Fractal

«Μόνο τα βιβλία κατορθώνουν να με ηρεμούν, τη μέρα, τη νύχτα… Μόνο τα αρχαία πρόσωπα ξέρουν να μιλούν στην καρδιά μου, εκεί όπου οι ζωντανοί αποτυχαίνουν…»

Από τον Άγγελο Πετρουλάκη //

 

«Μόνο τα βιβλία

κατορθώνουν να με ηρεμούν, τη μέρα, τη νύχτα…

Μόνο τα αρχαία πρόσωπα

ξέρουν να μιλούν στην καρδιά μου,

εκεί όπου οι ζωντανοί αποτυχαίνουν…»

 

 

«Αν πιστέψεις στο θαύμα», Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό,  Μετάφραση: Σταύρος Παπασταύρου, Εκδόσεις Πατάκης, Σελ. 269

 

 

Ο Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό είναι Γάλλος, 44 χρονών. Έχει στο ενεργητικό του άλλα πέντε μυθιστορήματα, ενώ το «Αν πιστέψεις στο θαύμα» είναι το πρώτο που μεταφράζεται στην Ελλάδα (Σταύρος Παπασταύρου) και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

Είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα που μιλά για την απώλεια και την πονεμένη διαδρομή ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει το ερώτημα «να ζεις κανείς ή να μην ζει;» σε μια διαφορετική βάση. Και είναι ένα καλό μυθιστόρημα, με τον συγγραφέα να λέει περίπου αυτά που είχε πει ο Γιάλομ στο τελευταίο του βιβλίο, δηλαδή πως διδάχτηκε περισσότερα από τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς, παρά από τα βιβλία της επιστήμης του.

Η Αρχαία Ελλάδα, αλλά και η σύγχρονη, πλανάται σχεδόν από την αρχή μέχρι το τέλος τής μυθοπλασίας. Ο συγγραφέας, άλλωστε, τοποθετεί ως κύριο πρόσωπο της μυθοπλασίας μια ελληνίδα. Αυτήν θα στρέφει στις κρίσιμες στιγμές τον άξονα, δηλαδή θα εμφανίζεται δίπλα στον πρωταγωνιστή τού βιβλίου.

Εκείνος, ο Σεζάρ, είναι πατέρας ενός 6χρονου αγοριού. Χάνει τη γυναίκα του (Παθ), τέσσερα χρόνια μετά τον γάμο τους, από πνιγμό και ταυτόχρονα χάνει και το νόημα της ζωής του. Μόνη διέξοδος στην απελπισία του η αυτοκτονία.

Τίποτα δεν έχει νόημα. Κατά τη διάρκεια της πρωτοπρόσωπης αφήγησης το τονίζει συχνά, άλλοτε λέγοντας πως «το κορμί μου έχει κουραστεί να ζει χωρίς εκείνη», άλλοτε δηλώνοντας με αυτό-περιφρόνηση, πως δεν είναι «παρά ένα άθλιο πλάσμα. Ένας χήρος που δεν μπορεί να μοιραστεί την ηδονή του. Που γαμιέται με τον θάνατο».

Έχει, όμως, και ένα ισχυρό οπλοστάσιο απέναντι στην απελπισία. Την τεράστια βιβλιοθήκη του με αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς. Έτσι, όταν αποφασίζει να βάλει τέρμα στη ζωή του, πίνοντας διαδοχικά μια σειρά από χάπια, ο χαρακτηρισμός ‘‘μυοχαλαρωτικό’’ τον οδηγεί στο αρχαιοελληνικό ‘‘μυς’’ και από εκεί μέσα από σκέψεις που πελαγοδρομούν, στον Σωκράτη:

«Είπα Οδυσσέας, μα όχι, ο Σωκράτης είμαι, που πίνει το κώνειο ανάμεσα στους συντρόφους του. Μόνο που εγώ δεν έχω συντρόφους… […] Όχι δεν ήθελα φίλους, εκτός από τα χάρτινα πλάσματα που ζουν μέσα στις σελίδες της μεγάλης βιβλιοθήκης μου. Μόνο τα βιβλία κατορθώνουν να με ηρεμούν, τη μέρα, τη νύχτα, όταν το φάντασμα επιστρέφει. Μόνο τα αρχαία πρόσωπα ξέρουν να μιλούν στην καρδιά μου, εκεί όπου οι ζωντανοί αποτυχαίνουν…»

