Fractal

✩ Ανδρέας Κάλβος: Το ασυντέλεστο σχήμα μιας ζωής / 150 χρόνια από την εκδημία του: 1792- 2019

Γράφει ο Κώστας Χωρεάνθης //

 

 

 

 

Ανδρέας Κάλβος *

(150 χρόνια από την εκδημία του:1792- 2019 **)

Το ασυντέλεστο σχήμα μιας ζωής

 

Στη μνήμη του Στρατή Ζαχαριάδη

 

Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να σχηματοποιήσει τη ζωή ενός ανθρώπου, πάντα θα του ξεφεύγουν τόσες και τέτοιες λεπτομέρειες, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξή του και στη διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας του. Γιατί η ζωή δεν είναι ένα σχήμα, είναι το νερό του ωκεανού, «του πατέρα των χορών αθανάτων», που παίρνει μύριες μορφές στη στιγμή και σκορπίζεται σε μύριες στάλες. Και η ζωή του Κάλβου είναι απλή, όπως τη διαγράφει ο Παλαμάς – όμως αυτό έχει σχέση μόνο με την ποίησή του. Η ποίησή του είναι πραγματικά ευθεία, υψώνεται κάθετα και ύστερα χάνεται στο «άπειρον βάθος πελάγου».

 

Ωστόσο, η ζωή του έχει πολλούς σκοτεινούς μυχούς και σκιόφωτα σιωπής, νύχτες τυλιγμένες στον ήλιο της αράχνης και στο φως της ποιητικής μαρμαρυγής. Ήταν πολυτάραχη και πλούσια σε εμπειρίες από τα παιδικά του χρόνια. Αρκεί να διαβάσει κανείς την πρώτη «Ωδή» για να το διαπιστώσει. Γιατί από την τρυφερή ηλικία των 8 ή 10 ετών, στερήθηκε τη μητρική ζεστασιά και φροντίδα, Ο πατέρας του, που ήταν εμπορευόμενος και χαρακτηριστικός τύπος της εποχής με τυχοδιωκτικές τάσεις, αφού χώρισε από τη σύζυγό του, την Αδριανή Ρουκάνη πήρε τα δυο παιδιά του, τον Ανδρέα και τον Νικόλαο από τη Ζάκυνθο που ζούσαν ως τότε κι έφυγε στο Λιβόρνο. Η λαϊκή καταγωγή του έπαιξε σίγουρα καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός χαρακτήρα αγωνιστικού, ασυμβίβαστου, «πτωχαλαζόνος». Η έλλειψη τρυφερότητας έδωσε στον μικρό δαίμονα την ωριμότητα που αποχτιέται σε άλλες περιπτώσεις σε κάποια ηλικία. Επιπλέον, οι ακατάστατες σπουδές, συνάρτηση των ακατάστατων συνθηκών της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, έδωσαν στον Ανδρέα, με τις αντιστάσεις των πραγμάτων, μια σφαιρική θεώρηση των ορισμών της ζωής και μια σε βάθος γνώση των κλασικών έργων, που διαφορετικά, ενδεχομένως, να είχε μείνει στην επιφάνεια μιας επανθιζούσης πολυχρωμίας.

Σε ηλικία 19 ετών γράφει την «Ωδή εις Ναπολέοντα». Σίγουρα, δεν θα είναι το πρώτο του ποίημα. Είναι πολύ πιθανό τις πρώτες του ποιητικές εμπνεύσεις να τις είχε αποτυπώσει στο χαρτί πολύ νωρίτερα, γιατί το ποίημα δείχνει πως κάποια στοιχεία ποιητικής στηρίζονται σε ανάλογες εμπειρίες. Δείχνει ακόμα κάτι πολύ σημαντικό: τη χρήση μιας γλώσσας που είναι κράμα λόγιων και λαϊκών στοιχείων, είναι η γλώσσα του διαφωτισμού που έρχεται από τα υστεροβυζαντινά χρόνια και εξακολουθεί να γράφεται παλεύοντας να κατασταλάξει σε μια οριστική μορφή. Δείχνει, ακόμα, πως μέσα στις ταλαιπωρίες της νιότης του ο Κάλβος δεν απεμπολεί την κλίση της ποίησης, που είναι το σημαντικότερο στοιχείο της επιβίωσης. Κι ακόμα πως παρακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις του καιρού του και προσανατολίζεται προς τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό.

Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα του (1812), πεθαίνει κι η μητέρα του Αδριανή για την οποία ο Κάλβος στα βάθη της αποθησαυρισμένης του πικρίας συντηρεί μια μοναδική τρυφερότητα. Είναι η «φωνή», «η σταθερά παρηγόρησις των πρώτων χρόνων». Στην περιοχή της ποιητικής του μυθολογίας το πρόσωπο αυτό προβάλλει με το φωτοστέφανο της αγιοσύνης.

Στα είκοσί του χρόνια οι βιοτικές μέριμνες απασχολούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωτικότητάς του. Και τότε συμβαίνει για τη ζωή του το μεγάλο γεγονός: η γνωριμία του με τον Φώσκολο. Ο Έλληνας ιταλόφωνος ποιητής, συμπατριώτης του Κάλβου, 34 ετών, 14 χρόνια μεγαλύτερος από τον Κάλβο και καθιερωμένος ποιητής. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε δυνατή φιλία και για χάρη της ο Κάλβος θα υποστεί πολλές θυσίες, αλλά ο Φώσκολος θα τη συντηρήσει όσο μπορεί, γιατί ο χαρακτήρας και των δύο μπορεί να έφτανε ως τα ακρότατα όρια του πάθους. Όμως κάποια στιγμή αυτά τα όρια θρυμματίζονταν και ο καθένας βρισκόταν μέσα στο δικό του κενό, στον δικό του άσπλαχνο κόσμο, γιομάτο φωνές μυστηρίου και κλήσης. Ήταν ο κόσμος της ποίησης και της δημιουργίας.

Ζει κοντά στον Φώσκολο, διδάσκει, αντιγράφει, γράφει, μελετά και εμβαθύνει. Η αναστροφή του με τα έργα της κλασικής αρχαιότητας είναι καθημερινή, ωφέλιμη και αποκαλυπτική. Και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, από το 1812 ως το 1820 σχεδόν θα ακολουθήσει τον μεγάλο του φίλο και δάσκαλο στις περιπέτειες και τις περιπλανήσεις του στο Μιλάν, στην Ελβετία, το Λονδίνο.

Μιμούμενος ίσως τον Φώσκολο, έγραψε στα ιταλικά δύο τραγωδίες με αρχαία θέματα: Τις «Δαναΐδες» και τον «Θηραμένη», μέτρια έργα, όπως και η «Ωδή εις Ιονίους (1814), όπως και η «Ωδή εις Ναπολέοντα», όλα αυτά, μαζί με τις μεταφράσεις του λειτουργικών βιβλίων της Αγγλικανικής Εκκλησίας, αποτελούν τη συγγραφική του προϊστορία, που όμως φαίνεται να μην τον βοήθησε αρκετά να βρει τον δρόμο του. Έχομε το παράλληλο του Παπαδιαμάντη σε μεταγενέστερα χρόνια: τα μυθιστορήματά του δεν μπορούμε να πούμε πως είναι οι πρόδρομοι των διηγημάτων του. Δεν θέλω να σχηματοποιήσω, θέλω να επισημάνω πως η αστραπή του λόγου σε μερικούς δημιουργούς είναι σαν την τύφλωση του Παύλου που τον έκανε να δει μέσα του τι θησαυρούς έχει να αξιοποιήσει. Και άλλαξε συμπεριφορά, βλέποντας τον κόσμο αντίστροφα από ό, τι τον έβλεπε πριν.

