριτσάκι, όταν αρχίζει να έλκεται από τον βάλτο. Αρκετό χώρο καταλαμβάνει η ενηλικίωση της πρωταγωνίστριας, οι ελάχιστες συναναστροφές, οι έρωτες κι οι φιλίες της. Η Πιτσιρίκα του Βάλτου αντλεί εμπειρίες από την πραγματικότητα της φύσης και χτίζει την προσωπικότητά της βασιζόμενη στα μαθήματα που παίρνει κυρίως μόνη της. Εντύπωση προκαλεί πως η απομόνωσή της αποδίδεται με μέτρο, δίχως υπερβολές, ακραία περιστατικά και εκβιασμούς στο συναίσθημα.

 

Ντέλια Όουενς

 

Τα δύο επίπεδα γραφής εναλλάσσονται σε διαφορετικά κεφάλαια και αλληλοσυμπληρώνονται με στοιχεία, πρόσωπα και περιστατικά. Ωστόσο, ο χαρακτηρισμός του βιβλίου ως συνδυασμό ιστορίας ενηλικίωσης και αστυνομικού, θα ήταν ελλιπής, καθώς από τη μέση και μετά τα δυο νήματα ενώνονται σε ένα, που παίρνει διαφορετική τροπή, συναρμόζοντας στοιχεία κι από άλλα είδη. Η αγωνία εντείνεται, το βιβλίο γίνεται κανονικό page turner και καταλήγει σε μια κορύφωση στην οποία όλα τελικά δένουν· λέξεις, περιγραφές και μικρά περιστατικά που κρύβονται σε διάφορα σημεία –ως και στο οπισθόφυλλο– δίχως να τραβούν την προσοχή. Μέχρι και τα σκόρπια ποιήματα έχουν τη θέση τους στο παζλ της πλοκής.

Τεχνικά το κείμενο είναι ώριμο. Η οπτική γωνία εστιάζει κυρίως στην Κάια, διατηρώντας όμως μερικά από τα προνόμια ενός παντογνώστη αφηγητή, προσθέτοντας ή αποκρύπτοντας πληροφορίες, ενώ σε ορισμένα σημεία πηδάει σύντομα και στο μυαλό άλλων, με άνεση, δίχως να διακόπτει τη ροή. Η εστίαση συχνά είναι απομακρυσμένη, ειδικά σε έντονες στιγμές, με αποτέλεσμα να αποφεύγονται περιττοί μελοδραματισμοί. Απουσιάζουν λογοτεχνικές ακροβασίες κι η έμφαση είναι στην ίδια την ιστορία, κι ίσως εδώ να βρίσκεται και η εξήγηση της επιτυχίας του μυθιστορήματος, που τελικά δεν είναι ούτε ιστορία ενηλικίωσης, ούτε αγάπης, ούτε αστυνομικό, ούτε δικαστικό. Δίχως να προσπαθεί να καινοτομήσει, με μια σταθερή, ενδιαφέρουσα αφήγηση, με εξαιρετική ροή πληροφορίας και ζωντανές περιγραφές, μιλώντας για τους ανθρώπους, τις διακρίσεις και τη ζωή στις μικρές κοινωνίες και υπογραμμίζοντας την ωμή πραγματικότητα της φύσης, το «Εκεί που τραγουδάνε οι Καραβίδες» είναι στην ουσία μια πολύ όμορφη ιστορία. Έχει το εκτόπισμα έργου ζωής, αποδίδοντας τα βιώματα της συγγραφέα, δίχως ίχνος διδακτισμού. Δε θα με εξέπλησσε αν η Ντέλια Όουενς έμενε σε αυτό, όπως η Χάρπερ Λι. Και θα ήταν αρκετό.

Τέλος, η μετάφραση είναι πολύ καλή, αποδίδοντας με φυσικότητα και συνέπεια τις λεπτές αποχρώσεις, αλλά και τις φωνές των διαλόγων.

 

 

* Ο Αντώνης Πάσχος γεννήθηκε το 1979. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στα ελληνικά και στα αγγλικά. Το δεύτερο μυθιστόρημά του, με τίτλο «Μετά Βίας», κυκλοφόρησε το 2019 από τις εκδόσεις Bell.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top