Fractal

Είναι η ζωή που δεν μπορούμε να την προφτάσουμε!

Από τον Γιώργο Ρούσκα // *

 

Προσέγγιση στο βιβλίο με διηγήματα του Θεοχάρη Παπαδόπουλου «Είπαμε ψέματα πολλά», εκδόσεις Κέδρος, 2019

 

Είμαστε μέσα σε έναν πολιτισμό, ο οποίος ενώ υποτίθεται ότι έχει ως σκοπό της ύπαρξής του τη βελτίωση της ποιότητας ζωής μας, αποδεικνύεται καθημερινά ότι χρησιμοποιεί τον άνθρωπο για να βελτιώνει την ποιότητα της δικής του ζωής, αυξάνοντας ολοένα και περισσότερο τα σύνορα του αχανούς βασιλείου του, ψάχνοντας για εκείνους τους εναλλακτικούς αλχημιστές (όρα τεχνοκράτες), οι οποίοι εντέλλονται να φτιάξουν το ελιξίριο της αυθυπαρξίας του. Τροφοδοτεί τον άνθρωπο με δολώματα εντυπωσιακής τεχνολογίας, τα οποία υπόσχονται ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα, αποκρύβοντας αυτό που κάνουν εκ γενετής τους: να τον εξαρτούν από αυτά.

Η ευκολία της επικοινωνίας εκτόπισε την ουσία της και την έκανε ανταλλαγή μονολόγων. Η διαχείριση και ο έλεγχος της πληροφορίας έφεραν το ψέμα στη θέση του ήλιου. Οι πλουσιόχρωμες εικόνες εντυπωσιάζουν και τραβούν την προσοχή για λίγο, αφήνουν όμως εντονότερη τη γεύση της μοναξιάς μόλις απομακρυνθείς από κοντά τους.

 

Πώς μπορείς να γλυκάνεις τη μοναξιά; Μα με τη χρήση του ψέματος. Το παίρνεις αγκαλιά, το νανουρίζεις σα μωρό, του ψιθυρίζεις το όνομα που σκοπεύεις να του δώσεις, «Μυθοπλασία» κι εκείνο σε κοιτά χαμογελώντας. Αν μπορούσες να δεις τα μάτια του θα έβλεπες να λένε: «μυθοπλασία, ωραίο κέικ, φτιαγμένο όμως με ξύσμα πορτοκάλι από την πορτοκαλιά της δικής σου αλήθειας. Εσύ είσαι και εγώ, αφού και εγώ είμαι μέρος του εσύ».

 

Ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος, μετά από μακρά και προσηλωμένη εθελοντική θητεία στο Ποιητικό Σώμα, το οποίο άλλοι ονομάζουν Αεροπορία, άλλοι Ναυτικό, δοκιμάζει τις δυνάμεις του κατατασσόμενος και στο Πεζικό, φέροντας πάντα πάνω του ως εικόνισμα-φυλαχτό, τη μορφή του Μετώπου Εκείνης, της μεγάλης του αγάπης, της Ποίησης.

 

Αφήνει προς το παρόν τους σκοτεινούς χώρους της Ποιητικής Αγρυπνίας και βγαίνει μέρα μεσημέρι έξω, στην άσφαλτο της πόλης, προσπαθώντας να επικοινωνήσει αμεσότερα με τον βιαστικό περαστικό, με έναν άλλο, ίσως προσφορότερο της ποίησης τρόπο. Με διηγήματα πολύ μικρής έκτασης, καθένα από τα οποία απαιτεί χρόνο ανάγνωσης περίπου όσο η σε παγκόσμιο επίπεδο προσφιλέστερη κίνηση των ανθρώπων: όσο το «πέρασμα» (σύγχρονη ορολογία – νεολογισμός, δεν λέω ανάγνωση) μιας ανάρτησης.