Ήδη έχουν φουντώσει παντού οι φιλελεύθερες ιδέες και οι δύο φίλοι τις έχουν κιόλας ασπασθεί με θέρμη. Το πολιτικό κλίμα είναι αρκετά βαρυμένο από την κυοφορία μιας απελευθέρωσης που στηρίζεται στην προοπτική των ναπολεόντειων ιδανικών, που όσο κι αν προδόθηκαν από τον ίδιο τον φορέα, ρίζωσαν στις ψυχές των ευαίσθητων οραματιστών. Όμως από την άλλη, το κατεστημένο της οικουμενικής αταραξίας προσπαθεί να καταπνίξει αυτές τις αναδύσεις των ουτοπιστών της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Ωστόσο, οι ιδέες ζουν, περιφέρονται, μπολιάζουν και μπολιάζονται, μεταμορφώνουν συνειδήσεις και διαμορφώνουν κοσμοθεωρίες. Οι δύο φίλοι θα δοκιμάσουν έντονα την αντίδραση αυτού του κατεστημένου με διώξεις, απελάσεις, μυστικές παρακολουθήσεις, δίκες, τη μοίρα των δημοκρατικών πολιτών από καταβολής κόσμου. Ένα περισσότερο ο Κάλβος, μυημένος, ίσως, πριν από το 1820, στον καρμποναρισμό, μέλος και στέλεχος της Καρμποναρίας της Τοσκάνης.

Στη Φλωρεντία ο ποιητής ερωτεύτηκε μια Εβραιοπούλα, την Ιουδήθ Μαροκκέζι και της υποσχέθηκε να την παντρευτεί. Ο Κάλβος είναι φύση ερωτική, στις Ωδές του το ερωτικό στοιχείο είναι εμφανές, καταπιεσμένο όμως μέσα στο στενό πλαίσιο του πατριωτικού ιδανικού, γι’ αυτό και πιο δυνατό. Όταν εγκατέλειψε τη Φλωρεντία (1816), δεν ξαναθυμήθηκε την Ιουδήθ που έμεινε απαρηγόρητη για πολλά χρόνια. Ο ερωτισμός του θα εκδηλωθεί και αργότερα στο Λονδίνο, όπου πολλές μαθήτριες των ιδιαίτερων μαθημάτων του γίνονται θαυμάστριές του, γιατί ο Κάλβος έχει τον τρόπο να τις προσελκύει με ρομαντικούς ρομαντισμούς. Κάποια μαθήτριά του την αγάπησε και την παντρεύτηκε, απόχτησαν μάλιστα και μια κόρη, αλλά ο γάμος δεν κράτησε πολύ. Πάνω στη γέννα πέθαναν μάνα και κόρη κι ο Κάλβος εγκατέλειψε το Λονδίνο κι επέστρεψε στη Φλωρεντία. Αναγκάστηκε όμως να φύγει κι από εκεί, εξαιτίας των φρονημάτων του και να πάει στην Ελβετία, στη Γενεύη (1822).

Στο μεταξύ, έχουν μεσολαβήσει δύο σημαντικά γεγονότα: η διάλυση της φιλίας του με τον Φώσκολο της οποίας τα πρώτα σημάδια είχαν ήδη εκδηλωθεί από το 1817 στο Λονδίνο, ενώ τα αίτιά της παραμένουν άγνωστα, τουλάχιστον τα εξωτερικά. Ίσως, μελετώντας κανείς τους χαρακτήρες, τη συμπεριφορά, τη σχέση και, κυρίως, το έργο των δύο ποιητών, φτάσει σε συμπεράσματα που δικαιολογούν αυτή τη διάλυση. Κι όπως συμβαίνει με τον Κάλβο, καμιά μνεία ή νύξη έστω για τον φίλο του δεν γίνεται από μέρους του. Θαρρείς πως ένα βαρύ παραπέτασμα χωρίζει με τη σκοτεινιά του σημαντικά περιστατικά της ζωής του το ένα από το άλλο, και τα βυθίζει ανέκκλητα στην ανυπαρξία.

