Fractal

Περί ορυκτού πλούτου και άλλες μεταφορές

Γράφει ο Σταύρος Σταμπόγλης //

 

Κώστας Καναβούρης, Ποιητική συλλογή “Αποθήκη καταλοίπων ηδονής”, Εκδόσεις Μελάνι, Αθήνα 2018

 

«Σκουριά, πολλή σκουριά

Μόλις βγαλμένη από τα βράγχια του ψαριού…»

                                        

Ξεκινώ από το κύριο στοιχείο για κάθε  ποιητικό είδος: εξαιρετικός Ρυθμός και   Μουσικότητα παρά την αφαίρεση και το μοντέρνο. Όπου το τραγικό δεν κρύβεται αλλά καθώς το ακονίζει ο ποιητής παράγει πολύτιμο προϊόν. Άμμος από εκτεθειμένη πέτρα, σμυρίγλι, μαρμαρόσκονη, χρυσόσκονη, πηγαίο ύδωρ. Στροφές με την διαφάνεια του πάγου και τη φλόγα του εμπρησμού. Και τα δυο προκαλούν εγκαύματα. Αλλά η ποίηση μόνο από εγκαύματα μπορεί να αναδυθεί υπονοεί ο Κώστας Καναβούρης. Ηφαιστειογενές περιβάλλον. «…Κι ένα παιδί γυμνό ξυπνάει χαράματα / Σαν άγαλμα μέσα σε φλέβα / Κι όλο το μάρμαρο από πάνω του / Άφθονο μάρμαρο / Άφθονος Παρθενώνας / Τρέμοντας».  

Γίνεται ευθύς εξ αρχής κατανοητό πως  αναλύσεις και αποδόμηση, τα τυπικά μιας επιστημονικής κριτικής, αυτές οι γραφειοκρατικές, ή και τυπικές διαδικασίες, δεν βοηθούν στην ολοκληρωμένη κατανόηση. Εδώ κυριαρχεί οι ομορφιές του Έγχρωμου και της Μεταφοράς κατά την αποτύπωση του Τοπίου. Όπου μόνο η καταβύθιση προσδίδει εγκυρότητα. Όχι, δεν πρόκειται για αφαιρετικό εντυπωσιασμό, ούτε και καν για κόλπα ελλειπτικής και άλλα ικανά να οδηγήσουν στο δυσνόητο, στο σκοτεινό. Εδώ έχουμε ουσίες εκτεθειμένες στον αιθέρα ύστερα από σύνθλιψη σωμάτων. Τον Καναβούρη δεν τον ενδιαφέρει η εμμονή μιας φαντασιακής  ισορροπίας. Τον  βασανίζει το αποτέλεσμα για το έγκυρο όπου η ποιότητα της συμπύκνωσης  θα περάσει από την διαδικασία του επαληθεύω για να φτάσει «νεαρή» ποιητική· πάλλουσα επιδερμίδα μ’ εφηβική χροιά. Μια τελικά καταγγελτική απόχρωση του λόγου. Καταγγελτικός  λόγος που προέρχεται από την άβυσσο του ποιητή κι όχι από δημαγωγικές προθέσεις. Μια βαθιά κριτική του δράματος όπου η φυγή προς το μέλλον δεν αποκτά την έννοια του διαφεύγω ή δραπετεύω αλλά  του συνεχίζω εν γνώσει των συνεπειών της προσωπικής ευθύνης εδώ και τώρα. «Να βιαστούμε, σου λέω, / Στάζουν κεριά μέσα στο αίμα / Έλα να φύγουμε τώρα που μπορούμε. /Άκου: η απελπισία κοιμάται / Έλα να φύγουμε τώρα που μπορούμε / Να θυμηθούμε ένα απόγευμα / Με όλες τις θάλασσες κι όλες τις νύχτες / Κρυμμένες από πίσω του / Ένα απόγευμα σαν αποτυχημένο ποίημα / Που όμως γράφτηκε με λύπη αληθινή. / Έλα να φύγουμε, πριν μας θάψουν εδώ / Μέσα στο ίδιο μας το παρελθόν». Μια δεξαμενή χωνεμένων εμπειριών που πάλετε ετούτοι οι στίχοι.

