Fractal

«Όλα, μικρά και μεγάλα, είναι αφηγητές και όλα συμμετέχουν στη διαμόρφωση μιας προσωπικότητας»

Γράφει η Ανθούλα Δανιήλ //

 

Γιώργος Θεοχάρης: “Δίφορη μνήμη” Εκδ. Πόλις, 2021

 

Είναι γνωστό ότι οι παιδικές μνήμες και εμπειρίες σημαδεύουν την προσωπικότητα του ανθρώπου. Γίνεται μνήμη εγκαυστική. Χαράζεται στο δέρμα. Γίνεται σύμφυτη με το DNA. Κι ακόμα, ο τόπος και ο χρόνος έχει και αυτός το μερίδιό του στην όλη διαμόρφωση. Πού, πότε, τι, με ποιους και το πορτρέτο στήνεται εύκολα. Πιο εύκολο θα φανεί το όλον, αν θυμηθούμε παροιμίες και αρχαία ρητά που υποστηρίζουν τα παραπάνω, αλλά δεν τους δίνουμε σημασία.

Έτσι, ο ποιητής και συγγραφέας Γιώργος Θεοχάρης, με το πρόσφατο βιβλίο του που φέρει τον εύγλωττο τίτλο Δίφορη μνήμη, στήνει τον κόσμο του και μας τον παρουσιάζει, με έναν πρωτότυπο τρόπο, αναμειγνύοντας προσωπικά βιώματα και συλλογικά συγχρόνως, αίροντας το φορτίο μιας πάσχουσας πατρίδας και οικογένειας.

Κατ’ αρχάς ο τόποςˑ Δεσφίνα Φωκίδας. Μετά ο χρόνοςˑ αρχίζει λίγο μετά τον Εμφύλιο, στα 1952. Στη συνέχεια οι φορείςˑ το σχολείο, η Εκκλησία, το ραδιόφωνο και οι εφημερίδες, μηχανισμοί επιβολής που διαθέτει η νικήτρια πλευρά. Μηχανισμοί σαν της αράχνης τον ιστό από τον οποίο κανείς δεν πρέπει να ξεφύγει. Ένας ακήρυχτος πόλεμος που συνεχίζεται. Και θάνατος, θάνατος πολύς. Σαν ο άνθρωπος να μαθαίνει την πορεία προς τον θάνατο μέσα από χίλιους τρόπους, όχι μόνο εκείνους της εξόδιας ακολουθίας, αλλά ακόμα και του γάμου, όπου τα τραγούδια, όταν παίρνουν τη νύφη από το πατρικό σπίτι, εξομοιώνονται με τα άλλα του Χάρου, όταν σηκώνουν το νεκρό.

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα μεγάλωσε και ο συγγραφέας, ο οποίος με τον τρόπο του επαναλαμβάνει στον αρχαίο ποιητή και γενάρχη της ποίησης Όμηρο, όταν κατέβαζε  στον Άδη τον Οδυσσέα για να μιλήσει με τους πεθαμένους. Μια Νέκυια είναι το βιβλίο του. Μια επίσκεψη σε όλους εκείνους που δεν του φεύγουν από τη μνήμη. Και ο ίδιος, στα μέτρα τα ελληνικά, ένας Άμλετ που μπαίνει στο οστεοφυλάκιο, παίρνει στα χέρια του ένα κρανίο και το φαντάζεται να ζωντανεύει και να παίρνει τη θέση του στο σχολείο που φοίτησε. Ένας Άμλετ με της δικής του εμπειρίας τα συναισθήματα. Απαλείφοντας τα εξωτερικά χαρακτηριστικά – παλάτια, βασιλείς, στολές, προβλήματα διαδοχής, δολοφονίες, απιστίες- μεταφέρει την ουσία που παραμένει σταθερη στον χώρο και σαν τον ουροβόρο όφι, το κεφάλι δαγκώνει την ουρά. Η ιστορία κάνει κύκλο.

Ο Θεοχάρης εκκινεί με μία συναισθηματική, αν και πολύ σημαντική ιστορική μνεία, από τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, όταν παιδί δεκατεσσάρων ετών μπαίνει στην εκκλησία και μετά από αιτήματα, κλάματα, φωνές και υποσχέσεις στο Άγιο καταλήγει ο μέλλων στρατηγός: «με τις πολλές φωνές κάμαμεν συμφωνία με τον άγιον». Πράγμα που αποδεικνύει ότι «εκείνο οπού πολλοί επιθυμούν, το στοχάζονται και διά αληθινόν», όπως έγραφε η Εφημερίς των Αθηνών  της 13-11-1824, και αφορούσε τη σχέση Οδυσσέα Ανδρούτσου και των Σουλιωτών διορισμένων στη φρουρά της Λειβαδιάς. Και θα προσθέταμε, ότι εκείνο που θέλεις πολύ γίνεται.

