Fractal

Το αμερικανικό “όνειρο” του Κάφκα

Γράφει ο Βαγγέλης Γραμματικόπουλος // *

 

amerikiΦράντς Κάφκα «Αμερική», Μετάφραση: Βασίλης Τομανάς, εκδ. Νησίδες, σελ. 344

 

Το 1912 ο Φραντς Κάφκα αρχίζει να συγγράφει το πρώτο εκτενές μυθιστόρημά του, το οποίο, όπως και τα δύο που θα ακολουθήσουν, Η Δίκη και Ο Πύργος, θα μείνουν ανολοκλήρωτα και ανέκδοτα μέχρι το τέλος της ζωής του (1924). Το έργο αυτό εκτυλίσσεται στην Αμερική και πληροφορίες από τις επιστολές προς τη μνηστή του, Φελίσε Μπάουερ, αναφέρουν πως σκόπευε να το ονομάσει Ο αγνοούμενος (Der Verschollene). Μετά τον θάνατο του Κάφκα, ο στενός φίλος του συγγραφέα, Μαξ Μπροντ, όχι μόνο δεν εκτέλεσε  την επιθυμία του να το κάψει, όπως και όλα τα γραπτά του, αλλά πήρε και την πρωτοβουλία να το εκδώσει και να το ονοματοδοτήσει. Έτσι, προέκυψε η Αμερική (Amerika), η οποία στην ελληνική της μετάφραση κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νησίδες σε μετάφραση του Βασίλη Τομανά (Ιούνιος 2016).

Η ιστορία παρουσιάζει την περιπέτεια του δεκαεξάχρονου Γερμανού μετανάστη Κάρλ Ρόσμαν στην Αμερική των αρχών του προηγούμενου αιώνα, ο οποίος εξαναγκάζεται από τους γονείς του να φύγει για την Αμερική μετά την σκανδαλώδη αποκάλυψη της ανάρμοστης σχέσης του με μια μεγαλύτερή υπηρέτρια. Από το υλικό του Κάφκα διασώθηκαν εννέα κεφάλαια, από τα οποία το πρώτο, με τον τίτλο Ο θερμαστής, εκδόθηκε αργότερα ως αυτοτελές διήγημα.

Ο Κάρλ ξεμπαρκάροντας, έπειτα από πολυήμερο ταξίδι, στο λιμάνι της Νέας Υόρκης αποκτά φιλία με έναν θερμαστή που είναι αποφασισμένος να παραπονεθεί στον πλοίαρχο για τις συνθήκες της εργασίας του. Στην καμπίνα του πλοιάρχου ο Καρλ συναντάει απρόσμενα τον θείο του, τον γερουσιαστή Ιάκωβο, που δεν είχε γνωρίσει ποτέ ως τότε και ο οποίος τον παίρνει μαζί του. Ο πλούσιος και επιτυχημένος επιχειρηματίας παίρνει τον ανιψιό του υπό την προστασία του και αναλαμβάνει την εκπαίδευση του έως τη μέρα που ο τελευταίος θα πραγματοποιήσει μια επίσκεψη στο σπίτι ενός φίλου του θείου του χωρίς την έγκρισή του. Αίφνης, ο θείος διακόπτει κάθε σχέση του με τον Καρλ.

Αναζητώντας πλέον μόνος του την τύχη του στην ξένη ήπειρο γνωρίζει δύο περιφερόμενους νεαρούς μετανάστες, τον Γάλλο Ντελαμάρς και τον Ιρλανδό Ρόμπινσον. Οι νέοι σύντροφοί του υπόσχονται ότι θα του βρουν δουλειά, όμως στην πορεία τον εκμεταλλεύονται και φέρονται αλαζονικά. Ο Καρλ, έπειτα από έναν καβγά, χωρίζει από τους άσπονδους φίλους του καθώς του προσφέρεται η θέση του μικρού του ασανσέρ από την αρχιμαγείρισσα του ξενοδοχείου Occidental. Ύστερα από κάποιους μήνες στη δουλειά, όμως, εμφανίζεται ο Ρόμπινσον μεθυσμένος ζητώντας χρήματα από τον Καρλ και ο τελευταίος στην προσπάθειά του να τον ξεφορτωθεί υποπίπτει σε παραπτώματα που του στοιχίζουν τη θέση του.

