Fractal

«Όχι τόσο για να διορθώσουμε τη ζωή μας αλλά για να ξέρουμε τα λάθη της»

Γράφει ο Γιάννης Πλαχούρης // *

 

Τα μικρά διηγήματα «Χωρίς αυταπάτες» του Δημήτρη Γρυπαίου, εκδ. Πνοή

 

Άνθρωποι της καθημερινότητάς μας είναι οι πρωταγωνιστές μιας σειράς 11 μικρών διηγημάτων του Δημήτρη Γρυπαίου που κυκλοφορούν σε καλαίσθητη συλλογή με τον γενικό τίτλο «Χωρίς Αυτα­πάτες» (εκδόσεις Πνοή σχήμα 14×21, σελ. 112). Με αρκετό θάρρος ο συγγραφέας καταπιάνεται -και το καταφέρνει- να παρουσιάσει τα πολύμορφα αποτελέσματα και τις αντίστοιχες επιρροές, που μπο­ρεί πιθανότατα να συμβούν στους ίδιους και στο περιβάλλον τους, από συμπεριφορές που βολεύονται να εκδηλώνονται στην πλάνη τους. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι δεν διστάζει να αναφερθεί στην ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αντιστροφή, πώς δηλαδή η ψυχολογική αυταπάτη μπορεί να μεταβληθεί σε κοινωνική πραγματικότητα.

Η αναφορά στο «αρκετό θάρρος» αφορά την πεποίθησή μου ότι παρόμοια απόπειρα λογοτεχνικής γραφής είναι πολύ επικίνδυνη. Το θέμα -λόγω της φύσης του, απλώνεται σε διάφορα (επιστημονικά και κοινωνιολογικά) πεδία. Το ζήτημα είναι να βρεις τη γέφυρα που θα βοηθήσει αφ’ ενός να παρα­μείνει το έργο λογοτεχνικό και αφ’ ετέρου να ερμηνευτούν νοοτροπίες, σκοποί αισθήματα με τρόπο ελκυστικό και χρήσιμο. Οι όποιες αποτυπώσεις της ψυχογραφίας των χαρακτήρων ζητούν πολλές δε­ξιότητες έκφρασης από τον συγγραφέα. Και δραματουργικές δεξιότητες (για ν’ αποδοθεί το μπέρδεμα και η τραγικότητα παρόμοια ζωής) και ανάλυσης (για να ξεχωρίσουν καθαρά τα αίτια γιατί η πλάνη επιλέγεται ως πραγματικότητα) και διάκρισης (για να μη συμβεί αυτό που επισημαίνει νομίζω ο Ελύ­της ότι στην εποχή μας σε τόσο ψέμα η αλήθεια μοιάζει παράδοξο). Επίσης χρειάζεται ο συγγραφέας να διαθέτει την ευστροφία πώς θα κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη για τις ψυχολογικές, κοινω­νικές, ιδεολογικές μεταπτώσεις των ηρώων, τη γνώση πού θα τις εντοπίζει και πώς θα τις μεταδίδει, την ικανότητα πώς θα περιγράψει τις περιπλανήσεις σε φωτεινά και σκοτεινά σημεία της ζωής τους, τη δύναμη που θα μας επιτρέψει να νιώσουμε ως δικά μας «ξένα» συναισθήματα, που προκύπτουν από συμπεριφορές που οδηγούνται από τη σύγχυση του αληθινού με το ψεύτικο, του πάθους με τη λογική, της μεγαλοσύνης με την αθλιότητα. Απόλαυσα την ανάγνωση στο «Χωρίς αυταπάτες» επειδή αυτά τα στοιχεία τα βρήκα.

Έντεκα μικρές σ’ έκταση έξυπνες ιστορίες, θα τις χαρακτήριζα διηγήματα μιας ανάσας -επομένως ευκολοδιάβαστα, πυκνές σε νοήματα, όπου το κεντρικό θέμα εξελίσσεται στέρεα, χωρίς κενά, χωρίς πλατυασμούς και η λέξη χρησιμοποιείται αυστηρά για τη σημασία της. Καθημερινός, διαυγής λόγος, που ενισχύει την αφήγηση. Σημειώνω πως το ύφος του λόγου εναλλάσσεται με ευχέρεια αρκετές φο­ρές στο σύνολο των διηγημάτων για να ταιριάζει στο προφίλ των διαφορετικών πρωταγωνιστών της κάθε ιστορίας. Πρόκειται για λογοτεχνικό προσόν του Δημήτρη Γρυπαίου που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972. Σπούδασε Πληροφορική και Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Εργάζεται ως στέλεχος Πληροφορικής στον ιδιωτικό τομέα. Στο ενεργητικό του έχει δυο συλλογές διηγημάτων (η πρώτη «Σαν άνθρωποι», Γαβριηλίδης –2009) και το μυθιστόρημα “Το φιλμ της αλήθειας», Ωκεανίδα – 2013.