Απομένουν η προτροπή για ανάγνωση πίσω από τις λέξεις, οι παραβολές και μια μουσική «παραγγελιά».  Σταθείτε απέναντι στην κυματαγωγή, απέναντι στο φρύδι του ορίζοντα, στο γείσο του χάους. Αν βρίσκεσθε υποχρεωτικά σ’ ένα δωμάτιο, αγνοείστε τους τοίχους, επιλέξτε στο YouTube το δεύτερο βαλς του Σοστακόβιτς, ή το «Tobacco Road» με τους Eric Burdon & War, ή το «Lonesome Highway» με τον Rory Gallagher, ή το «Μοιρολόι με γυρίσματα» του Πετρολούκα Χαλκιά και αρχίστε την απαγγελία. Δυνατά. Τόσο δυνατά όσο να σκεπαστεί η σιωπή της ερημιάς και η δύναμη της υπόκρουσης. Αρχίζω να διαβάζω  πάλι το πρώτο και ξεχωριστό ποίημα της συλλογής με τον τίτλο «ΑΠΟ ΠΕΙΝΑ». Έχω μάλιστα σκοπό να φτάσω πάλι  ως τέλος ή όσο αντέχει η στιγμή την κόπωση ετούτης της ελευθερίας που χαρίζει η βαθιά γνώση, η εμπειρία και η οδύνη του ποιητή. Απαγγέλω, «Σκουριά, πολλή σκουριά / Μόλις βγαλμένη από τα βράγχια του ψαριού. / Με ό, τι έχει  ταΐζει η μάνα το παιδί της / Μ΄ αυτό το τίποτα που φτιάχνει τον Θεό / Κι ύστερα μπαίνει μες στα μάτια του / Και τον τυφλώνει». Τίποτα περιττό. Ούτε ένα επίθετο. Κάτι σαν μόλυβδος αβαρής. Αστραπιαία απογείωση.  Βαρύτητα εν πτήση. Μέθεξη. Ιδανική μίξη γλώσσας, εννοιών, εικόνων, ρυθμού. Κάθε λέξη είναι η σταγόνα μιας διαφορετικής απόσταξης.  Δυνατό κοκτέιλ  γεμίζει τη συνείδηση του αναγνώστη με τοπία ξεκάθαρα. Σταγόνα σταγόνα γεμίζει η θάλασσα. Σταγόνα σταγόνα γεμίζει το μέλλον. Η έννοια της σταγόνας εδώ ορίζει  την συνέχεια και η συνέχεια την κίνηση. Και η πολυτραγουδισμένη σκουριά αναγεννημένη  με νέο ποιητικό αίσθημα, αναρριχάται πάνω κι  απ’ το Θεϊκό. Η σκουριά, μέρος του θανάτου σε άλλες ποιητικές, εδώ μετασχηματίζονται σε ουσία συντριβής αλλά ωστόσο πολύτιμη ύλη δόμησης, λείανσης, αιχμηρότητας, πριν γίνει  λάσπη στα νερά. Και η λάσπη είναι περιβάλλον σύλληψης. Η ανανέωση είναι αποτέλεσμα καθημερινής γενναιότητας δια μέσου της φθοράς. Η κατανόηση της Ζωής είναι κυρίως η κατανόηση του αντικειμενικού. Τούτα τα ποιήματα δεν χαϊδεύουν  τ’ αυτιά. Μιλάνε με ειλικρίνεια, με εγκυρότητα, για τον φόβο του φαύλου κύκλου, καθώς η ανάγκη για την επιβίωση μετασχηματίζεται σε γενναιότητα, αποδοχή, σκέψη, ευθύνη, αντίσταση, θυσία. Στη φύση δεν υπάρχει φόβος. Υπάρχει γνώση. Στην αληθινή ποίηση δεν υπάρχει φόβος υπάρχει ελεύθερη φωνή. Και ελευθερία χωρίς μάτια ορθάνοιχτα δεν υπάρχει υπονοεί ο ποιητής.