Το άλλο γεγονός, με καθολικότερη, βέβαια, σημασία, είναι η Επανάσταση στην Ελλάδα. Η αισιοδοξία των προκηρυκτικών παιάνων του Υψηλάντη γιόμισε τη θερμή καρδιά και τον φλογισμένο νου του νέου ποιητή. Η Επανάσταση έδωσε πιο δραστικές διεξόδους στην ποιητική του έκφραση. Όμως οι Ωδές δεν αρχίζουν με την ελληνική Επανάσταση. Η πρώτη Ωδή, «Ο φιλόπατρις», όπως αποκαλύπτει μια προσεκτικότερη ανάγνωση, φαίνεται να είναι γραμμένη πρωτύτερα. Εντάχθηκε αβίαστα στο σύνολο των «Ωδών» για να κινήσει μέσα του τα πρόσωπα της προσωπικής του μυθολογίας. Η «Λύρα» εκδόθηκε στη Γενεύη. Στο Παρίσι όπου ο ποιητής θα είχε πάει και πριν από το 1824, εκδίδονται ύστερα από δύο χρόνια, τα «Λυρικά». Δύο συλλογές, ποίηση μονότροπη, αγέρωχη, περήφανη και πικρή. Γλώσσα, όχι ανοίκεια στους διαφωτιστές του καιρού του, αλλά ξένη στο λαϊκό αίσθημα. Απρόσιτη ενσυνείδητα, ακατανόητη σκόπιμα. Εκφραστικά μέσα που συνιστούν ποιητική ανεφάρμοστη στα καθιερωμένα σχήματα του λαϊκού λόγου αλλά συνάμα και της λογιοσύνης. Μια μοναδική ποιητική πραγμάτωση, που άντεξε στο χρόνο και που, όσο περνάει ο καιρός, η αξία της μεγαλώνει.

Ύστερα από τη δεύτερη συλλογή, ο ποιητής σιώπησε. Και ενδεχομένως να μην ενδιαφέρει από δω και πέρα η ζωή του. Όμως, η ζωή ενός ανθρώπου δεν είναι ένα σχήμα όπως εμείς θα το θέλαμε μέσα από την προοπτική του δικού μας χρόνου. Όσο ασυντέλεστο και να φαίνεται, το σχήμα παίρνει τη μορφή που η νομοτέλεια της ίδιας της ζωής του δίνει. Και ο Κάλβος έζησε άλλα 43 χρόνια «γεμάτα περιπέτειες, γεμάτα γνώσεις». Το 1826 κατέβηκε στην Ελλάδα «για να εκθέσει ακόμα μια καρδιά στα όπλα των Μουσουλμάνων». Δεν δέχτηκαν την προσφορά του. Έφυγε για την Κέρκυρα, όπου την άλλη χρονιά δίδαξε για λίγο στην Ιόνια Ακαδημία. Έζησε εκεί ως το 1840 είτε παραδίδοντας μαθήματα είτε δημοσιογραφώντας. Τότε, διορίστηκε επίσημα καθηγητής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, αλλά τον άλλο χρόνο παραιτήθηκε και έζησε στο νησί μια άγνωστη ιδιωτική ζωή. Η απουσία σχέσης με τον Σολωμό που ζούσε τον ίδιο καιρό στην Κέρκυρα, έδωσε τροφή στη φαντασία των ανθρώπων του σολωμικού κύκλου να πλάσουν διάφορες συμπεριφορές και στάσεις, να δικαιολογήσουν τα ανυπόστατα. Επινοήθηκε μια φανταστική ποιητική αντιζηλία ανάμεσά τους, μόνο και μόνο για να ταπεινωθεί ο ένας και να υψωθεί ο άλλος. ‘Όταν ο χρόνος, «εχθρός πάσης μνήμης», πασπάλισε με τη σκόνη του όλες αυτές τις φαντασιώσεις, οι δύο ποιητές έμειναν αλώβητοι από όλους αυτούς τους θορύβους, κορυφαίοι στη μοναξιά τους.