Όμως, ο Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό, είναι καλός συγγραφέας. Και όπως έγραψα πριν λίγες μέρες για τον Ζιλ Λεγκαρντινιέ (Αυτή τη φορά δεν την πατάω – ΠΑΤΑΚΗΣ), κατορθώνει να δίνει και τις πλέον σοβαρές, και σκληρές καταστάσεις, με απίστευτα λεπτό χιούμορ, που έντεχνα κάποιες φορές αγγίζει τα όρια τού αυτοσαρκασμού. Έτσι με τίποτα, ο αναγνώστης, δεν νιώθει να ψυχοπλακώνεται. Απολαμβάνει την ανάγνωση.

Η αιφνιδιαστική εμφάνιση μιας νέας γυναίκας θα έρθει για να φέρει τα πάνω κάτω στην απόφαση να τερματίσει τη ζωή του. Αυτός που ένιωθε πως δεν ήταν «παρά μια λουρίδα ταπετσαρίας μουλιασμένη, σαπισμένη από την υγρασία, που ξεκολλάει από ένα παλιό σπίτι προς πώληση».

Από τη μια, η ζωντανή πρόκληση για ζωή, από την άλλη, η συνεχής επιστροφή τών αναμνήσεων, κάπου ενδιάμεσα το χρέος απέναντι σ’ έναν γιο που μεγαλώνει σ’ έναν κόσμο όμορφο, αλλά και αλλόφρονα. Ποιος θα του μιλήσει γι’ αυτόν τον κόσμο, αν δεν του μιλήσει ο ίδιος; Άραγε θα ήθελε η Πάθ να μείνει ο γιος τους ολομόναχος;

Ο Σεζάρ – πατέρας έρχεται συνέχεια αντιμέτωπος με ερωτήσεις τού εξάχρονου γιου του, που όλες τους αναζητούν μια πειστική απάντηση:

«Τηλεφωνώ στον γιο μου, στη Νορμανδία… […] Με ρωτάει τι θα γίνει με τη Συρία.

» ‘‘Μη βλέπεις πολύ ειδήσεις’’.

» ‘‘Θα την κόψουν σε κομμάτια;’’

» ‘‘Ναι’’.

» ‘‘Μα πώς θα φτιάξουν τα σύνορα; Μπορούν να κουνήσουν τα ποτάμια και τα βουνά;’’

[…]

»Τον ρωτάω τι πρόγραμμα έχει για σήμερα. Μου απαντάει ότι θα πάει να δει τα πυροτεχνήματα.

» ‘‘Εσύ μπαμπάκα μου θα πας να τα δεις;’’

» ‘‘Πολύ θα ήθελα’’.

[…]

» ‘‘Αν πας πάντως, να προσέχεις’’.

» ‘‘Τι θες να προσέχω;’’

» ‘‘Τους τρομοκράτες’’, λέει ατάραχος. Ο τόνος του είναι μάλιστα απόλυτα φυσιολογικός.

» ‘‘Γιατί το λες αυτό;’’

» ‘‘Γιατί τους αρέσει να βρίσκουν πολύ κόσμο μαζεμένο. Σκοτώνουν περισσότερους έτσι’’.

» Αυτό το παιδί τα έχει καταλάβει όλα.

[…]

»Αυτό το παιδί τα έχει καταλάβει όλα. Συνεχίζει:

»‘‘Τις προάλλες που σε ρώτησα τι θρησκεία έχουν, μου είπες τη βλακεία. Αλλά εγώ άκουσα ότι είναι μουσουλμάνοι’’.

» ‘‘Είναι και μουσουλμάνοι, είναι και χριστιανοί, άλλοι είναι ινδουιστές, άλλοι εβραίοι…’’

» ‘‘Και αυτοί που είναι μουσουλμάνοι είναι σουίτες ή σουνίτες;’’

»Τα σημερινά παιδιά έχουν ένα επίπεδο γεωπολιτικών, ιστορικών και φιλοσοφικών απαιτήσεων απίστευτο».

Ο Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό, εισάγοντας στη μυθοπλασία τη νέα γυναίκα, την ελληνίδα Νανά, ανοίγει ένα μεγάλο κεφάλαιο για να μιλήσει για την Ελλάδα, τις αρχαιότητες, το Αιγαίο…

Αναφορές που έχουν αφετηρίες τούς μύθους και την αντανάκλασή τους στη σύγχρονη πραγματικότητα, με υπαινιγμούς που αφορούν την αναζήτηση του εσώτερου κόσμου μας.