«Κρατούσε στα χέρια της / Ένα ζωγραφισμένο πουλί / Στη δεδομένη ώρα το άφησε να πετάξει. / Εκείνο πέταξε για λίγο / Κι απότομα καρφώθηκε στα σπλάχνα της».

Υπάρχουν εποχές που είμαστε μόνοι μας. Πορευόμαστε  σαν απορφανισμένες ελπίδες υποχρεωμένες να συνειδητοποιούν  την αδυναμία τους ενώπιον της θυσίας. Αλλά η Θυσία δεν είναι  παρά η ανέλιξη των μονάδων σε σύνολο. Πορεία αναπόφευκτη, νομοτελειακή. Και τελικά το τραγικό της γνώσης είναι κάτι που πρέπει να αποδεχτούμε σαν εφαλτήριο προς την προσωπική ελευθερία παρασύροντας το σύμπαν κάθε φορά. «…Τότε, αν χρειαστεί, / Αν λέω, / Τότε το αίμα θα παφλάσει παρελθόν / Μέσα στον ενεστώτα». Μ΄ ένα «θα» ο ποιητής μετασχηματίζει τον  ενεστώτα  σε μελλοντική πράξη. Ο χρόνος υπάρχει  μόνο σαν  ευαισθησία της ύπαρξης στον λόγο του Καναβούρη. Κι έτσι  ετούτη η πεπερασμένη ρευστότητα αποκτά όγκο.  Και είναι  γενναιότητα να σκέπτεσαι με τον τρόπο του απαισιόδοξου αν σε βοηθά να  κρίνεις  και να  αποδέχεσαι την συντριβή ως έδαφος κίνησης. Μια διαδικασία λόγου  που δίνει όγκο στις ελπίδες όσο κι αν γνωρίζει ο ποιητής πως οι ελπίδες μας μοιάζουν με τον ορίζοντα που χάνεται μέσα στον ορίζοντα. Και να το ποίημα ΚΑΤΑΓΜΑ ΚΟΠΩΣΕΩΣ, ένα ποίημα 11 στίχων που οξυγραφεί την ελπίδα ως κίνηση, την κίνηση αιτία συντριβής την συντριβή μήτρα της αιωνιότητας,  «Στο μετατάρσιο της προσευχής πέφτει το βάρος / Όταν τα γεγονότα είναι σκληρά· / Ύστερα όμως σπάζουνε τα γόνατα της προσευχής / Γιατί τα γεγονότα είναι πάντοτε σκληρά. / Αλλιώς δεν βγαίνει νόημα από τις Καρυάτιδες / Και ούτε που θα γινόταν το σπίτι μας Ερεχθείο…».     

 

Κώστας Καναβούρης

 