Το 1852 φεύγει για την Αγγλία με σκοπό το γάμο που έγινε πραγματικά ύστερα από λίγες εβδομάδες αφότου έφτασε εκεί. Φαίνεται πώς με την Charlotte Augusta Wadams γνωριζόταν από την πρώτη διαμονή του στο Λονδίνο. Εγκαταστάθηκαν στο Λάουθ, βόρεια του Λονδίνου, στο Λινκολνσάιρ, όπου εκείνη ίδρυσε παρθεναγωγείο και ο Κάλβος παρέδιδε μαθήματα. Έζησε εκεί ως το θάνατό του (1869), επίσης μιαν άγνωστη ιδιωτική ζωή. Με το θάνατό του το οικοτροφείο διαλύθηκε και ύστερα από είκοσι περίπου χρόνια (1888), η Charlotte πεθαίνει στο Λονδίνο.

Ο Κάλβος από τότε που εξέδωσε τα «Λυρικά» είχε σχεδόν λησμονηθεί για πολλά χρόνια, μολονότι κάποιες αναφορές στο όνομά του και στην ποίησή του και κάποιες εκδόσεις των «Ωδών» του αναφαίνονται πού και πού. Πέρασε κι εδώ τη μοίρα των άξιων τέκνων αυτού του τόπου: την αφάνεια. Όμως η μεγάλη στιγμή έρχεται το 1888, όταν ο Παλαμάς μίλησε στον «Παρνασσό» για τις «Ωδές». Από τότε ο ποιητής μελετήθηκε σε βάθος, αξιοποιήθηκε η προσφορά του και εξακολουθεί να γίνεται αντικείμενο μελέτης και θα συνεχίζεται, όσο υπάρχει γλώσσα ελληνική, με όλες τις παρεξηγήσεις και τις (ελάχιστες εξάλλου) αρνήσεις, που η ίδια η ποίησή του προκαλεί.

Πέρα από όλα τα άλλα στοιχεία της ποίησης και της ζωής του που αποτελούν αντικείμενο μελέτης, ένα νομίζω καίριο, πρέπει να προβληματίσει. Η γλώσσα. Ο Κάλβος χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη γλώσσα, «είδος μειχτό αλλά νόμιμο». Τη γλώσσα του διαφωτισμού. Σ’ αυτό το είδος, που ακράγγιξε κι ο Σολωμός, ύστερα από τον Κάλβο έγραψαν πολλοί, άλλοτε με μεγαλύτερες κι άλλοτε με μικρότερες προσμίξεις: Ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός, στον αιώνα μας ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης, στα χρόνια μας ο Εμπειρίκος, ο Εγγονόπουλος. Δεν είναι από τους ήσσονες. Κάποιοι έφτασαν σε υψηλές ποιητικές πραγματοποιήσεις.

Το 1960 μεταφέρθηκαν από την Αγγλία τα οστά του Κάλβου και της δεύτερης γυναίκας του (της Charlotte Augusta Wadams) και ενταφιάστηκαν στο γενέθλιο νησί του ποιητή. Ο Ανδρέας Κάλβος Ιωαννίδης, με την πικρή γεύση της ζωής και τη γλυκιά του θανάτου, κοιμάται στην πατρίδα.

 

Αθήνα, Φεβρουάριος 1986

 

 

* Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Διαβάζω», τεύχος. 140. Αφιέρωμα: Στον Ανδρέα Κάλβο. Επιμέλεια: Γιώργος Γαλάντης, 26 Μαρτίου 1986.

(** Εξ αφορμής των 150 χρόνων από την τελευτή του Κάλβου. Ε. Χ. )

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top