Από τις ιστορικές πληροφορίες που καταθέτει ο συγγραφέας, η Δεσφίνα είναι ένας μαρτυρικός τόπος, αλλά και όλη η Ελλάδα, οπότε η Δεσφίνα μας δίνει το μέρος αντί του όλου. Ο Θεοχάρης γεννήθηκε εκεί στις 13-12-1951 όταν την κυβερνούσε ο Πλαστήρας, όταν ακυρώθηκε η εκλογή των εξορίστων βουλευτών της ΕΔΑ, όταν αναθεωρήθηκε η ποινή του θανάτου και μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη για τους ηττημένους του Εμφυλίου,  όταν ο Γάλλος Υπουργός Παιδείας, κ. Αντρέ Μαρί την ημέρα εκείνη κατέθεσε στεφάνι στους τάφους του Κωστή Παλαμά και Άγγελου Σικελιανού, όταν ο Αμερικανός καθηγητής Μόρις Μπήμαν από τον ραδιοφωνικό σταθμό μιλούσε για τον ποιητή Ουώλτ Ουίτμαν και «ο κατοπινός αστέρας της χούντας Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου  επραγματεύετο το θέμα: “Η Κατοχή και οι κομμουνισταί…”», όταν οι εκδόσεις Πεχλιβάνη εξέδωσαν σε κλασικά εικονογραφημένα την «Ιωάννα ντ’ Άρκ».

Τούτα τα σημαντικά –Αριστερά και Ποίηση- θα καθορίσουν τη ζωή του και θα γεμίσουν «την ψυχή του θάμβος και πόνο».

Πρώτα ποιητικά ακούσματα τα εκκλησιαστικά τροπάρια και το «νεκρώσιμο ευλογητάριο», αλλά και ο χώρος ο εκκλησιαστικός που το έφερε σε επαφή με το οστεοφυλάκιο και του νεκρούς και τον εξοικείωσαν με τον θάνατο. Κι έτσι στήνεται η δική του Νέκυια για την οποία μιλήσαμε ήδη.

Αν πούμε πως οι κοινωνικές και άλλες συγκυρίες επηρεάζουν τη ζωή ενός ανθρώπου τότε ο Θεοχάρης γεννήθηκε στη συναστρία όλων των παραπάνω για να αναλάβει το φορτίο του πόνου και του θάμβους, μέσα από τις πολιτικοκοινωνικές περιστάσεις της εποχής.

Η περιγραφή του χωριού, οι λεπτομέρειες, καμία πληροφορία όσο κι αν φαίνεται ασήμαντη δεν είναι παραβλεπτέα. Οι γέροντες στον πλάτανο μισοκοιμούνται, τα παιδιά στην πάνω πλατεία παίζουν, εκεί έβγαλε λόγο στις 25 Μαρτίου 1943 ο Αρης Βελουχιώτης, αφού πρώτα εκκλησιάστηκε στην Παναγία,  εκεί αργότερα δόθηκε φονική μάχη ανάμεσα στους αντίπαλους ελληνικούς στρατούς, εκεί πάλεψε ο Δεσφινιώτης αρχιπαλαιστής Θανάσης Καμπαφλής με τον Καρπόζηλο. Ο Πλάτανος μπορεί να γίνει η βιβλιογραφία του χωριού.

 

Γιώργος Χ. Θεοχάρης

 