Η «Αποθήκη καταλοίπων ηδονής», τούτο το εμβληματικό ποιητικό έργο του Κώστα Καναβούρη δεν διαπραγματεύεται την ερωτική σφοδρότητα ή την αγαπητική τρυφεράδα,  αλλά ορίζει πως η ανανέωση ξεκινά με το πρόσκαιρο  φως της μέρας, αυτή την μονάδα μέτρησης αποστάσεων του σύμπαντος για να ξεκουραστεί η βάρδια της νύχτας. Ο θάνατος υπάρχει  αλλά δεν  υπερβαίνει. Το πεπερασμένο, στην κατεύθυνση της ιστορικότητας, όπου τα σύνολα είναι  οι σταθερές στο χάος, μετασχηματίζεται σε ουσία συνέχειας. Η ποίηση του Κώστα Καναβούρη βρίσκεται στην κορυφογραμμή  του κύματος, κάτι σαν τροχιοδεικτικό  κίνησης. Τεθλασμένο φως αντιστοιχεί σε τεθλασμένο σκοτάδι. Αλλά το ενιαίο δεν επηρεάζεται.  Κι  εμείς οι αναγνώστες από απλές μονάδες εξελισσόμαστε σε μέλη ενός συνειδητοποιουμένου συνόλου. Η οδύνη μας πίσω απ’ το χαμόγελο μιας καλημέρας, πίσω απ’ τις μύριες καθημερινές προσπάθειες για επιβίωση και δικαίωση, μπορεί να χαρακτηριστεί ως «Σιωπηλή ισχαιμία», επιμένει ο ποιητής. Η φαινομενική αδυναμία αντίδρασης δεν σημαίνει απελπισία ή άγνοια, αλλά σημαίνει αξιοπρέπεια ενώπιον του αληθούς και γενναιότητα καρτερίας μετά την αποδοχή κι ως την ανάταξη. «Μέσα στο αίμα βαπτίζεται η σιωπή. / Για την ακρίβεια δωροδοκεί το αίμα / Ιδίως όταν τα σύμφωνα και τα φωνήεντα  / Σωριάζονται σαν το βαμβάκι /…   Είσαι βουτηγμένος στο αίμα / Σε λίγο θα γνωματεύσουν  για όλες τις επαναστάσεις / Για όλες τις εκατόμβες, για όλες τις ελπίδες. / Περιμένουν να μιλήσεις /  Αυτό περιμένουν: μια γνώμη του σώματος / Έναν ανέσπερο πόνο της υποταγής. / Μάταια περιμένουν· δεν θα μιλήσεις /  Κι  ας το ξέρεις ότι ο πόνος θα σε προλάβει / Κι ας το ξέρεις ότι δεν είναι πάντα η λύση η σιωπή».  

Η «Αποθήκη κατάλοιπων ηδονής» δεν είναι παρά η βαθιά αγάπη για τη ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της.  Όπου η αφαίρεση, ο πολλαπλασιασμός,  η δικαιοσύνη, οι διαφορετικές αλήθειες, οι απέναντι τόποι, ο σεβασμός του άλλου, η εμπειρία, η γνώση, η συντριβή, η κριτική, η αυτοκριτική, ο σαρκασμός, η επαλήθευση, η ανανέωση της ελπίδας, η ασάφεια των οριζόντων, είναι ένα  μείγμα ιδανικού ύδατος να ποτίζεται η ύπαρξη. Και η ιδέα; Μα η ιδέα θα μπορούσαμε να δεχτούμε πως είναι άπιαστη σαν τον ορίζοντα κι  ωστόσο, συγχρόνως, κάτι που σε εξανθρωπίζει ώστε να δικαιωθείς κατά την θυσία σου καθώς η άκρη συνεχώς ξεφεύγει. Μια «σιδερένια φτέρνα» γίνεται η κινητήρια ιδέα, κι εσύ νοιώθεις δίκια για άδικα, τι σημασία έχει πια η νίκη ιστορικά. «…Σαν μαραγκός που κάρφωσε τη θάλασσα στον ήλιο. / Έτσι αποθηκεύεται η ηδονή». Να υπονοεί ο ποιητής πως η γνώση δεν μοιάζει μόνο στην ομορφιά της  ηδονής αλλά κυρίως φέρνει πόνο όπως η ηδονή; Η Δημιουργία αγνοεί την συντριβή. Οι επόμενες ημέρες ξεκινούν τυφλές. Το μέλλον είναι τυφλό. Ο Θεός είναι τυφλός. Στην Ελληνική γραμματεία ο μάντης είναι τυφλός. Κι όταν δεν είναι τυφλός, είναι γυναίκα καταδικασμένη να γνωρίσει την αντρειοσύνη  της. Δηλαδή την Υποχρέωση  στην Θυσία. Δεν είναι βέβαια Επική η ποίηση του Καναβούρη, ωστόσο η υπόγεια καταγγελία του ψεύδους υποκρύπτει ένταση κατά την εξέλιξη. Είναι τραγούδι για τη δόξα της κατίσχυσης των γενεών παρά την αντίσταση ή γιατί όχι την αντίδραση. Αντίδραση, μια καθολική έννοια σε αντίθεση αλλά και συνάφεια με την δράση.  Ώσπου το ένα αποδέχεται την ανάγκη ή την υποχρέωση να βυθιστεί μέσα στο άλλο για να γίνουν ένα σύνολο. Νέος οργανισμός.  Όπου η μνήμη από διεκπεραιωτής εξελίσσεται σε ουσία εξέλιξης εξαφανίζοντας επαναστατικά τις αποστάσεις ανάμεσα σε αυτό που υπήρχε, σ’ αυτό που υπάρχει και σε αυτό που δεν υπάρχει αλλά αναπόφευκτα πλησιάζει όσο κι αν  εμείς προσπαθούμε να το αποφύγουμε εγκλωβισμένοι σε συνθήκες  παρακμής. «Θα μείνουμε στο σώμα μας. / Δεν γίνεται πια να ηττηθούμε./ Κάποτε θα μπορούσαμε να ηττηθούμε./ Όχι πια. / Τώρα δεν γίνεται. / Τώρα η ήττα είναι ανέφικτη».