 

Διηγήματα που μπορεί να διαβαστούν με οποιαδήποτε σειρά. Κατανοητά, σαφή, με καθημερινή (αν και λίγο τολμηρή σε κάποια από αυτά) γλώσσα, με ενδιαφέρον και φρεσκάδα, όσο κι αν ορισμένα μπορεί να αναφέρονται σε πασίγνωστες καταστάσεις του πρόσφατου παρελθόντος ή του παρόντος. Το μεγάλο τους προτέρημα είναι ότι μέσα από τη φαινομενική απλότητά τους, θίγουν και μεγάλα ζητήματα. Μοναξιά, τεχνολογία, μετανάστευση, γήρας, σύγχρονος τρόπος ζωής, έρωτας, εμμονές, σεβασμός και αγάπη για τη Φύση, κ.α.

 

Γραφή με αυθορμητισμό, καθαρές κουβέντες και πάνω από όλα με ανεπιτήδευτο χιούμορ, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι και το μεγάλο προσόν του βιβλίου, προάγοντάς το από βιβλίο με μικρά διηγήματα, σε βιβλίο με μικρά δοκίμια σάτιρας, με τον αυτοσαρκασμό να βάζει συχνά πυκνά τρικλοποδιές στο προσκήνιο.

 

Το πρώτο διήγημα, το οποίο τιτλοφορείται με τον τίτλο του βιβλίου, μπλέκει παρόν, παρελθόν και μέλλον σε ένα γαϊτανάκι παραμυθίας του παραλόγου, που μου θύμισε έντονα τις «Περιπέτειες του βαρώνου Μυνχάουζεν»1.

 

Το επόμενο –από τα καλύτερά του– ασχολείται με ένα φλέγον και δυσεπίλυτο πρόβλημα, το οποίο ταλαιπωρεί εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο: αυτό των κλειδάριθμων και των κωδικών. Ποιος δεν έχει ξεχάσει τον κωδικό του ανοίγματος του κινητού του, του ξεκλειδώματος της οθόνης του, της χρεωστικής του κάρτας, της πιστωτικής του, της προπληρωμένης, του taxisnet, του email, του facebook, του συναγερμού; Το απολαυστικό αυτό διήγημα, έχει και δόση από αρχαία ελληνική ιστορία μέσα του, κάτι από αρχαία Σπάρτη, πολλά δε από Όργουελ2:

[Με κλειδάριθμο μπαίναμε στα σπίτια μας, ανοίγαμε τα αυτοκίνητά μας και τα γραφεία μας. Όλα ήταν ασφαλή. Και όλα προγραμματισμένα. Η δουλειά άρχιζε πάντα την ίδια ώρα και τελείωνε την ίδια. Οι μισθοί πάντα στα ίδια. Η εκπαίδευση ήταν προσαρμοσμένη στη μελλοντική μας επαγγελματική αποκατάσταση. Από τα είκοσι άρχιζε η δουλειά. Αν κάποιος έφτανε στα εξήντα, τότε απενεργοποιούσαν το τσιπάκι, που είχαν εμφυτεύσει από τη γέννησή του στον εγκέφαλό του, και πέθαινε].

 

Κωδικοί σε έναν εικονικό κόσμο, μακριά από τη Φύση και το φυσιολογικό. Εδώ χρειάστηκε ένα τρομοκρατικό χτύπημα για να έλθει η ανατροπή:

[Πολλοί άνθρωποι της πόλης είχαν βγει στην εξοχή και ανακάλυπταν για πρώτη φορά τη φύση. Ίσως να ήταν καλύτερα έτσι…]

 

Ακολουθεί διήγημα με σκηνές καθημερινής τρέλας, ή μάλλον καθημερινού δυσκολοχώνευτου ρεαλισμού:

[Είμαι πενήντα ετών. Παντρεμένος με μια γυναίκα που δεν αγαπάω. Η νεαρή καλλονή που είχα γνωρίσει, έχει σταδιακά μεταμορφωθεί σε μια μέγαιρα που γκρινιάζει συνεχώς. Η γλυκιά και αισθησιακή φωνούλα της έχει μεταβληθεί σε αγριοφωνάρα].

