Fractal

Η μνήμη του Τόπου, μιας Χώρας, στα θεμέλια και τα ερείπια ενός Κτηρίου

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Κωνσταντία Σωτηρίου «Brandy Sour» Μυθιστόρημα σε είκοσι δύο δωμάτια, εκδ. Πατάκη, σελ. 144

 

Θα μπορούσε να είναι η μνήμη του Τόπου αν δεν ήταν η συμπυκνωμένη μνήμη μιας χώρας συγκεντρωμένη σε ένα και μόνο κτήριο. Με άλεφ το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας στο κέντρο της Λευκωσίας, αυτή τη φορά, η Κωνσταντία Σωτηρίου στο τέταρτο βιβλίο της, ξανακάνει το θαύμα της.

Μέσα από το Brandy Sour, βασιλικό ποτό που σέρβιραν στο Μεγάλο Ξενοδοχείο και είκοσι δύο από τα 93 δωμάτια του Λήδρα Πάλλας, με αντίστοιχες αφηγήσεις ανθρώπων που πέρασαν από το χώρο και άγγιξαν έστω και για λίγο τον μανδύα της Ιστορίας, ξεδιπλώνεται η ιστορία του τόπου και όλο το Κυπριακό δράμα.

Το «Brandy Sour» είναι ένα μυθιστόρημα 22 μικρών κεφαλαίων, όπου μέσα από τις αφηγήσεις του βασιλιά, ενός εβραίου, μιας καμαριέρας, μιας δεσποινίδος, ενός αντάρτη, του ποιητή και του Αρχιεπισκόπου, ενός τούρκου, ενός ζωγράφου, ενός θυρωρού, ενός κομπάρσου, ενός φωτογράφου, του μετρ, μιας μητέρας, μιας αρραβωνιαστικιάς, του Δημάρχου, μιας καθαρίστριας, μιας κόρης, ενός χτίστη, των Οηέδων και τα δάκρυα ενός γρύπα, ξεδιπλώνεται η ιστορία του τόπου. Που ήλπισε για τα καλύτερα, έκτισε τα ωραιότερα και πολυτελέστερα, έζησε όλη την ακμή ενός ξενοδοχείου που υπήρξε κόμβος συναντήσεων που καθόρισαν την ιστορία, φιλοξένησε σπουδαίες προσωπικότητες, από τον Γιούρι Γκαγκάριν και την πριγκίπισσα Μαργαρίτα, ως την Αλίκη Βουγουκλάκη, και έμελλε να γίνει το 1974 ο τόπος όπου διεξήχθη μια από τις φονικότερες μάχες (σκοτώθηκαν οι πρώτοι εθνοφρουροί), υπέστη τη διχοτόμηση της πόλης, στη συνέχεια στέγασε την ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ και αυτή την εποχή καταρρέει.

Υπενθυμίζουμε ότι το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας χτίστηκε το 1949 στο κέντρο της Λευκωσίας με την υπογραφή ενός εβραίου αρχιτέκτονα και υπήρξε η επιτομή της πολυτέλειας και του μοντερνισμού.  Στο ξενοδοχείο συνυπήρχε η μπουρζουαζία της εποχής – πλούσιοι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, Εγγλέζοι αποικιοκράτες, φαντασμένοι ιεράρχες και υψηλόβαθμοι κληρικοί και υπήρξε πεδίο μαχών μεταφορικά και κυριολεκτικά, στις αίθουσές του γράφτηκε σχεδόν όλη η κυπριακή ιστορία.

Τα κεφάλαια κλείνουν με την ρευστότητα των καιρών μέσα από τα ποτά που διατηρούν μνήμη συναισθημάτων και αποτελούν ανθρώπινη παρηγορία: αρχίζοντας από το βασιλικό brandy sour, την λεβάντα που σε βοηθά να ξεχάσεις, την κουμανταρία για όσους θέλουν να δουν τον Θεό, την αφρόζα για δεσποινίδες που βιάζονται να μεγαλώσουν, το κονιάκ V.S.O.P. που μπορείς να πιεις απευθείας από το μπουκάλι, το τσάι γιασεμί για χαμένες πατρίδες και ποιητές διπλωμάτες, τη ζιβανία για καρδιές προδομένες, το αϊράνι που καλύτερα να μη το πιεις χωρίς δυόσμο, το τσάι τριαντάφυλλο που σε βοηθά να χωνέψεις τ’ αχώνευτα, τη σουμάδα όταν το κρύο σου περονιάζει την ψυχή και τα κόκκαλα, την μπίρα για να ξεχάσεις τον πόλεμο, τον καφέ που πρέπει να τον πίνεις πικρό για να καταλάβεις, το νερό γιατί κάποτε πρέπει να δώσεις τα πάντα για ένα μεγάλο ποτήρι παγωμένο, τον ζαμπούκο για να ξεπλένεις τα κλαμένα σου μάτια, τον δυόσμο για να βρεις το κουράγιο να ενώσεις την πόλη, το αγίασμα για να το πίνεις και να νίβεσαι, το ροδόσταγμα για να τονώνει το μέσα σου, το λικέρ κιτρομηλάκι γιατί σε κάνει να χαμογελάς, το έψημα για τις ανθρώπινες άφθες και για τις τρύπες από σφαίρες των κτιρίων, τη λεμονάδα για να αντέξεις τη ζέστη και τα ψέματα και τα δάκρυα, «πάντοτε παγωμένα». Διότι «Κάποτε ούτε οι γρύπες δεν μπορούν να προφυλάξουν τα μαγικά παλάτια».
Επειδή: «Σαν έψαχναν το σύμβολο για το Μεγάλο Ξενοδοχείο, θυμήθηκε εκείνο το δαχτυλίδι και την ιστορία που του έλεγε ο πατέρας με τον γρύπα, εκείνο το δαχτυλίδι με τη σφραγίδα που του είχε δώσει όταν ήταν μικρός. Οι γρύπες φυλάνε τα μεγάλα παλάτια. Στέκουν φρουροί στις πόρτες τους και τα προσέχουν να είναι ασφαλή. Έχουν κεφάλι γύπα και σώμα λιονταριού και στέκονται στις εισόδους των μεγάλων σπιτιών και δεν αφήνουν να μπει μέσα το κακό. Είναι τέρατα σπουδαία και μυθικά και τρέφονται με μυστικά, ελπίδες και δάκρυα.»

