Fractal

Με επίκεντρο το πάσχον σώμα

Γράφει η Χριστίνα Οικονομίδου //

 

Κώστας Καναβούρης, «Αποθήκη καταλοίπων ηδονής», Εκδόσεις Μελάνι

 

Υπάρχει μια χρυσή τομή στην ποίηση, λεπτή όσο και η κόψη ενός ξυραφιού, πάνω στην οποία καλείται ο ποιητής να ισορροπήσει, ανάμεσα στο βιωμένο ενεργό συναίσθημα -που δίχως  επεξεργασία συνήθως καταλήγει σε ομφαλοσκοπία- και στην εγκεφαλική του αποτύπωση -που ενίοτε αλέθει τόσο λεπτομερώς το βιωμένο ώστε στο τέλος το ποίημα καταλήγει ολότελα στεγνό από χυμούς. Υπάρχει ασφαλώς και η επιλογή ν’ αποφύγει κανείς αυτήν την “κακοτοπιά” και να κινηθεί κάπου στα πέριξ. Όμως τότε το ποίημα παύει να ‘ναι “αστραπή και πράξη” και όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Χάρολντ Μπλουμ, δεν χρειάζεται να το διαβάσουμε δεύτερη φορά. Κάθε δημιουργία, για να νοηθεί ως τέτοια και όχι ως απλή κατασκευή, ενέχει το ρίσκο του να πατήσει κανείς πάνω σ’ αυτό το όριο και να πειραματιστεί με την ελαστικότητά του, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή να σχιστεί στα δυο και ως εκ τούτου να χαρακτηριστεί ανάλογα με το εκτόπισμα που κάθε αποσχισθέν κομμάτι του έχει στο αναγνωστικό κοινό. Εδώ και χρόνια, ο Κώστας Καναβούρης παίρνει θαρραλέα και σχεδόν αθόρυβα αυτό το ρίσκο, ακροβατώντας επιδέξια πάνω του.

«Αν βγεις απ’ το κορμί σε περιμένει θάνατος/ Κι αν μείνεις μέσα φτώχεια», γράφει χαρακτηριστικά στο προηγούμενο βιβλίο του «Έσπασε». Κι ακόμα: «Κουβαλάω επάνω μου ποιήματα/ Κι έχω ρυθμίσει τον μηχανισμό».

Δεν θα περίμενα, λοιπόν, κάτι λιγότερο από τον ποιητή στην τελευταία συλλογή του «Αποθήκη καταλοίπων ηδονής». Τίτλο που δανείστηκε ο ποιητής από ένα μεγαλόπνοο αρχιτεκτονικό σχέδιο του σχεδόν αποσιωπημένου από την επίσημη ιστορία γερμανού Γιόσεφ Σνέλερ -ανάμεσα σε χιλιάδες ακόμα θύματα που εξοντώθηκαν ως «μη αποδοτικοί άνθρωποι» στα ψυχιατρεία της ναζιστικής Γερμανίας. Αφορμή γι’ αυτό το δάνειο στάθηκε η φιλοξενία μιας ιδιαίτερης έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη, της συλλογής Πρίντσχορν που εδρεύσει στην Ψυχιατρική Κλινική της Χαϊδελβέργης. ‘Οπως ο ίδιος ο ποιητής μας πληροφορεί σε σημείωσή του στο τέλος του βιβλίου, ανάμεσα στα εκθέματα ήταν και το ομότιτλο σχέδιο του Γιόζεφ Σνέλερ, ο οποίος είχε εμπνευστεί ένα κτίριο, που η κατασκευή του θ’ απαιτούσε 400 χρόνια και σκοπός του θα ήταν ν’ αντισταθμίσει κατά κάποιον τρόπο τη μήνιν που εξαπέλυσε η εκκλησία ενάντια στην ερωτική ηδονή.

 

Στο επίκεντρο των ποιημάτων της παρούσας συλλογής το πάσχον σώμα, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά και, καθώς σώμα και πνεύμα είναι αδιαίρετα -παρά τις επίμονες προσπάθειες από αρκετούς ως τώρα να τα διαχωρίσουν- το πάσχον πνεύμα στο πάσχον σώμα ή και το αντίστροφο.

 

«Γιατί σε σώζει ο ποιητής;

Γιατί είναι ποιητής.

(…)

Ύστερα σε παίρνουνε από την πίσω πόρτα

Και σε θάβουν πολύ μακριά

Γιατί ο Θεός δεν θέλει να ξέρει.» (Άφωνος Στηθολαλιά)

 

Οι τίτλοι των ποιημάτων, αν τους διαβάσει κανείς όλους μαζί, μοιάζουν από μόνοι τους με ακτινογραφία ενός σωματικού ποιήματος.