Στην ποίηση του Καναβούρη η ισορροπία δεν είναι παρά το θεμέλιο του οικοδομήματος που αποκαλείται ανισορροπία. Η ασάφεια είναι το γενεσιουργό πείσμα της επιβίωσης. Η ασάφεια ορίζει το μέλλον χάρις στην σαφήνεια της μνήμης. Το ελλειπτικό, ή καλύτερα ο βαθμός της ελλειπτικότητας εδώ είναι σε τέτοιο ικανό επίπεδο που  διευκολύνει τον  καλό αναγνώστη να μεταλάβει των ιδεών του ποιητή και βοηθά τον απλό αναγνώστη να θέσει σε αμφισβήτηση την προτεραιότητα για ανάπαυση, ή επανάπαυση . Αν ο ποιητής εδώ φαίνεται να προβλέπει, αυτό συμβαίνει επειδή κατανοεί την εποχή του και έχει γνώση σε βάθος και πλάτος εκείνων που έχουν συμβεί. Η άβυσσος μιας καλλιεργημένης συνείδησης καταλήγει στη γνώση της επιφάνειας πολύ πριν αυτή καταχωθεί.  «Απέναντι θα είναι πάντα η Ελευσίνα / Απέναντι θα είναι πάντα η Ιεριχώ. /…Και θα σε λένε ερείπιο / Με κλωνάρια βαθιάς τριανταφυλλιάς. / Είναι άνοιξη. / Δεν ξέρω γιατί, αλλά στην αρρώστια / -ιδίως στη θανατηφόρα- /  Είναι πάντα άνοιξη».

 

 

Η ποίηση του Κώστα Καναβούρη δεν ξεπέφτει σε  μικροκόλπα συγκάλυψης  κατασκευάζοντας δικαιολογίες αθώωσης ή αγιοποίηση του συντετριμμένου χρόνου. Πρόκειται  για ποίηση εντοπισμού, ειλικρίνειας και συμμετοχής στην ευθύνη. Δέχεται ή αποδέχεται  το χρέος του Οιδίποδα αντικειμενικά, «…Στα εύκολα ποιήματα αυτό λέγεται θεόθεν αλητεία / Στα εύκολα σώματα αυτό λέγεται ακατάσχετη αιμορραγία. / …».    