Και πριν το τέλος, το ίδιο το Λήδρα Πάλας αποκτά ανθρώπινη φύση μέσω της φωνής του Τουρκοκύπριου Χασάν που γεμίζει το στόμα του με άφθες λόγω άγχους, όταν ο υπό κατάρρευση χώρος υποστασιοποιούμενος τού μιλά: «Ο Χασάν ο αγχωμένος δεν ξέρει, δεν μπορεί να καταλάβει ο χτίστης τι θέλει να του πει το μεγάλο σπίτι κι αυτό τον αγχώνει. Τον αγχώνει πολύ. Αυτό που νιώθει είναι πόνος. Δοκιμάζει και πάει ξανά και ξανά, αγγίζει τους τοίχους, κυλιέται στο πάτωμα, σκαρφαλώνει στα παράθυρα. Το κτίριο δεν απαντά».

Οι τρύπες στους τοίχους γίνονται οι τρύπες από τις άφθες στο στόμα του Χασάν που το κάνουν να αιμορραγεί – και έτσι το τραύμα κυριολεκτικά σωματοποιείται: «Μια μέρα πηγαίνει στο μπακάλικο και αγοράζει δεκάδες μπουκάλια με έψημα για τα χείλη του, που στάζουν πλέον συνέχεια αίμα. Ένα πρωί περνά το οδόφραγμα, μπαίνει κρυφά στο ξενοδοχείο και ρίχνει στους τρυπημένους τοίχους γαλόνια έψημα. Όταν τον συλλαμβάνουν οι Οηέδες και τον παραδίδουν στους δικούς του, ψιθυρίζει πως μόνο το έψημα μπορεί να βοηθήσει στις τρύπες, μόνο αυτό μπορεί να διώξει τον πόνο».

Ένα συγκλονιστικό βιβλίο για πολλούς λόγους: την πρωτοτυπία του, την τρυφερότητα και την αισθαντικότητά του, την ιστορία έτσι όπως την περιδιαβαίνει μέσα από την ανθρωπογεωγραφία των απλών ανθρώπων, και τέλος τη γλώσσα του. Με επαναλήψεις σε εκείνα που σε πονούν και σου τρυπούν την ψυχή και σε εκείνα που αναλλοίωτα μένουν στον χρόνο.

Ένα βιβλίο για την ακμή και την παρακμή, τις ελπίδες, τη λάμψη και την φθορά, τις ψευδαισθήσεις και την κατάρρευση, την ιστορία ενός ξενοδοχείου, τη διχοτόμηση μιας πατρίδας και μιας πόλης.
Για το άγιο νερό που σε βοηθά να αντέξεις τον κόσμο. Και για τους διψασμένους της ιστορίας οι οποία περιμένουν, ακόμα περιμένουν και θα περιμένουν δικαιοσύνη.

Ένα βιβλίο που εκτός από σπουδαία λογοτεχνία, διασώζει την Ιστορία.

 

Κωνσταντία Σωτηρίου

 

Υπενθυμίζουμε ότι η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε το 1975 στη Λευκωσία. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου και κάτοχος μεταπτυχιακού στην ιστορία της Μέσης Ανατολής από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Εργάζεται ως λειτουργός τύπου στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το μυθιστόρημά της “Η Αϊσέ πάει διακοπές” βραβεύτηκε με το Athens Prize for Literature, ήταν στη βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων Κύπρου και στη βραχεία λίστα στην κατηγορία των πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων των βραβείων του περιοδικού ‘Ο Αναγνώστης’ και του περιοδικού ‘Κλεψύδρα’. Αναδείχθηκε νικήτρια του λογοτεχνικού Βραβείου της Κοινοπολιτείας 2019 της περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά, για το διήγημά της “Έθιμα θανάτου” που αποτελεί μέρος της “Πικρίας χώρας”.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top