Fractal

«Από τον μικρόκοσμο των Παιδοπόλεων στον μεγάκοσμο του ελλαδικού χώρου»

Από τον Άγγελο Πετρουλάκη //

 

Layout 1

Γιώτα Κούγιαλη: «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου;» Εκδόσεις Καστανιώτης

 

«Η Κατερινούλα ήταν πολύ μικρή ακόμα,
αλλά δεν ομολογούσε ούτε στον ίδιο της τον εαυτό
ότι βρισκόταν στο ίδρυμα
διότι ο πατέρας της ήταν ένα τέρας
που είχε σπάσει τη χρυσή κλωστή αίματος
και ασελγούσε στα παιδιά του.

»Υπήρχαν μυστικά κρυμμένα βαθιά
στην καρδιά των παιδιών, σαν της Τασίας,
που ήξερε πως ο πατέρας της μάνας της
ήταν και δικός της πατέρας…»

 

 

Την Γιώτα Κούγιαλη την ‘‘γνώρισα’’ μέσα από το μυθιστόρημά της «Ερώτων τραύλισμα» (Καστανιώτης, 2005) , το οποίο με είχε ξαφνιάσει ευχάριστα. Πλέον διεύρυνα τη γνωριμία μου μαζί της, διαβάζοντας το εξαιρετικό «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου;».

Ο τίτλος μού έφερε στον νου ένα άλλο μυθιστόρημα, το «Απόψε δεν έχουμε φίλους», επίσης εξαιρετικό, της Σοφίας Νικολαΐδου, αλλά διαβάζοντας το κείμενο του οπισθοφύλλου, με την αναφορά στις Παιδοπόλεις, ανακάλεσα ένα άλλο, πρόσφατο αυτό, μυθιστόρημα, το «Πικρό γάλα» τού Μένιου Σακελλαρόπουλου.

Η συνέχεια ήταν ένα συγκλονιστικό ταξίδι στην δεκαετία τού ’60, με σταθμούς ένα χωριό τού Πηλίου, αλλά και την Λάρισα. Ένα ταξίδι στις Παιδοπόλεις τής εποχής, ιδρύματα που είχε ιδρύσει η βασίλισσα Φρειδερίκη, προκειμένου να φιλοξενηθούν σ’ αυτές ορφανά παιδιά, ή παιδιά άπορων οικογενειών.

Κάποια παιδιά βρήκαν εκεί μια απρόσμενη θαλπωρή. Έμαθαν τι σημαίνει να τρως πρωινό, δεκατιανό, γεύμα, απογευματινό, δείπνο, όταν στο χωριό τους έτρωγαν μόνο λαχανίδες και ξερό ψωμί. Έμαθαν τι σημαίνει ατομική καθαριότητα. Έμαθαν γράμματα, έγιναν επιστήμονες. Έμαθαν τέχνες.

Κάποια ένιωθαν μόνο καταπίεση.

Όλα, ίσως χωρίς εξαίρεση, ένιωθαν την απουσία οικογένειας, την αγκαλιά τής μάνας.

 

Οι νέοι της Λάρισας, την δεκαετία τού ’60, γνωρίζαμε την Παιδόπολη της πόλης μας, από τις ποδηλατάδες μας στο ανάχωμα της κοίτης τού Πηνειού. Οι πληροφορίες μας γι’ αυτήν ήταν ελάχιστες. Υποθέταμε πως φιλοξενούνταν ορφανά κορίτσια. Μέχρι εκεί.

Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι σημαίνει να έχεις πατέρα, ή μητέρα, έγκλειστους στη φυλακή, για ανθρωποκτονία… Τι σημαίνει να έχει σκοτώσει ο ένας γονιός τον άλλον…

Και ούτε ασχολούμασταν ιδιαίτερα με το ίδρυμα αυτό. Είχαμε τις δικές μας οικογένειες, τις δικές μας παρέες, τα δικά μας παιγνίδια. Οι άρρενες, τουλάχιστον. Ίσως και τα κορίτσια, όμως, αφού οι φίλες μας ποτέ δεν έκαναν αναφορά για τις συμμαθήτριές τους, στο Α΄ Γυμνάσιο Θηλέων, από την Παιδόπολη.