 

Το λογοτεχνικό υποκείμενο δεν προσπερνά ούτε τη δική του εικόνα. Δεν παραβλέπει φαλλοκρατικά το πώς εκείνη μπορεί να βλέπει εκείνον, ο οποίος από γεροδεμένος κάποτε  Άδωνις μπορεί να κατάντησε φαλακρός κοιλαράς από τις πολλές μπίρες, μουρντζούφλης που έπαψε προ πολλού να είναι το κέντρο του κόσμου, βαριεστημένος καλοπερασάκιας, ηδονιστής, τηλεορασόπληκτος. Αυτός και το είδωλό του στον καθρέφτη, σε μια σιωπηρή συνομιλία με εναλλασσόμενες διαθέσεις θυμού, επιθετικότητας και φόβου. Σημειώνω ιδιαίτερα την τελευταία. Τον φόβο.

 

Ο σημερινός σχεδόν (;) τεχνητός τρόπος ζωής σε ένα τεχνητό περιβάλλον, δημιουργεί πολλά –ονομαζόμενα– ψυχολογικά προβλήματα και διαταραχές, οι οποίες με τη σειρά τους μπορεί να οδηγήσουν το άτομο στα άκρα, καθώς αυτό επιδίδεται σε μια διαρκή αναζήτηση απάγκιου, το οποίο οφείλει να έχει οπωσδήποτε μία βασική  προϋπόθεση-προδιαγραφή: τη μοναξιά. Από τη μοναξιά της μήτρας στη μοναξιά της κοινωνίας. Να είναι η ανθρώπινη Μοίρα;

Η έλλειψη εμπιστοσύνης, η αποτροπή για συνεργασία, ο εγωκεντρισμός, ο φόβος, αυτά τα εξαιρετικά εργαλεία χειρισμού των ανθρώπων, όλα τους ψηλά στις αξίες του Χρηματιστηρίου Συμπεριφορών:

[Τελευταία , έχω αρχίσει να υποπτεύομαι τους φίλους μου. Αν κάποιος με ρωτήσει κάτι που μου φαίνεται παγίδα, τον αποφεύγω. Και επειδή οι παγίδες είναι πολλές έχω αρχίσει να μην έχω φίλους].

 

Ο φόβος;  Πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την υποψία και την καχυποψία, νυν και αεί, εις τους αιώνας των αιώνων: παρών.

Το διήγημα Ιστορική μαρτυρία, μου χάρισε την ίδια αναγνωστική μαγεία που εξέπεμπαν τα αθώα στρουμφάκια, στη γνωστή τηλεοπτική σειρά κινουμένων σχεδίων. Θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει κόμικς ή να μεταφερθεί στην οθόνη. Εδώ η Οδύσσεια, οι μύθοι του Αισώπου και οι μετέπειτα επηρεασμένες από τα αριστουργήματα αυτά λογοτεχνικές δημιουργίες [Χάρυ Πόττερ, Χαραυγή (“Twilight- The Saga”), Άρχοντας των Δαχτυλιδιών, η Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων, Δον Κιχώτης, κ.α.], γίνονται αφανείς αφορμές για τη γέννηση του διηγήματος. Τα μυρμήγκια – στρουμφάκια φαντάστηκα ότι ταξίδεψαν μέχρι τη σπηλιά του Κύκλωπα για να συναντήσουν τον Οδυσσέα:

[Τα δώρα των γιγάντων και τα καλοπιάσματα πρέπει να τα προσέχουμε. Ξεχάσατε ότι πριν από λίγο πήγε να μας σκοτώσει;]

 

Μα ο φόβος παρέμεινε φόβος, ο από μηχανής Θεός δεν φάνηκε ακόμη:

[Κάθε βράδυ κοιμόμαστε με το φόβο και με τη βεβαιότητα ότι ο θείος Μυρ δεν υπάρχει και ότι, αν σωθούμε, θα τα έχουμε καταφέρει μόνοι μας].