Η προσωπική ιστορία με τους παππούδες και τις γαγιάδες, τους γονείς και τα αδέλφια, τους στρατευμένους, τους σκοτωμένους και τα παιδιά δεν είναι άλλο παρά μια σύνοψη της ζωής και της ελληνικής ιστορίας, η οποία εκπορεύεται από το συλλογικό συνειδέναι και εκβάλλει στο βιβλίο ως προσωπικό. Γιατί ο Θεοχάρης θα μας μεταφέρει στη γλώσσα τους τις αφηγήσεις των προγόνων, βάσανα, αρρώστιες, πολέμους, ειδήσεις από τις εφημερίδες, έργα εκσυγχρονισμού του χωριού, φωτογραφίες των πρωταγωνιστών και όλων των αγώνων, γιαγιάδες, παππούδες,  το μπαούλο με τα υφαντά και το κουτί με τις όποιες αποδείξεις για την αγορά της περίφημης «τραγουδίστριας» της ραπτομηχανής Singer που ξεκούρασε κάθε μοδίστρα και νοικοκυρά. Κι ακόμα, γράφοντας τις αναμνήσεις του τόπου του, δίνει φωνή στα βουνά, τις εκκλησίες, τα μοναστήρια, τα μικρά και τα μεγάλα σπίτια, τις πλατείες, το καθημερινό φαγητό, σε όλα αυτά που θα μιλούσαν αν είχαν στόμα και μιλιά. Όλα, μικρά και μεγάλα, είναι αφηγητές και όλα συμμετέχουν στη διαμόρφωση μιας προσωπικότητας που σέρνει μακρά σειρά βιωμάτων και παθημάτων.

Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι οι ενότητες που φέρουν ως τίτλο τον τύπο μιας φωτογραφικής μηχανής, διαφορετικής από την προηγούμενη αλλά και την επόμενη, μας δείχνουν την αλλαγή του χρόνου αλλά και την οπτική θεώρησης του γεγονότος, με την ψυχρή γλώσσα μιας μηχανής.

Εν ολίγοις  φωτογραφική μηχανή  αποκτά ψυχή, με τον λόγο της Ιστορίας και των αγωνιστών της. Με τη φωνή του συγγραφέα και αφηγητή και των ίδιων των ηρώων σε πρώτο πρόσωπο, με τον λόγο τον εκκλησιαστικό, τον δημοσιογραφικό των εφημερίδων, του ραδιοφώνου και τον άφωνο λόγο μιας λαλίστατης φωτογραφίας. Πάντα ο συγγραφέας άλλοτε αόρατος και άλλοτε ορατός, πίσω από την κάμερα, με της οποίας τα φίλτρα μας δίνει πρόσωπα και γεγονότα.  Θα έλεγα ότι θεματικά, υπό όρους, βέβαια, οι αφηγήσεις του Θεοχάρη δίνουν σε πιο σκληρό και άγριο το γεγονός που ο Παπαδιαμάντης θα εξωράιζε σε ποιητικό. Μάλλον θα έπρεπε να πω ότι ο Παπαδιαμάντης βλέπει τον άνθρωπο στον προ Ιστορίας χρόνο, ενώ ο Θεοχάρης βρίσκεται όλος μέσα στο καμίνι της Ιστορίας, όπου «τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου» δεν έχουν τελειωμό. Και το δύσκολο είναι ότι ξανακοιτάζοντας τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες  βλέπει ό,τι δείχνουν οι φωτογραφίες, αλλά κάνοντας άλμα στο μέλλον βλέπει και την εξέλιξη που δεν φαίνεται στη φωτογραφία. Και έτσι ο Μαύρος καβαλάρης που φαίνεται στη φωτογραφία ότι έρχεται… δεν είναι ο Πλαστήρας, αλλά ο Χάρος και ο Χρόνος που παίρνει τη ζωή, τα νιάτα και την ομορφιά.

Διαποτισμένος,  ο συγγραφέας από την ιστορία, θα ξεφύγει. Η Δεσφίνα και όλη η Ελλάδα–κάτι ο εξηλεκτρισμός, κάτι η ραπτομηχανή- θα αλλάξει και όλα θα  δώσουν τη θέση τους στα νέα που  έφερε ο καιρός και φέρνει και θα φέρνει ακόμα.

Τέλος, το ποίημα του πεζού λόγου θα συνεχιστεί με στίχους.

«Η μνήμη ματώνει», το «Foto lux» δείχνει το εδώ και το εκεί που ο πλανόδιος  φωτογράφος απαθανάτισε σε μία φωτογραφίαˑ «Σ’ εκείνες τις μικρές ασπρόμαυρες φωτογραφίες θα υπάρξουμε/ Ίσως γιατί τα κατσαρά δοντάκια τους στο περιθώριο/ έχουν τη δύναμη να ροκανίζουν τη φθορά».

Ο συγγραφέας στο εξώφυλλο στα 1958 στο πατρικό του σπίτι, χαμογελάει με ελπίδα γιατί είχε και αυτός, μικρό παιδί, κάνει τις δικές του «συμφωνίες με τον Άγιο» για να γονιμοποιηθεί η δίφορη μνήμη να φέρει τους καρπούς της «θάμβος και πόνο». Και λύτρωση, ας προσθέσουμε, αφού η γραφή λυτρώνει.

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top