Από πείνα, Διάγνωση, Βαρύ ύδωρ, Ανένδοτος ιστός, Κολπική μαρμαρυγή, Καρδιακός ήχος υδρόμυλου, Άτιτλος ασθένεια, Ενδοφλέβια στάχτη κ.ο.κ.

Όμως αντίθετα με όσα προφανώς μπορεί κανείς να φανταστεί για το περιεχόμενο, δεν πρόκειται για μια παθητική καταγραφή της παρακμής και της φθοράς, παρά για μια ηχηρή, ζωηρή διαδήλωση ενάντια στη φθορά και τη φενάκη της υγείας.

«Μια μέρα θα σε χτίσω/ Επιστρέφοντας εκεί απ’ όπου άρχισα:/ Αιώνες να σε χτίζω/Κι ακόμα ούτε τα θεμέλια/Δεν έχω κατορθώσει/ Στο κορμί σου.» (Αποθήκη καταλοίπων ηδονής Ι)

Άλλωστε η ηθική καταπόνηση του σώματος-πνεύματος είναι ύπουλη και ενίοτε εξίσου ισχυρή με την φυσική. «Και το κυνηγημένο το πουλί πετάει μέσα στη λάσπη/ (…)/ Κι όλους τους έρωτες τους παραδίδει/ Σε μια τέφρα στιλπνή: λέγεται υγεία./ Όταν το βγάλουν αποκεί, θα πάρει πολλούς μαζί του·» (Είδωλο υγείας, σ. 42)

Η οδύνη και η ηδονή, η αγωνία του θανάτου και η διάψευσή του μέσ’ απ’ τον έρωτα δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, εκφάνσεις της γενναιότητας του σώματος παρά την διαρκή ταπείνωσή του. «Θα μείνουμε στο σώμα μας./ Δεν γίνεται πια να ηττηθούμε.» (Σκλήρυνση κατά πλάκας).

 

Κώστας Καναβούρης

 

Ψηφίδα την ψηφίδα αποκαλύπτει ο Καναβούρης ένα μωσαϊκό που δίνει ποιητική υπόσταση στην πανάρχαιη αγωνία του ανθρώπου. “Δείτε από τι αποτελείται εντέλει το σώμα”, μοιάζει να μας λέει. Δεν είναι παρά φλέβες και πνευμόνια και καρδιά, σπλάχνα που όμως όταν συνεργάζονται γίνονται δάχτυλα που ξεκουράζονται πάνω σ’ επιδερμίδες άλλες και στήθη που μεστώνουν, δυνάμεις από σάρκα που υπερβαίνουν τη διάγνωση· ένα σύντομο θαύμα που ακροβατεί πάνω στο λίγο της θνητότητάς μας.

Του σώματος είναι αυτό το λίγο, μα και το πολύ πάλι στο σώμα μας εγγράφεται. Χωρίς την μαρτυρία του δεν έχουμε στ’ αλήθεια γλώσσα που να μας εκφράζει. Μέσα στο εργαστήριο του μυαλού μας μαγειρεύονται απλώς τα γράμματα· αυτά που χτίζουν λέξεις που εντέλει υπαγορεύουν την ψυχοσωματική νοημοσύνη μας. Και είναι αυτές οι λέξεις που προσπάθησε να ξεδιαλέξει ο ποιητής στην παρούσα συλλογή (ή μάλλον, σύνθεση) προκειμένου να χτίσει ένα πολυδιάστατο λίκνο που να μας παρηγορεί για την τελεσιδικεία μας με το φθαρτό αλλά και το επέκεινα.

Κι αφού ο θάνατος είναι ο τετελεσμένος μέλλων της ύπαρξής μας, ολόκληρη η ζωή μας προσπαθεί -μάταια ή μη- να τον δικαιολογήσει. Γι’ αυτό «και βλέπει αλλιώς την ίδια του την όραση/ Σαν να ‘βλεπε για πάντα/ Εκείνος τον καθρέφτη απ’ όπου αναδύθηκε/ Κι απέκτησε το πρόσωπο που έβλεπαν οι άλλοι.» (Ηλιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας).

 

Η «Αποθήκη καταλοίπων ηδονής» είναι μια τολμηρή όσο και υποδόρια καταγγελία για ό,τι μας εξουσιάζει περισσότερο κι από την ίδια τη φθορά, την ιδεοληψία της απώλειας μιας ιδανικής κι ενίοτε πλασματικής υγείας, μέσα σ’ έναν κόσμο που δυστυχώς δεν ξέρει πώς να ζήσει, να ευ-τυχήσει μα ούτε και να πεθάνει «κανονικά».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top