 

Θεοχάρης Παπαδόπουλος

 

Ακόμα παραπίσω, διατρέχοντας ανάποδα τον χρόνο, ανακαλύπτουμε εν νέου πως το κακό ξεκίνησε από τον καιρό του Προμηθέα δεσμώτη, μόνο που εδώ παλινδρομώντας χρονικά (αφού τους Θεούς δεν τους αγγίζει ο χρόνος) τη θέση του έχει πάρει ένας άγγελος:

[Η γυναίκα μού μίλησε για τα αληθινά προβλήματα των ανθρώπων, που τόσο καιρό μας έκρυβε ο Θεός, και εγώ της φανέρωσα διάφορα μυστικά, που μόνο εμείς οι άγγελοι και ο Θεός γνωρίζουμε και μπορούν να καταστρέψουν τη ζωή των ανθρώπων.

Όμως ο Θεός ανακάλυψε ότι πρόδωσα τα μυστικά του και με τιμώρησε να είμαι αιώνια δεμένος με αυτή εδώ την αλυσίδα από τον ουρανό και να μην μπορώ να ξεφύγω ποτέ.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κάθε τόσο ο μεγάλος δυνάστης στέλνει όρνια κάθε λογής και μου ξεσκίζουν τις σάρκες. Τι κι αν μου ’χουν τρυπήσει χίλιες φορές την καρδιά;]

 

Να σου ξεσκίζουν όρνια συνέχεια τα σωθικά, να έχεις και τον μπόμπιρα από πάνω να σε ζαλίζει με τις ερωτήσεις του. Ποιόν;

[Τον Γιωργάκη, που είχε αρχίσει το σχολείο , μαζί και τις απορίες: «Μπαμπά, τι είναι αυτό; Μπαμπά, τι είναι εκείνο; Μπαμπά, τι σημαίνει κερατάς;»]

 

Έξω από το διαμέρισμα, η ζωή είναι αμείλικτη. Αγώνας, πόνος, μετανάστευση, εκμετάλλευση, ρατσισμός, σωβινισμός, φασισμός, απανθρωπιά, υποκρισία, τραμπουκισμός. Όλα έξω από την πόρτα σου, μέσα σε δύο μόλις σελίδες ενός διηγήματος. Ή εξιστόρησης;

[ -Άχμετ  από Πακιστάν.

Πήγε κάπου που ζητούσαν γερούς άντρες. Χαμαλίκι. Σκληρή δουλειά .

Πέρασαν δύο μήνες και ήρθε η μέρα να πληρωθεί. Το αφεντικό τού έδωσε τα μισά].

 

Μέσα στο διασυνδεδεμένο σου σπίτι, όλες σου οι ανάγκες τακτοποιημένες, ικανοποιημένες, χορτάτες. Με τον δικό σου τρόπο. Μόνο με σένα. Μόνο από σένα. Μόνο για σένα. Από τη φιλία ως τον έρωτα, με τον τελευταίο να μεταλλάσσεται σε υποβοηθούμενη εκτόνωση, κατά τα σύγχρονα ιαπωνικά πρότυπα, με τη βοήθεια της εικόνας, δηλαδή της τεχνολογίας:

[Έπρεπε να κοιμηθώ γιατί την άλλη μέρα θα ξυπνούσα πρωί για τη δουλειά.

Έκλεισα τον υπολογιστή και ξάπλωσα στο κρεβάτι μου. Αύριο, μετά τη δουλειά,

Θα άνοιγα πάλι τον υπολογιστή. Θα έβλεπα τον Γιάννη, τον κολλητό μου φίλο, και

αργότερα την κοπέλα μου, τη Γωγώ, όπως κάθε συνηθισμένη μέρα.]