Γνωρίζει ότι η αντίληψη  που έχει κατακτήσει  του επιτρέπει μόνο να σημάνει συναγερμό .    Μας μεταφέρει τη γνώση πως το αντικειμενικό των μετασχηματισμών είναι η βάση της κατανόησης των πράξεων μας, των ιδεών μας, των διαφορών μας, της συντριβής μας. Επιμένει σ’ αυτό ο Καναβούρης. Ναι δεν είναι εύκολη αυτή ποίηση. Αλλά δεν είναι εύκολη γιατί παλεύει με την οκνηρία. Και δεν είναι εύκολη γιατί διαθέτει το ήθος που μόνο η ανάληψη της ευθύνης προσδίδει στον Πολίτη. Να μια έννοια πρωταρχική στην ελληνική σκέψη. Μας δόθηκε η επιλογή της συνέχειας. Για τούτη την επιλογή κρίνει κι εξηγεί ο Κώστας Καναβούρης. Η ποίηση εδώ  τολμά κυρίως εκείνο που αποφεύγουμε όπως ο διάβολος το λιβάνι σε κάθε έκφανση της ζωής μας ως άτομα και ως σύνολα, την επαλήθευση. Η επαλήθευση ανήκει σε εκείνες της ενέργειες όπου το ήθος αν δεν πρωταγωνιστεί σε όλα τα επίπεδα οδηγούμαστε στην θεωρητικοποίηση, στην παγίωση του ψεύδους. Και το ψεύδος εξαρθρώνει το έγκυρο. Και το ψεύδος βρίσκεται παρά το πλευρό του σκοτεινού. Και το έγκυρο δεν μπορεί να υποστηρίξει τίποτε άλλο παρά την αξιοπρέπεια του συντετριμμένου καθώς ανασυντάσσεται. Τα μέλλον τίθεται παρά το πλευρό της συντριβής. Μόνο μέσα από την πολύτιμη και ουμανιστική διαδικασία της επαλήθευσης μπορούμε να επανακάμψουμε. Αυτή στην ουσία η εξελιγμένη και δυναμική λογική διαδικασία  είναι η κινητήρια δύναμης, το δροσερό νερό της ποίησης του Κώστα Καναβούρη, τ’ αθάνατο νερό του ποιητικού μύθου  κι όχι τεχνάσματα και εξυπνακίστικες  πομφόλυγες. Έχουμε δηλαδή μια κοινωνική και πολιτική ποίηση πίσω απ’ τις Μεταφορές, που κατανοεί το ανθρώπινο, που υποστηρίζει πως η Δικαιοσύνη είναι μέρος της Ανάγκης και η Ανάγκη μέρος της Αγάπης, αυτής της αγάπης που ισούται με τον ουμανισμό.

Εδώ αυτές είναι οι μυλόπετρες που συνθλίβουν στοιχεία και στοιχειά για να γίνει ποίηση.

Η γραφή του Κώστα Καναβούρη μοιάζει με τις προσπάθειες να  απεικονίσουμε το αεικίνητο της  θάλασσας. Μια ανοικτή θάλασσα όπου μόνο με ικανή αρματωσιά μπορείς να την περάσεις, δηλαδή να την διασχίσεις, ή να την εξαντλήσεις κατά πως θα έλεγαν οι μέγιστοι.  Φαίνεται πως είναι  αδύνατον να εξαντλήσουμε τη θάλασσα δίχως ναυάγια αλλά ως Άνθρωποι και σύγχρονοι  Πολίτες είμαστε υποχρεωμένοι να προσπαθούμε όπως ορίζει ο ακροτελεύτιος στίχος του ποιήματος ΚΑΡΔΙΑΚΟΣ  ΗΧΟΣ ΥΔΡΟΜΥΛΟΥ, «…Σαν το νερό που τρέχει περιμένοντας».

 

 

Σταύρος Σταμπόγλης

Αντίκυρα Απρίλιος 2019

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top