Fractal

Διήγημα: “Από τα ταξίδια μου”

Γράφει η Ελένη Ε. Νανοπούλου //

 

 

 

 

 

“Από τα ταξίδια μου”

 

 

Στην τηλεόραση εικόνες συγκλονιστικές από Ρωσία. Θυμάμαι το βυσσινί σημειωματάριο. Ψάχνω στα κουτιά με τις φωτογραφίες και να, το ανασύρω. Πέφτουν κάτι ξερά λουλουδάκια κι ένα φύλλο. Δεν είναι δυνατόν! Οι πιο όμορφες στιγμές ξεχασμένες, καταχωνιασμένες. Δεν την άντεχα ποτέ τόσην ευτυχία.

Οι εικόνες που κυλούσαν στη μικρή οθόνη σταμάτησαν το πήγαινε- έλα μου στην κουζίνα. Πρόσωπα σκαμμένα με μάτια που κάποτε πρέπει να ήσαν φωτεινά και γελαστά, εξακολουθούσαν να είναι όμορφα παρά την πίκρα τους. Το συσσίτιο και το ντύσιμο μαρτυρούσαν άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Τα λόγια τους λιγοστά μα πρόδιναν απελπισία και υπαινίσσονταν τις αιτίες. Στάθηκα εκεί στη μέση του καθιστικού όρθια, αποσβολωμένη, ξεροκαταπίνοντας. Δεν ήταν πώς δεν είχα ξανακούσει ή ξαναδιαβάσει γι αυτά τα προβλήματα, αλλά δεν είχα ξαναδεί τόσο κοντινά πλάνα αυτών των ανθρώπων. Είχα να δω κατάματα τα πρόσωπά τους τόσα χρόνια, δεκαπέντε, δεν είναι και λίγα.

Το βυσσινί τετράγωνο ημερολόγιο με τη σατέν κορδέλα το είχα μαζί μου σε όλο το ταξίδι και τα βράδια σημείωνα λίγες γραμμές. Καθώς το ανέσυρα έπεσε ένα σελοφάν από τσιγάρα ίσως, που φιλοξενούσε τόσα χρόνια δυο κλαράκια λεπτά, κατάξερα με κίτρινα και καφέ μικρά ανθάκια κι ένα φύλλο τόσο διάφανο, με απίθανες γραμμές και δαντελλωτό τελείωμα. Δεν είναι δυνατόν, μονολογούσα, ένας θησαυρός, μια όμορφη στιγμή του ταξιδιού κρυμμένη , χωρίς να κινηθεί απ΄τη θέση της παρά τις δυο μετακομίσεις που μεσολάβησαν από τότε. Έκρυβα τις μεγάλες συγκινήσεις, τις φύλαγα μυστικά. Έμεινα κοιτάζοντάς τα, δεν ήξερα τι να τα κάνω. Τελικά δοκιμάζοντας προσεχτικά την αντοχή τους τα σήκωσα, τόσο εύθραυστα μα τόσο δυνατά, δε διαλύθηκαν. Τα ακούμπησα στο γραφείο κι άρχισα να ξεφυλλίζω το ημερολόγιο. Τα μάτια μου δυσκολεύτηκαν στα μικρούτσικα πράσινα γράμματα, πήρα τα γυαλιά μου για σιγουριά .Οι εξαιρετικές στιγμές αυτού του ταξιδιού ήταν βεβαίως καλά γραμμένες στη μνήμη μου. Όμως κάποιες λεπτομέρειες θα μου είχαν διαφύγει στα σίγουρα.

Όταν δεν έχεις ξαναταξιδέψει με τρένο, περιμένεις την εμπειρία να είναι μοναδική. Πόσο μάλλον που το επικείμενο ταξίδι ήταν είκοσι δύο ημερών. Οι πρώτες μας εντυπώσεις άριστες από την εξυπηρέτηση και την καθαριότητα. Όλες οι παρέες μες στην καλή χαρά. Η αλλαγή στη διάθεση ήρθε περνώντας τα σύνορα προς τη Βουλγαρία κι έγινε πιο μελαγχολική προς τη Ρουμανία. Παιδάκια να ακολουθούν το συρμό περιμένοντας να τους ρίξεις κάτι απ΄το παράθυρο. Ποτάμια που ενώνουν αλλά και χωρίζουν, συρματοπλέγματα αγκαθωτά, νεκρές ζώνες, φρουροί ένοπλοι αυστηροί, τόσος φόβος, σύνορα. Το ίδιο χώμα και νερό, ίδιος αέρας κι ουρανός, ορισμένα, ξεχωρισμένα, εγκλωβισμένα. Στο γυρισμό θυμάμαι, έκλεινα τα μάτια για να μην ξαναδώ αυτές τις ίδιες εικόνες.

Οι μονότονες σκηνές της Ουκρανίας με τους δασωμένους λόφους, τα πανύψηλα δέντρα, τις αχανείς καλλιεργημένες εκτάσεις, τα ποτάμια και τις αγελάδες απέσπασαν την προσοχή μας και μας κατέκτησαν. Ο Δνείπερος τεράστιος, το Κίεβο πανέμορφο, μια καταπράσινη πόλη όπου οι κάτοικοί της μακροζωούν. Ποιος να ήξερε τι τους περίμενε στα επόμενα χρόνια. Η κατάρα του Τσέρνομπιλ. Εκείνο το βράδυ στο Μινσκ γνωρίσαμε μια ποιήτρια, μια γλυκιά, ευγενική φυσιογνωμία που μετά τη συζήτηση- με μεταφραστές- με φίλησε και μου ευχήθηκε να είμαι ευτυχισμένη. Δε θυμόμουν ότι της χάρισα μια μικρή Καρυάτιδα. Στους δρόμους ο κόσμος συχνά με μπουκέτα στο χέρι και πιο συχνά με βιβλία στο μετρό. Αργά το βράδυ κυκλοφορούσαμε άφοβα, γυναικοπαρέες να τα λένε στο δρόμο, ζευγάρια στα παγκάκια, καθαρά πεζοδρόμια.

Το μελαγχολικό ψιλόβροχο του επόμενου πρωινού ταίριαζε απόλυτα στο συννεφιασμένο τοπίο, στο μνημείο Χατίν. Καταπράσινος χώρος όπου με μαύρη πέτρα ήταν διαμορφωμένο συμβολικά το χωριό που κάηκε από τους ναζί στα 1943. Μια επιτύμβια στήλη στη θέση του κάθε σπιτιού με ένα καμπανάκι επάνω που χτυπάει περιοδικά, πλάκες σκουρόχρωμες για τα δρομάκια του χωριού και μια φλόγα να καίει άσβηστη. Στο πλάι στον τοίχο που συμβολίζει τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, είχαν αποθέσει τα κόκκινα μαντίλια τους μικροί πιονέροι. Τουρίστες κατέθεταν άνθη μέσα σε νεκρική σιγή- το χειροκρότημα απαγορευτικό, έτσι κι αλλιώς έμοιαζε παράταιρο εκεί. Εκεί έκοψα τα μικρά άνθη που κρατάνε ακόμα;

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top