Οι περιγραφές, προσώπων και καταστάσεων, είναι πολύ συγκεκριμένες. Αποθέτουν την ουσία τους χωρίς περιπλοκές∙ ώριμες, παράγουν εικόνες και συναισθήματα που οδοιπορούν μέσα σε άλλες εικόνες-συναισθήματα, όπως πιόνια στο σκάκι που όλα μαζί κινούνται για ένα σκοπό, καθένα όμως είναι ξεχωριστό και μόνο. Παραδείγματα:

Η μάνα με λογικά επιχειρήματα, κόντρα στην κοινή πεποίθηση και την παραδεκτή ηθική, προτείνει στα παιδιά της να δίνουν σ΄ εκείνη τον μισθό που προόριζαν για τη νοσοκόμα που θα φροντίζει τον άρρωστο πατέρα τους και άνδρα της. Ο ρυπαρός ζητιάνος στο Κολωνάκι περιφέρει πειστικά το ψέμα του εκκεντρικού πλούσιου στους θαμώνες της πλατείας και ανταμείβει αυτόν που τον δέχθηκε στο τραπέζι του προσφέροντάς του για λίγο την πραγματική χαρά έστω κι αν αυτή η χαρά προκαλείται από το ψέμα μιας επιταγής δίχως αντίκρισμα που του δίνει. Το ζευγάρι που διασχίζει, με τα σακίδια στην πλάτη, το Μοναστηράκι, τρέχοντας προς το σημείο έκρηξης μιας βόμβας, είναι η αυταπάτη του ανα­γνώστη ότι πρόκειται για τους δράστες της έκρηξης, και όχι για δυο νεαρούς της εποχής μας που κα­τευθύνονται εκεί με κυρίαρχη επιθυμία και σημαντικότερο σκοπό μια σέλφι, με φόντο συντρίμμια, για το face book. Ακόμα και ο άγνωστος γλύπτης που προειδοποιεί μάταια τον καταχραστή δήμαρχο και τα παιδιά στο νησί για τον κίνδυνο να κάνουν βουτιές στο λιμάνι, καρφώνει το μαρμάρινο κατάρτι του στον βυθό του λιμανιού μεταβάλλοντας την αυταπάτη του σε ζοφερό παρόν, ελπίζοντας να τιμω­ρήσει τα παιδιά που περιγέλασαν τις ανησυχίες του και ότι θα παραπέμψουν τον ατιμώρητο δήμαρχο για αμέλεια, αποδίδοντας δικαιοσύνη.

 

Δημήτρης Γρυπαίος

 

Οι κοφτές προτάσεις, οι καθαρές έννοιες, η γραφή που κινείται με τον προσωπικό ρυθμό της δη­μιουργούν συνολικά έναν όμορφο τόπο ανάγνωσης. Το απλό και σαφές κατανοείται. Το ευφάνταστο δεν γερνά και το κυριότερο δεν το εγκαταλείπεις, συντελεί να κρατήσεις ανοιχτό μέχρι τέλους το κάθε βιβλίο.

 (…) καθώς το καραβάκι έβγαινε από το λιμανάκι, κοίταξε προς τη μεριά του βρά­χου, στο νερό. Δεν φαινόταν τίποτα. Έφυγε από το κατάστρωμα, μπήκε στο μικρό σα­λόνι, κάθισε στον πρώτο καναπέ, άφησε το κουρασμένο του κορμί να χαλαρώσει και χαμογέλασε με ικανοποίηση. Είχε επιτέλους αποδράσει, και μάλιστα θεαματικά. Αργό­τερα το απόγευμα, αν ήταν τυχερός, κάποιο παιδί απ’ όλα θα καρφωνόταν στο κατάρτι, μπροστά στα μάτια των θαμώνων του Τζίμη. Και ο δήμαρχος θα ερχόταν αντιμέτωπος με όλη την αρνητική δημοσιότητα, που ίσως έριχνε τα φώτα πάνω του και τελικά στις λοβιτούρες του. Μπορεί έτσι να έχανε και τη χήρα, γιατί όχι; Ένα περίεργο αίσθημα πληρότητας ένιωσε να τον πλημμυρίζει. (…)

Στη διήγησή του δεν υπάρχουν σκοτεινοί τόποι και ασάφειες μολονότι η δράση των ανθρώπων συμβαίνει σε μια πλάνη συναισθημάτων και σκέψεων είτε στην ρηχότητα, είτε στο βάθος τους. Οι προθέσεις τους παραμένουν ασαφείς. Έχουν βέβαια την απόλυτη ευθύνη της επιλογής τους, αφού στο σκηνικό που στήνει ο Δημήτρης Γρυπαίος τίποτα δεν γίνεται τυχαία, ενώ για πολλές περιπτώσεις φαί­νεται κι εντελώς αχρείαστο κάτι να γίνει. Το αποτέλεσμα κάθε πράξης έρχεται σαν απόρροια μιας σει­ράς αλληλένδετων πράξεων, επηρεάζει το περιβάλλον (χώρο και πρόσωπα) και εκδηλώνεται αδιάκοπα στο σημείο τομής του πραγματικού με το φανταστικό. Όμοια με τον στίχο του Γιώργη Παυλόπουλου: «βλέπουμε δυο όνειρα το ένα μέσα στο άλλο, δίχως να το ξέρουμε». Μόνο που εδώ ο Δημήτρης Γρυπαίος ιστορεί κρατώντας μας σε θέση κριτή για να ξέρουμε. Τι;

Ότι την εξουσία στην εποχή μας, ίσως και σε παλαιότερες εποχές, ασκεί η αυταπάτη. Η δύναμη του φανταστικού είναι τέτοια που καθορίζει, οδηγεί και υποτάσσει το πραγματικό. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για μικρές ή μεγάλες αυταπάτες, ούτε αν είναι πρωτεύουσες ή δευτερεύουσες στη ζωή ενός ανθρώπου. Οφείλουμε -όσο μπορούμε- να τις διακρίνουμε και κατά κάποιο τρόπο να τις εξηγήσουμε. ¨Όχι τόσο για να διορθώσουμε τη ζωή μας αλλά για να ξέρουμε τα λάθη της.

 

 

* Ο Γιάννης Πλαχούρης είναι δημοσιογράφος. Έχει γράψει ποίηση, παραμύθια, μυθιστόρημα και προσεγγίσεις βιβλίων.  

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top