Συνοδεύοντας τον Ρόμπινσον στο μέρος που διαμένει με τον Ντελαμάρς, σε μια σουρεαλιστική σκηνή του βιβλίου, διαπιστώνει πως συμβιώνουν μαζί με μια παχύσαρκη και απαιτητική πλούσια τραγουδίστρια με το όνομα Μπρουνέλντα και πως ο ίδιος προορίζεται για υπηρέτης της. Όταν ο Καρλ αρνείται τη θέση, οι δύο παλιοί του γνώριμοι τον ξυλοφορτώνουν και τον κρατούν έγκλειστο. Έπειτα όμως από μια συζήτηση στο μπαλκόνι με τον γείτονα φοιτητή, ο οποίος τον συμβουλεύει να δεχτεί τη θέση γιατί δεν θα βρει πουθενά αλλού δουλειά, ο Καρλ αποφασίζει να μείνει μαζί τους. Όλα αυτά έως τη μέρα που θα διαβάσει σε μια αφίσα πως το Θέατρο της Οκλαχόμα αναζητά εργαζόμενους και προσφέρει εργασία σε όλους και έτσι περνάει από μια ιδιότυπη συνέντευξη και προσλαμβάνεται ως τεχνικός εργάτης με το όνομα “Νέγρος”. Στην τελευταία σκηνή ο πρωταγωνιστής μπαίνει στο τρένο για την Οκλαχόμα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.

Το πρώτο αυτό μυθιστόρημα του Κάφκα ίσως να εκπλήρωσε την επιθυμία του για μακρινά ταξίδια, την οποία δεν πραγματοποίησε ποτέ. Δεν ταξίδεψε ποτέ στην Αμερική. Η εικόνα που είχε για την χώρα προήρθε διαβάζοντας την αυτοβιογραφία του Βενιαμίν Φραγκλίνου, ταξιδιωτικά βιβλία, ρεπορτάζ εφημερίδων και ακούγοντας διηγήσεις συγγενών και φίλων του που είχαν μεταναστεύσει. Για τούτο και το μυθιστόρημα δεν βασίζεται σε ρεαλιστικές περιγραφές της αμερικανικής γης. Επί παραδείγματι, σε μια ανάγκη κατάδειξης της αμερικανικής ισχύος ο Κάφκα περιγράφει το άγαλμα της Ελευθερίας να φέρει στο  χέρι σπαθί:

 

“Το χέρι της με το σπαθί ήταν υψωμένο, λες και το είχε μόλις σηκώσει, και γύρω της φυσούσαν ελεύθεροι αέρηδες”.

 

Παρόλα αυτά, η Αμερική παραμένει το πιο ρεαλιστικό από τα υπόλοιπα δύο μυθιστορήματά του.

 

Franz Kafka

Franz Kafka

 

Κύριος άξονας του βιβλίου αποδεικνύονται οι περιπέτειες του μικρού Καρλ, σε μια προσπάθεια του Κάφκα να διασκευάσει τον Ντέιβιντ Κόπερφηλντ με διαφορετικές αποχρώσεις.

 

“Η πρόθεσή μου ήταν, όπως βλέπω τώρα, να γράψω ένα μυθιστόρημα με τον τρόπο του Ντίκενς, το οποίο να εμπλουτίζεται με τα πιο έντονα στοιχεία που θα μπορούσα να δανειστώ από τη σύγχρονη εποχή μας, καθώς και με τα ωχρά που θα έβρισκα στο δικό μου εσωτερικό.”