 

Να πρόκειται για ερωτικό θέαμα, ένα από τα τρισεκατομμύρια του διαδικτύου; Για επικοινωνία «ζωντανή» μέσω Skype; Για ροζ επικοινωνία; Για πρόγραμμα ικανοποίησης πελατών; Δεν διευκρινίζεται και ορθά. Είναι τόσο μεγάλη και επιτακτική η ανάγκη για σωματική επαφή ή έστω εκτόνωση σωρευμένης ορμής μετά από παρατεταμένη έλλειψη, που αν δεν βρει άλλη οδό, μεταφέρει την προσδοκώμενη συνεύρεση στο όνειρο, με σκηνικά που μου θύμισαν Τσάρλς Μπουκόφσκι3:

[ Ήμουν δεμένος στο κρεβάτι μου… έμπαινε στο δωμάτιο η Μαιρούλα. Φορούσε μπότες, μαύρα εσώρουχα και στο χέρι της κράταγε ένα μαστίγιο…]

 

Και η ζωή κυλά, χρόνια περνάνε στον αυτόματο πιλότο. Κλείνεσαι όλο και περισσότερο. Προσπαθείς να αποφύγεις κάθε τι που φοβάσαι (πάλι ο φόβος) ότι θα σε πονέσει και κόβεις δεσμούς με το παρελθόν, αφού και από εκεί θα πληγωθείς. Λίγες στάσεις του ηλεκτρικού σε χωρίζουν από τα μέρη που έπαιζες μικρός, από εκεί που γεννήθηκες εσύ και οι πρώτες σου αναμνήσεις. Ο πρωταγωνιστής στο διήγημα με τίτλο Μια βόλτα στον Πειραιά, τα αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι.

[Ίσως , γιατί στον Πειραιά είδε τον πατέρα του να φεύγει πρόωρα από τη ζωή.

Ίσως γιατί ο πρώτος του έρωτας τελείωσε άδοξα. Ίσως, γιατί όλα άλλαξαν και δεν υπάρχει πλέον, ούτε τετράδα, ούτε Κοριτσιέρα, ούτε Τρούμπα, ούτε τεκέδες.]

 

Ούτε χρονογραφήματα στις εφημερίδες πλέον συμπληρώνω με παράπονο, σαν τον παλιό καλό καιρό. Γιατί κατά την άποψή μου τούτο το βιβλίο δεν περιέχει απλώς μικρά διηγήματα, αλλά και χρονογραφήματα, απόλυτα ευκρινή ως προς το είδος και μάλιστα αρτιότατα ως προς τη θεματολογία, τη μορφή, το ύφος, το περιεχόμενο (με εξαίρεση ίσως μεμονωμένες περιπτώσεις λεξιλογίου, κάτι που συνηθίζεται όμως στο είδος αυτό, όπως και στο θεατρικό σανίδι).

 

 

Επικαιρότητα, προβλήματα καθημερινότητας, κοινωνική και προσωπική ζωή, ανθρώπινες σχέσεις, στρεβλώσεις, υπερβολές, ψυχολογία, λογοτεχνία, αφήγηση, διδακτισμός, δοκίμιο, δημοσιογραφία, αυθορμητισμός, συμπλέκονται με σκωπτική διάθεση, με ειρωνεία και αυτοσαρκασμό σε έναν σατ(-υ)ιρικό χορό που συμπαρασύρει τη σκέψη στη δίνη των συνειδητοποιήσεων, της τέρψης, της ταύτισης, του ενστερνισμού ή της απόρριψης, των κοινών ή των νομιζόμενων κοινών βιωμάτων. Αυτό είναι το χρονογράφημα, αυτό είναι που λείπει από τα περιοδικά και τις εφημερίδες σήμερα, αυτό είναι που λείπει από τη ζωή μας. Απόπειρες αντικατάστασής του γίνονται καθημερινά με άλλους τρόπους ή με συγκεκαλυμμένες –ανύποπτες συχνότατα– κινήσεις, όπως λ.χ. ευφυείς αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

 

Η θεωρία μου, νομίζω ότι εκτός από την εκπλήρωση των προδιαγραφών που μόλις  ανέφερα, επιβεβαιώνεται και από το ίδιο το βιβλίο, αφού πολλά από τα διηγήματα (και χρονογραφήματα κατ’ εμέ) έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά, ηλεκτρονικά και μη.