Έτσι για μένα, στα 68 μου, πολλά από όσα άρχισα να διαβάζω στο «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου;» αποτελούσαν ένα ξάφνιασμα. Μια γροθιά στο στομάχι.

Δεν γνωρίζαμε, τότε, τι σημαίνει εγκατάλειψη.

Δεν γνώριζα τι σημαίνει να θεωρείς αδελφή σου ένα ξένο παιδί.

Η Γιώτα Κούγιαλη άνοιξε μπροστά μου τον κόσμο αυτόν. Και τον άνοιξε με τρόπο θαυμαστό, γοητευτικό, καθηλωτικό.

Από τις πρώτες σελίδες κιόλας με ανάγκασε να ξεχάσω τι είχα διαβάσει τις προηγούμενες ημέρες, το «Μέρα, νύχτα» του Πολ Όστερ, την «Βαλκανική Τριλογία» της Ολίβια Μάνιγκ, το «Κάθε σύμπτωση έχει ψυχή» του Φάμπιο Στάσι…

 

Γιώτα Κούγιαλη

 

Το «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου;» μιλούσε στην καρδιά μου. Μιλούσε για μιαν άλλην Ελλάδα. Άλλη, σε σχέση με τον εαυτό της, αλλά και άλλη σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Χάρη στην μαστοριά και την ευαισθησία τής συγγραφέως του.

Τρεις παράλληλοι κόσμοι. Ο ένας είναι ο μικρόκοσμος των Παιδοπόλεων. Ο άλλος, είναι ο μεγάκοσμος της πατρίδας μας. Της Ελλάδας που βίωνε την ταραγμένη δεκαετία τού ’60. Ο τρίτος είναι και ο ευρύτερος, αυτός της παγκόσμιας σκηνής με όσα συγκλονιστικά συνέβαιναν.

Στον πρώτο κόσμο περιγράφεται η ζωή στις Παιδοπόλεις, γίνεται αναφορά στα κορίτσια που φιλοξενούνταν σ’ αυτές, εμφανίζονται πολλές προσωπικές ιστορίες, με άξονα την Αθηνά, ένα κορίτσι από χωριό τού Πηλίου, το οποίο ο πατέρας του το παρέδωσε στο ίδρυμα, μετά την αυτοκτονία (;) της μητέρας του (και συζύγου του).

«Η επιστήμη προχωρούσε, ο κόσμος ταξίδευε με αεροπλάνα και βαπόρια, την ώρα που ο κόσμος της Αθηνάς έφτανε μέχρι τη βρύση του χωριού. Τα πόδια της άρχισαν να λυγάνε από το βάρος της γεμάτης νερό στάμνας, μικρής σε μέγεθος για τους ενήλικους, πελώριας και ασήκωτης για τα δικά της μέτρα. Δεν τόλμησε να προσπαθήσει να την ακουμπήσει κάπου για να ξεκουραστεί, υπήρχε πάντα ο φόβος να της ξεφύγει από τα χέρια και να τη σπάσει, και τότε θα της ψέλνανε τα εξ αμάξης, χώρια το ξύλο που θα της έριχναν, δημοφιλές μέσο διαπαιδαγώγησης ανά την επικράτεια», γράφει η συγγραφέας, φωτογραφίζοντας μια από τις πτυχές τής ζωής της μικρής Αθηνάς στο χωριό της.

Παράλληλα, η συγγραφέας, δίνει με αδρές γραμμές και την πορεία τής μεγάλης αδελφής, της Ευθαλίας, που βρέθηκε κι αυτή απροστάτευτη, να διεκδικήσει τη ζωή της. Γύρω από τις ζωές τής Αθηνάς και της Ευθαλίας, θα στηθεί η μυθοπλασία με υλικά από αρκετούς χαρακτήρες, που θα τους συναντήσει ο αναγνώστης είτε ως φιλοξενούμενα παιδιά στην Παιδόπολη της Λάρισας «Απόστολος Παύλος», είτε ως συγγενικά πρόσωπα, είτε ως κοινωνικές επαφές.