Ο Σεζάρ επιστρέφει στην εφηβική ηλικία και αναγνωρίζει πως η αγάπη του για την Αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε από την καθοδήγηση μιας καθηγήτριάς του, την οποία θαύμαζε. Η Νανά επιχειρεί να του δείξει την άλλη πτυχή του αρχαιοελληνικού κόσμου:

«Για σένα η Ελλάδα είναι συνδεδεμένη με τις αισθήσεις. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η ισορροπία, τα μαθηματικά, δεν σου λένε τίποτα;», ρωτά η Νανά τον Σεζάρ.

«Φυσικά, λιγότερα όμως απ’ ό,τι αυτές οι ιστορίες με θεούς που μεταμορφώνονται σε ταύρους, σε κύκνους, σε αϊτούς, ακόμα και σε χρυσή βροχή, για να πάνε να γονιμοποιήσουν θνητές. Έτσι κι αλλιώς, πρόκειται για μια ιερή σχολή της σάρκας, και της ελευθερίας. Ήμουν δεκατριάρης, αυτά με διαμόρφωσαν. Μου αποκάλυψαν έναν ολόκληρο κόσμο», θα της απαντήσει ο Σεζάρ. Ανάμεσα, όμως, σ’ αυτές τις συζητήσεις, υπάρχει ένας άλλος κόσμος, αυτός της ρέουσας πραγματικότητας. Υπάρχει ο κόσμος των συγκρούσεων, της εξουσίας, του αίματος του ρέει.

 

Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό

 

Ο Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό, όπως προανέφερα ξέρει να μυθοπλάθει, πατώντας στέρεα στην εποχή του, και περιγράφοντάς την λιτά και έξυπνα. Έτσι, ανάμεσα στον πόθο του για τη Νανά και στις πονεμένες αναμνήσεις τής Παθ, αγρυπνούν οι αγωνίες του για όσα συμβαίνουν γύρω του:

«Συλλογίζομαι τη χρεοκοπία μου: πώς μπόρεσα να πω στην Παθ πως θα ήταν ασφαλής στην Ευρώπη, από τη στιγμή που ο κάθε υπάλληλος εδώ είναι ικανός πλέον ν’ αποκεφαλίσει το αφεντικό του και να κρεμάσει το κεφάλι του στα κάγκελα; Όπου ένα καμιόνι – ψυγείο ορμάει πάνω σε παιδιά που τρώνε παγωτό κοιτάζοντας τον ουρανό να σπάει σε χίλια φωτεινά λουλούδια;

 […]

»…είμαι σε αναβρασμό. Η τηλεόρασή μου βουίζει, οι ειδήμονες στριγκλίζουν. Ανακοινώνεται μια κινητοποίηση στην Ινστανμπούλ. Γιατί έχω την εντύπωση, από την αρχή, πως ξέρω ήδη τι πρόκειται να συμβεί; Ότι έχω ξαναδεί αυτές τις εικόνες, ότι έχω ξαναζήσει αυτά τα γεγονότα; Βλέπω ανθρώπους να σκαρφαλώνουν σε άρματα μάχης και να χτυπούν μέχρι θανάτου αυτούς που τα έχουν καταλάβει, εκατοντάδες γυμνά σώματα με χέρια δεμένα, αραδιασμένα κάτω από υπόστεγα. Ακούω έναν έξαλλο ηγέτη ν’ ανακοινώνει ότι οι εχθροί του Κράτους δεν πρόκειται να κηδευτούν, παρουσιάζοντας την ποινή σαν θεία δίκη. Βλέπω συγγραφείς και καθηγητές να συλλαμβάνονται. Το μίσος ενάντια στη διανόηση να θεριεύει. Ανατριχιάζω. Φοβάμαι για τον γιο μου…»

Αυτά τα λίγα ενδεικτικά, φανερώνουν τον κόσμο μέσα στον οποίο κινείται το μυθιστόρημα του Κριστόφ Ονό-ντι-Μπιό. Οι εντυπώσεις που μου άφησε είναι κάτι περισσότερο από θετικές και χάρηκα που ταξίδευσα στις σελίδες του.

 

Αγιόκαμπος Λάρισας, 24 -7 – 2019

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top