Fractal

Επειδή «Πάντα γυρίζεις γύρω από την πληγή σου»

Γράφει η Βασιλική Σιαφάκα // *

 

Μικρά πεζά κι ένα ποίημα το βιβλίο «ΑΚΑΝΘΟΙ» της Αυγής Αλεξίου από τις εκδόσεις ΑΩ

 

ἄκανθος.  Μια λέξη τόσο παλιά όσο η γλώσσα μας. Μια σύνθετη λέξη που σμίγει δυό αντίθετα νοήματα την ἀκή και το  ἄνθος.  Όσο σκληρή και αιχμηρή είναι η πρώτη, συνώνυμη του πόνου και της άμυνας που οργανώνεται γύρω από αυτόν ή προς αποφυγή του, τόσο τρυφερή, ευωδιαστή, πολύχρωμη, ζωντανή η δεύτερη που συμβολίζει τη ζωή, μια νέα αρχή.

«Άκανθοι» ο τίτλος του βιβλίου της Αυγής Αλεξίου που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις ΑΩ και εκφράζει εύστοχα το κεντρικό θέμα των δεκατριών αφηγημάτων και ενός ποιήματος της συγγραφέως καθώς και τις έξοχες αφαιρετικές ακουαρέλες της Ηρώς Μυλωνά.

«Πάντα γυρίζεις γύρω από την πληγή σου και αυτό σε τρώει κάθε μέρα και περισσότερο, μέρα με τη μέρα, μέχρι να σε καταβροχθίσει και να σε αφανίσει.»

Οι ιστορίες της Αλεξίου έχουν κεντρικά πρόσωπα γυναίκες και απηχούν τη νοοτροπία, τα ήθη και έθιμα της ιδιαίτερης πατρίδας της, της Ηπείρου. Η γραφή της είναι απλή στη δομή της, λιτή στην έκφρασή της, ενισχυμένη με μικρούς διαλόγους που ζωντανεύουν την αφήγηση.

Η φωνή της συγγραφέως στην αφήγησή της ακολουθεί δύο δρόμους: άλλοτε αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο και άλλοτε σε πρώτο. Αυτή η εναλλαγή μοιάζει να μην γίνεται τυχαία και να έχει άμεση σχέση με το βίωμά της. Ιστορίες άλλων εποχών, παρελθοντικών, όπως οι «Ίσα στα μάτια να κοιτάς», «Ο κλέφτης», «Η τράμπα», που απηχούν ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον από αυτό της σημερινής ζωής και είναι σαν να μεταφέρθηκαν από το παρελθόν από στόμα σε στόμα, εξιστορούνται από την συγγραφέα με την απόσταση του τρίτου προσώπου.  Αντίθετα οι υπόλοιπες ιστορίες, πιο σύγχρονες, που πιθανόν να εντάσσονται στο πεδίο εμπειριών της ίδιας της συγγραφέως, ζωντανεύουν με την αμεσότητα της αφήγησης σε πρώτο πρόσωπο.

Το κύριο θέμα του βιβλίου είναι ο πόνος, η ανοιχτή πληγή που κουβαλάμε μέσα μας από ένα τραύμα που μας άλλαξε τη ζωή. Και δεν υπάρχει καλύτερο υποκείμενο που να καταδεικνύει αυτόν τον αγώνα της επιβίωσης μέσα από το τραύμα, από την γυναίκα. Η γυναίκα που ερωτεύεται. Η γυναίκα που αγωνίζεται να ανεξαρτητοποιηθεί, να επιλέξει τη δική της ζωή. Η γυναίκα που γεννά, αφοσιώνεται, θυσιάζεται. Η γυναίκα και οι μύθοι της. Η γυναίκα που αντέχει. Η γυναίκα που από το αγκάθι βγάζει το ρόδο.

 

 

Υπάρχει όμως και μια επιπλέον εσωτερική εξέλιξη, μη εμφανής από πρώτη ματιά, που συντελείται μέσα από την παράθεση των ιστοριών της Αλεξίου από το παρελθόν προς το παρόν, και αυτή αφορά την ουσία των ακάνθων. Στις ιστορίες από το μακρινό παρελθόν τις προσωπικές ζωές των ανθρώπων και κυρίως των γυναικών δεν καθόριζαν οι επιλογές τους, σε αντίθεση με τις σημερινές προσωπικές ζωές που στηρίζονται σε αυτές. Το τραγικό είναι ότι οι άκανθοι και στην μια και στην άλλη περίπτωση επιμένουν να χτυπούν τις ζωές το ίδιο ισχυροί, το ίδιο ανατρεπτικοί. Κάτω  από αυτό το πρίσμα, το βιβλίο αποφεύγει να γίνει μια παράθεση παράλληλων αφηγημάτων για τη γυναίκα και τον πόνο και θέτει το πρόβλημα στην υπαρξιακή του διάσταση: ο άνθρωπος μπορεί να έχει προσωπική ελευθερία, αλλά δεν ορίζει αυτός τη ζωή του.

 

Αυγή Αλεξίου

 

Αφού λοιπόν στη ζωή  είναι δύσκολο να αποφύγουμε τον πόνο, θα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να τον διαχειριστούμε και στην ιστορία με τίτλο «Προχωρώντας» η ηρωίδα μας εκπλήσσει όταν καταφέρνει να βρει την παρηγοριά για τον χειρότερο, τον θάνατο του παιδιού της: «- Ναι, ή προχωράς ή βουλιάζεις. Έχω πια αποφασίσει να προχωρήσω και κάθε βράδυ να πίνω στο μπαλκόνι μου ένα ποτό κοιτώντας τον ουρανό. Συνήθεια καλή ή κακή δεν ξέρω, αλλά κοιτώντας αυτό το φωτεινό αστέρι  γεμίζω  τώρα πια γαλήνη από το φως του!»

Αναζητώντας μια αλήθεια για τη ζωή  που να μην απαντά στον πόνο με τον φόβο, βλέπουμε στην ιστορία  με τίτλο «Διάλογοι γενεών» την γιαγιά να συμβουλεύει την εγγονή με διαχρονική σοφία μέσα από τούτα τα λόγια: « – Δεν ξέρω πια, κόρη μου, αλλιώς είναι η ζωή σας σήμερα. Μόνο κάτι θα σου πω να θυμάσαι. Ν΄ ανοιχτείς και να ταξιδέψεις σε θάλασσες, αν το ζητάει η ψυχή σου, και τα κύματα και τις φουρτούνες μην φοβηθείς. Πιο δυνατή θα σε κάνουν. Μόνο τις αμμουδιές με τα πολλά φώτα που τάζουν ευτυχία να προσέξεις μην σε τυφλώσουν, και τον ήλιο που έχεις μέσα σου δεν ξαναντικρύσεις.»

 

 

Στο τέλος και της τελευταίας ιστορίας, συγγραφέας και αναγνώστης αναρωτιούνται ταυτόχρονα:

« … Άραγε, ποιος άκανθος πονά περισσότερο και πόση ζωή τελικά του χρωστάμε;»

Για να συμφωνήσουν στο ελπιδοφόρο μήνυμα της συγγραφέως μέσα από το μικρό τελευταίο ποίημά της:

«…

Χρόνε μη χαίρεσαι

    Νικητής δεν είσαι

 

   Οι καρποί μου θα ανθίσουν.»

 

 

* Η Βασιλική Σιαφάκα είναι συγγραφέας, μεταφράστρια

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top