Ιδιαίτερα έντεχνα, η συγγραφέας, περνά από την μυθοπλασία στον ρεαλισμό, παραθέτοντας δέκα οχτώ γραπτές και προφορικές μαρτυρίες άλλων παιδιών, τόσο από την Παιδόπολη της Λάρισας, όσο και από άλλες Παιδοπόλεις, όπως η Παιδόπολη Αρρένων τής Αγριάς του Βόλου και του Ωραιοκάστρου τής Θεσσαλονίκης. Συνταρακτικές μαρτυρίες με αναμνήσεις που πονούν.

Επίσης έντεχνα περνά από τον μικρόκοσμο των Παιδοπόλεων στον μεγάκοσμο του ελλαδικού χώρου, με αναφορές σε σημαντικά γεγονότα τής δεκαετίας τού ’60, όπως στο ναυάγιο του «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα, στα «Ιουλιανά» του ’65, στην δικτατορία τού ’67, στο κίνημα του Κωνσταντίνου…

Κάνει όμως και σύντομες αναφορές στην πόλη τής Λάρισας, σταματώντας στον Πύργο τού Χαροκόπου, στους θιάσους που την επισκέπτονταν, στη ζωή σε κάποιες γειτονιές της…

Ο άλλος μεγάκοσμος αφορά την παγκόσμια κοινότητα. Η Κούγιαλη επινόησε να δίνει με παράλληλες αφηγήσεις και το διεθνές σκηνικό μέσα στο οποίο εντάσσονται τα όσα διαδραματίζονται. Το άτομο γίνεται μονάδα τού κόσμου. Στα χρόνια που η μικρή Αθηνά μεγαλώνει στην Παιδόπολη της Λάρισας, η παγκόσμια κοινότητα βιώνει τον πόλεμο του Βιετνάμ, την κατάκτηση της Σελήνης και άλλα σημαντικά γεγονότα. Με αδρές πινελιές, που εκφράζονται από δημοσιεύματα της εποχής, παρουσιάζεται η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία πορεύονταν οι ψυχούλες που δεν ζητούσαν παρά αγάπη και φροντίδα.

 

 

Το μυθιστόρημα της Γιώτας Κούγιαλη είναι σημαντικό γιατί είναι αληθινό. Ακόμα και όταν αναφέρεται σε κάποιες πτυχές του Εμφυλίου, μιλά με σωφροσύνη και κατανόηση. Καταθέτει αλήθειες σε ό,τι αφορά τη ζωή στις Παιδοπόλεις. Ούτε κολαστήρια ήταν, ούτε παράδεισοι. Και από αυτές βγήκαν και λαμπροί χαρακτήρες, και εξαιρετικοί άνθρωποι, που διέπρεψαν.

Στο επίμετρο, η ίδια αποκαλύπτει πως υπήρξε φιλοξενούμενο παιδί των Παιδοπόλεων, άρα τίποτα απ’ όσα αναφέρει δεν αμφισβητείται. Όμως, πέρα από την γενναιόδωρη αποτύπωση της πραγματικότητας, θα πρέπει να της αποδώσω εύσημα για την λογοτεχνική ποιότητα της γραφής της, κάτι που σπανίζει στον συγγραφικό χώρο.

Η Γιώτα Κούγιαλη παραδίδει – κατ’ ουσίαν – μαθήματα δημιουργικής γραφής. Ξεδιπλώνει ένα μοναδικό ταλέντο. Είναι ξεχωριστή τέχνη να περιγράφεις τόσο ευαίσθητους κόσμους και να δίνεις το στίγμα τής ζωής, χωρίς ν’ αφήνεις τις αντιξοότητες να μαυρίζουν το τοπίο ή να δημιουργούν στον αναγνώστη μια τεχνική νύχτα.

Δεν θα παρουσιάσω την ιστορία που πραγματεύεται το «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου». Αφήνω τον αναγνώστη να εισπράξει και τη γεύση τών ανατροπών, αλλά και την γοητεία τής γραφής. Θα κλείσω, τούτο το σημείωμα, δηλώνοντας πως αποτελεί ένα από τα πλέον άρτια μυθιστορήματα που με καθήλωσαν και με… ανάγκασαν να το αγαπήσω. Μαζί του, κατανόησα και αγάπησα την απάντηση στο ερώτημα του τίτλου.

«Μια αγκαλιά πληγωμένα πουλιά βλέπω».

 

Λάρισα, 25/5/2020

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top