 

Τα χαρακτηριστικά μοτίβα της πεζογραφίας του Κάφκα, διακρίνονται ήδη σε αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα. Το έντονα καταπιεστικό περιβάλλον και η εμπλοκή του πρωταγωνιστή σε αλλόκοτες καταστάσεις γίνονται εμφανέστατα στην Αμερική. Ο νεαρός Καρλ, ένα ανήμπορο αγόρι που προσπαθεί να ξαναρχίσει τη ζωή του σε μια ξένη χώρα, πέφτει συνεχώς θύμα μιας κυριαρχικής εξουσίας προσωποποιημένης άλλοτε στη μορφή του θείου, άλλοτε στου Ντελαμάρς και του Ρόμπινσον, άλλοτε του μαιτρ του ξενοδοχείου και άλλοτε στης Μπρουνέλντας.

Όπως ακριβώς ο Κ. στον Πύργο και ο Γιόζεφ Κ. στην Δίκη, έτσι και ο Καρλ αβοήθητος εμφανίζει έλλειψη ενός σαφούς σχεδίου δράσης για να αποδράσει από τη λαβυρινθώδη κατάσταση και τιμωρείται συνεχώς, ενώ δεν διέπραξε κάποια αξιόποινη πράξη. Η σκηνή στο θυρωρείο του δαιδαλώδους Occidental με τους θυρωρούς να μιλάνε μηχανικά και απρόσωπα μια ακατάληπτη γλώσσα στους θαμώνες που ζητούν πληροφορίες δεν είναι παρά ένας προπομπός της ατέρμονης γραφειοκρατείας του Πύργου, ενώ ο πειθαρχικός έλεγχος του Καρλ στο γραφείο του μαιτρ ντ’ οτέλ για την εγκατάλειψη της θέσης του θυμίζει έντονα την ανηλεή δίωξη της Δίκης με τον νεαρό να παραδέχεται πως

 

“είναι αδύνατον να υπερασπιστείς τον εαυτό σου όταν δεν υπάρχει καλοπιστία”.

 

Αναζητώντας, εντούτοις, την υποδήλωση του καφκακικού στοιχείου στο μυθιστόρημα δεν πρέπει να παραβλέψουμε μια επιπλέον χαρακτηριστική ιδιότητα, τον σαρκασμό που λανθάνει στη γραφή του. Αν υπερβεί κάποιος τον μονοδιάστατο τρόπο ανάγνωσης, αναγνωρίζει ότι η Αμερική μπορεί να διαβαστεί και ως μια ιδιότροπη μαύρη κωμωδία γεμάτη από ευτράπελα γεγονότα και αλλόκοτους χαρακτήρες (βλ. Θερμαστή, Ρόμπινσον, Μπρουνέλντα) που λειτουργούν αντισταθμιστικά και ανακουφιστικά στο αγχωτικά διαμορφωμένο σκηνικό. Υπό αυτό το πρίσμα το βιβλίο  θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει το σενάριο για μια ταινία ων αδερφών Κοέν.

Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι η Αμερική αποτελεί το μοναδικό μυθιστόρημα στο οποίο ο Κάφκα επιφύλασσε ένα ευχάριστο τέλος. Κάτι τέτοιο προμηνύεται στο τελευταίο, και πιο σουρεαλιστικό από όλα, κεφάλαιο, όπου ο νεαρός ήρωας έμελλε να αποκτήσει δουλειά στο “Θέατρο της Οκλαχόμα”, να επανασυνδεθεί με τους γονείς του και ανακτήσει την πολυπόθητη ελευθερία του. Μολονότι ψηλάφισε, όμως, τη λύτρωση, ο Κάφκα δεν βρήκε τα κατάλληλα λόγια για να την ολοκληρώσει, σαν κάτι αδιόρατο να τον εμπόδιζε να εκφράσει την αισιόδοξη πλευρά της ζωής.

 

* O Βαγγέλης Γραμματικόπουλος είναι φιλόλογος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top