 

Το βιβλίο του Θεοχάρη Παπαδόπουλου αναπληρώνει το κενό αυτό. Έρχεται με την απλότητα της σκέψης του, με φυσικότητα προφορικού λόγου αλλά και με συγγραφική τόλμη να πει ψέματα πολλά, μέσα από τα οποία δίνεται στον αναγνώστη η δυνατότητα να ξύσει τον ξεραμένο στόκο στις χαραμάδες του ξύλινου προσωπείου του και να αφήσει να έρθουν στο φως πολλές αλήθειες, συχνά επώδυνες, λανθάνουσες ή κουκουλωμένες. Ίσως τα χειρότερα ψέματα να είναι αυτά που λέμε στον εαυτό μας, αυτά που πιστεύουμε ως αλήθεια για να αντέξουμε τη σκληρή καθημερινότητα.

 

Χωρίς να έχω την παραμικρή πρόθεση να κάνω συγκρίσεις ή άλλες συσχετίσεις, απλά εξομολογούμαι ότι διαβάζοντας το βιβλίο, ανακλήθηκαν αυτόματα από τη μνήμη μου διαμάντια του είδους. Χρονογραφήματα ή κείμενα του Εμμανουήλ Ροΐδη, του Παύλου Νιρβάνα, του Ζαχαρία Παπαντωνίου, του Ιωάννη Κονδυλάκη, του Τίμου Μωραϊτίνη, του Δημήτρη Ψαθά. Ταξίδεψα έτσι σε και σε άλλους προορισμούς, οι οποίοι προέκυψαν στην πορεία και ξέφυγα από την πεζότητα της καθημερινότητας, καβάλα στο άτι του πεζού λόγου.

 

Συμβαίνει πολλές φορές να μη θέλουμε να επανέλθουμε στην πραγματικότητα αλλά να επιζητάμε να παραμείνουμε στον μαγικό κόσμο του βιβλίου, της χαλάρωσης, του ύπνου ή του ονείρου. Να θέλουμε να ηρεμήσουμε λιγάκι, όταν όλα τρέχουν ακατάπαυστα γύρω μας.  Αναρωτιέστε γιατί;

[Μα , πώς είναι δυνατό να μην ξυπνάμε με δυο ξυπνητήρια και τον ήλιο πάνω από τα προσκέφαλα; αναρωτήθηκε η Νίκη.

Δεν είναι τα ξυπνητήρια και τα παράθυρα που φταίνε. Είναι η ζωή που δεν μπορούμε να την προφτάσουμε! είπε ο Στέλιος και βγήκε απ’ το σπίτι βροντώντας την πόρτα].

 

 

 

* Ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

 

 

 

Αναφορές

  1. Raspe Rudolf Erich, Οι περιπέτειες του βαρόνου Μυνχάουζεν, μετάφραση Βαρδάκη – Βασιλείου Εύα, εικονογράφηση Eisenburger Doris, διασκευή Walbrecker Dirk, εκδόσεις Πατάκη, 1998
  2. Orwell George, 1984, μετάφραση Μπάρτη Νίνα, εκδόσεις Κάκτος, 1999
  3. Bukowski Charles, Ερωτικές Ιστορίες καθημερινής Τρέλας, μετάφραση Τσαλικίδου Χρύσα, εκδόσεις Οδυσσέας

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top